Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο διαμηνύει ότι είναι πρόθυμο να συμμετάσχει με χρηματοδότηση στο ελληνικό πρόγραμμα, εφόσον αυτό είναι βιώσιμο. Καθώς όμως δεν θεωρεί ότι ικανοποιείται αυτή η προϋπόθεση, η απόφασή του αναμένεται να καθυστερήσει. Σήμερα το εκτελεστικό συμβούλιο του ΔΝΤ θα συζητήσει μια έκθεση του προσωπικού του, η οποία δείχνει ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο και πως η ελάφρυνση που αποφάσισαν οι Ευρωπαίοι είναι ανεπαρκής. Η έκθεση θα τονίζει επίσης ότι η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις. Προκειμένου να εισηγηθεί ένα νέο πρόγραμμα, το προσωπικό του θα καταστήσει σαφές ότι χρειάζεται διαβεβαιώσεις και για τα δύο.
Σχετικά με το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης, το ΔΝΤ επιμένει ότι οι απαιτήσεις για την ολοκλήρωσή της ορίζονται από τους Ευρωπαίους. Ωστόσο, η αξιολόγηση «κολλάει» στον καθορισμό του μεσοπρόθεσμου προγράμματος, όπου σύμφωνα με πληροφορίες της «Καθημερινής» το προσωπικό του διεθνούς οργανισμού ζητεί τη μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 1,5% από το 2018 και μετά ή νέα μέτρα, για να θεωρήσει αξιόπιστη την πρόβλεψη του υφιστάμενου προγράμματος για πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.
ΔΝΤ και Ευρωζώνη εμφανίστηκαν ως κοινό μπλοκ στο τελευταίο Eurogroup, ζητώντας τη λήψη προληπτικών μέτρων όχι μόνο για να συμμετάσχει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα αλλά και ως προϋπόθεση για το κλείσιμο της αξιολόγησης. Το ΔΝΤ δεν επιβεβαιώνει κάτι τέτοιο, ωστόσο πηγή της «Κ» εκτιμά πως «γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο να προχωρήσει το πρόγραμμα του ESM χωρίς να υπάρξει συμφωνία για τη συμμετοχή του». Και αυτό, παρά το γεγονός ότι σύμφωνα με πληροφορίες η Ε.Ε. διαφωνεί με αυτή την προσέγγιση, καθώς με βάση τις δικές της εκτιμήσεις θεωρεί ότι δεν χρειάζονται νέα μέτρα. Αντίθετα, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δηλώνει ότι «εάν δεν φτάσουμε σε μια επιτυχημένη δεύτερη αξιολόγηση, τότε το υφιστάμενο πρόγραμμα θα πάψει να ισχύει». Ο κ. Σόιμπλε εκτίμησε πως το ΔΝΤ θα αποχωρήσει εάν η Ελλάδα δεν λάβει τα μέτρα που ζητεί.
Πάντως, η καθυστέρηση δεν φαίνεται να σχετίζεται με την αμερικανική κυβέρνηση. Στο ΔΝΤ δεν θεωρούν ότι χρειάζεται να περιμένουν τον εκπρόσωπο της νέας διοίκησης ώστε να λάβουν τις αποφάσεις τους για την Ελλάδα. Οπως λένε πηγές της «Κ», η θέση που είναι πιο σημαντική είναι εκείνη του υφυπουργού Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων. Το όνομα που ακούγεται είναι εκείνο του Ντέιβιντ Μάλπας, «ο οποίος δεν είναι φίλος του ΔΝΤ».
Ο κ. Μάλπας ηγήθηκε της ομάδας μετάβασης στο υπουργείο Οικονομικών και στο παρελθόν έχει επικρίνει τα προγράμματα του ΔΝΤ (συμπεριλαμβανομένου εκείνου της Ελλάδας) που θεωρεί αντιαναπτυξιακά, καθώς επιβάλλουν νέους φόρους και περιορισμούς στον ιδιωτικό τομέα χωρίς να μειώνουν το κράτος.
Ο καθηγητής Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων στο American University, Ράνταλ Χένινγκ, ελπίζει ότι το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών θα συνεχίσει να εμπλέκεται δημιουργικά στο ελληνικό ζήτημα. Οπως εκτιμά χαρακτηριστικά, «θα ήθελα να δω ενεργό εμπλοκή όπου είναι απαραίτητο ώστε να φέρει τις ευρωπαϊκές χώρες κοντά σε δύσκολα ζητήματα ευρωπαϊκής ενοποίησης». Ο ίδιος δηλώνει ικανοποιημένος ως Αμερικανός που η κυβέρνηση Ομπάμα διαδραμάτισε θετικό ρόλο στην προσέγγιση Ελλάδας και Γερμανίας σε κρίσιμες στιγμές:
«Μπορούμε να συζητήσουμε τη σημασία και την αποτελεσματικότητα αυτής της στάσης, αλλά ήταν δημιουργική, και είδε ότι η ευρωπαϊκή ενότητα είναι προς το συμφέρον των ΗΠΑ». Ωστόσο, δεν κρύβει την ανησυχία του καθώς ο πρόεδρος Τραμπ έχει σηματοδοτήσει ότι, στην καλύτερη περίπτωση, θα είναι ουδέτερος έναντι της Ε.Ε.
Πόσο μάλλον που, όπως εκτιμά, η κρίση της Ευρωζώνης δεν έχει τελειώσει, καθώς παραμένουν ανοικτά ζητήματα στην Ελλάδα αλλά και στο τραπεζικό σύστημα της Ιταλίας.
Πηγή: Καθημερινή
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Μαξίμου: Δεν πρόκειται να κάνουμε υποχωρήσεις σε θέματα αρχών για το κλείσιμο της β΄ αξιολόγησης