Σύμφωνα με την πρώτη εκτίμηση της ΕΛΣΤΑΤ για το σύνολο του έτους είναι ότι το ΑΕΠ σε όρους όγκου παρουσίασε μηδενική ετήσια μεταβολή (0,0%).
Η παραπάνω εκτίμηση έρχεται μετά την ανακοίνωση για την ύφεση 1,1% στο τέταρτο τρίιμηνο που έβαλε φωτιά στις προβλέψεις της κυβέρνησης.
Η εκτίμηση αυτή έχει υπολογιστεί από το άθροισμα των αντίστοιχων αποτελεσμάτων των τριμήνων του έτους 2016 (μη εποχικά διορθωμένων) όπως έχουν προκύψει μετά την ενσωμάτωση ενημερωμένων στοιχείων από τις πηγές.
Σύμφωνα με τα στοιχεία το ΑΕΠ ανέρχεται στα 184,5 δισ. ευρώ, αμετάβλητο από το προηγούμενο έτος, ενώ σε τιμές αγοράς ανήλθε σε 175,9 δισ. ευρώ, από 175,7 δισ. ευρώ το 2015, εμφανίζοντας αύξηση 0,1%.
Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με τις ακολουθούμενες διαδικασίες του προγράμματος διαβίβασης ESA 2010, προβλέπεται και δεύτερη εκτίμηση του ΑΕΠ για το έτος 2016, η οποία είναι προγραμματισμένη να ανακοινωθεί στις 17 Οκτωβρίου 2017.
Η δεύτερη εκτίμηση γίνεται με τη χρήση ετήσιων στοιχείων από τις πηγές (όπως Έρευνα Διάρθρωσης Επιχειρήσεων, εκτιμήσεις για την τελική καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών με βάση τα αποτελέσματα της Έρευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών, ετήσια στοιχεία Ισοζυγίου Πληρωμών και Εξωτερικού Εμπορίου, ετήσια στοιχεία Γενικής Κυβέρνησης κ.λπ.) και με τη μέθοδο των πινάκων Προσφοράς και Χρήσεων ανά προϊόν.
Στα επιμέρους στοιχεία, οι φόροι στα προϊόντα αυξήθηκαν κατά 0,3% στα 20,9 δισ. ευρώ, ενώ η τελική καταναλωτική δαπάνη διευρύνθηκε κατά 0,6% στα 167,6 δισ. ευρώ.
Οι δαπάνες της γενικής κυβέρνησης αντίθετα, συρρικνώθηκαν κατά 2,1% σε 40,4 δισ. ευρώ, ενώ πτώση κατά 0,8% σημείωσε και ο ακαθάριστος σχηματισμός κεφαλαίου.
Όσον αφορά το εμπορικό ισοζύγιο, οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών περιορίστηκαν κατά 2% στα 57,1 δισ. ευρώ και οι εισαγωγές κατά 0,4% στα 60,2 δισ. ευρώ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σε όρους τιμών αγοράς, το ΑΕΠ ανήλθε σε 175,9 δισ. ευρώ, έναντι 175,7 δισ. ευρώ το προηγούμενο έτος, καταγράφοντας οριακή άνοδο της τάξης του 0,1%.
Σημειώνεται ότι η κυβέρνηση προσδοκούσε σε οριακή ανάπτυξη της τάξης του 0,3%. Ωστόσο, οι επιδόσεις του δ΄ τριμήνου ήταν απογοητευτικές, εξαλείφοντας τη βελτίωση των προηγούμενων τριμήνων.