Της Δάφνης Γρηγορίαδη*
Η έξωση από την α΄κατοικία της δημοσιογράφου Ιωάννας Κολοβού για χρέος 15.000 ευρώ προς τις τράπεζες, “έχει φέρει” ξανά στην επιφάνεια το ζήτημα της προστασίας της α’ κατοικίας και των πλειστηριασμών.
Η πρώτη κατοικία πρέπει να προστατεύεται
Το δικαίωμα στην στέγαση είναι αναφαίρετο, όπως και το δικαίωμα στην σίτιση. Πόσο μάλλον όταν βρισκόμαστε εν μέσω μιας οικονομικής κρίσης η οποία έχει άκρως ανθρωποκεντρικές διαστάσεις. Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, στην συνέντευξη τύπου που παραχώρησε στην Πάτρα, άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο να υπάρξουν παρεμβάσεις για τους συνεπείς δανειολήπτες προκειμένου να μην βγαίνουν σε πλειστηριασμό τα σπίτια τους. Να σημειώσουμε ότι ήδη προβλέπεται για τους οικονομικά ευάλωτους η μη πραγματοποίηση πλειστηριασμών.
Είναι γεγονός πώς οι πλειστηριασμοί έχουν αυξηθεί το τελευταίο διάστημα, καθώς την προηγούμενη διετία λόγω της υγειονομικής κρίσης είχε αποφασιστεί προσωρινή αναστολή τους. Για παράδειγμα, τον Σεπτέμβριο “ξεπάγωσαν” πλειστηριασμοί της ΑΑΔΕ για 8.827 οφειλέτες.
Η Κυβερνητική Παρέμβαση για τα “κόκκινα” δάνεια
Σύμφωνα με τον Βουλευτή Ν.Δ κ. Κωνσταντίνο Κυρανάκη, 750.000 “κόκκινοι” δανειολήπτες που αδυνατούσαν να πληρώσουν τις δόσεις τους με την αρχική σύμβαση, με παρέμβαση της κυβέρνησης, κατάφεραν να ρυθμίσουν με την τράπεζα τις οφειλές τους και να πληρώνουν μικρότερες δόσεις.
Φθηνότερες οι ρυθμίσεις με τον εξωδικαστικό μηχανισμό
Από τους ευνοημένους είναι όσοι έχουν ρύθμιση“κόκκινων” δανείων με τον εξωδικαστικό μηχανισμό,καθώς αυτή έγινε φθηνότερη. Το Υπουργείο Οικονομικών και οι χρηματοδοτικοί φορείς (τράπεζες, εταιρείες διαχείρισης δανείων) έχουν συμφωνήσει σε μείωση των επιτοκίων κατά 0,75% για τα ενυπόθηκα δάνεια και κατά 1,5% για τα δάνεια χωρίς εξασφαλίσεις.
Με το βλέμμα στο μέλλον
Μπορούμε να κάνουμε την πρόβλεψη ότι θα αυξηθούν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια λόγω της μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών και της αύξησης των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία οδηγεί στην αύξηση εξυπηρέτησης του κόστους των δανείων.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα
Μέχρι στιγμής στις χώρες της ΕΕ, ο τραπεζικός δανεισμός προς τις επιχειρήσεις παραμένει ισχυρός, αντανακλώντας την ανάγκη χρηματοδότησης του υψηλού κόστους παραγωγής, του κεφαλαίου κίνησης και των αποθεμάτων. Ωστόσο, τα στεγαστικά δάνεια προς τα νοικοκυριά μετριάζονται ήδη λόγω των αυστηρότερων πιστωτικών προτύπων και της μειωμένης ζήτησης. Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έρευνά της ΕΚΤ για τον τραπεζικό δανεισμό, τα πιστωτικά πρότυπα έγιναν πιο αυστηρά το τρίτο τρίμηνο του 2022.
Συνολικά αυτή τη στιγμή το ιδιωτικό χρέος στην Ελλάδα βρίσκεται στο 125,5% του ΑΕΠ και θα λέγαμε ότι αποτελεί διαχρονικό αγκάθι για την Ελληνική οικονομία. Επιπλέον βρισκόμαστε προ των πυλών μιας νέας γενιάς χρεών, αυτών των απλήρωτων λογαριασμώνηλεκτρικής ενέργειας. Αν λάβουμε υπόψιν μας τις δηλώσεις της ΕΚΤ ότι θα συνεχίσει σε αυξήσεις των επιτοκίων μέχρι ο πληθωρισμός να πέσει στο 2%, τότε μπορούμε να κάνουμε την πρόβλεψη ότι μέχρι το 2024 θα είναι δύσκολη η τακτοποίηση των οφειλών, είτε είναι προς τις τράπεζες και τους παρόχους ενέργειας, είτε είναι προς το Δημόσιο.
*Η Δάφνη Γρηγοριάδη είναι Οικονομική Αναλύτρια.