Βουτιά σημείωσε χτες το ελληνικό Χρηματιστήριο, με το γενικό δείκτη να φτάνει στα χαμηλότερα επίπεδα από τον Μάρτιο του 2017, ενώ ο τραπεζικός δείκτης βρέθηκε στα χαμηλότερα επίπεδα από τον Φεβρουάριο του 2016 με απώλειες του κλάδου έως και 20,73% και σε ιστορικό χαμηλό για την Τράπεζα Πειραιώς.
Η επίθεση των πωλητών που ξεκίνησε λίγο μετά το άνοιγμα και που οδήγησε ακόμα και σε limit down για την μετοχή της Πειραιώς, αν και υποχώρησε ελαφρώς μετά από μία συντονισμένη προσπάθεια να περιοριστούν οι απώλειες, διατηρήθηκε ωστόσο έως και το κλείσιμο οδηγώντας σε εκτόξευση του τζίρου του Χ.Α. πάνω από τα 100 εκατ. ευρώ.
Κρίσιμη θεωρείται η σημερινή ημέρα με την κυβέρνηση να περιμένει με αγωνία πώς θα ανοίξει το Χρηματιστήριο Αθηνών αλλά και πού θα κινηθεί το ελληνικό δεκαετές ομόλογο.
κυβερνητική σύσκεψη χθες κατέληξε δε στο συμπέρασμ
Η α ότι οι πιέσεις που δέχονται οι τραπεζικές μετοχές δεν αντιστοιχούν στα θεμελιώδη μεγέθη των τραπεζών. Επικαλέστηκε την ολοκλήρωση με επιτυχία των stress tests μόλις τον περασμένο Μάϊο, τους δημοσιευμένους υψηλούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, την υπέρβαση του στόχου για την μείωση των κόκκινων δανείων για το πρώτο εξάμηνο του 2018, την αύξηση των καταθέσεων σε μηνιαία βάση και τη σημαντικότατη μείωση του ELA με αποτέλεσμα να έχει ήδη μηδενιστεί η χρήση του μηχανισμού για δύο συστημικές τράπεζες, ενώ για τις άλλες δύο η χρήση θα μηδενιστεί μέχρι το τέλος του έτους».
Πώς φτάσαμε στην «Μαύρη Τετάρτη»
Δεδομένο είναι, πάντως, ότι η χθεσινή «βουτιά» δεν μπορεί να αποδοθεί ούτε σε κερδοσκοπικές επιθέσεις- παρά το ότι όντως οι shortάκηδες αποκόμισαν χοντρά κέρδη- ούτε σε δημοσιεύματα του ξένου Τύπου. Κι αυτό γιατί το πρόβλημα υπάρχει, καταγράφεται στο σύνολο των Εκθέσεων, που δημοσιοποιούνται εδώ κι εβδομάδες, ενώ και ο Ε. Τσακαλώτος είχε την ευκαιρία να το διαπιστώσει σε όλες τις επαφές που είχε στο Λονδίνο: ο τεράστιος όγκος των «κόκκινων» δανείων, η επίπτωση του στην οργανική κερδοφορία των τραπεζών και η επιφυλακτικότητα των ξένων για το κατά πόσο μπορούν οι τράπεζες να διαχειριστούν το πρόβλημα άμεσα κι αποτελεσματικά.
Συν τοις άλλοις, όπως επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς, ουδείς μπορεί να παραγνωρίσει το γεγονός ότι οι ελληνικές τράπεζες αδυνατούν να αποκτήσουν «φτηνή» πρόσβαση σε μακροπρόθεσμα χρηματοδοτικά «εργαλεία», λόγω των πολύ υψηλών τιμών που επιβαρύνουν τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου.
Τι λένε οι ξένοι οίκοι
H Goldman Sachs που ήρθε με επιτελείο της στην Αθήνα και πραγματοποίησε επαφές με κορυφαίους τραπεζικούς παράγοντες σημειώνει πως το μακροοικονομικό περιβάλλον στηρίζει τη διαδικασία μείωσης των NPEs των Ελληνικών τραπεζών.
Οι τράπεζες αναφέρθηκαν στον σχεδιασμό τους για μείωση των NPEs τους στο 15-25% μέχρι το 2021, από 48% το β’ τρίμηνο του 2018 . Το εγχείρημα θα βοηθηθεί από το ισχυρό οικονομικό momentum, περιλαμβανομένης της ανάκαμψης στη στεγαστική αγορά μια δυναμική δευτερογενή αγορά κόκκινων δανείων και έναν μικρότερο ρυθμό αύξηση των στρατηγικών κακοπληρωτών.
Όμως η ικανότητα του τραπεζικού κλάδου να αντέξει σημαντικούς αιφνιδιασμούς από το εσωτερικό ή το εξωτερικό παραμένει περιορισμένος.
Oι πιέσεις στο Χρηματιστήριο Αθηνών θα συνεχιστούν μέχρι να υπάρξει μεγαλύτερη σαφήνεια, προβλέπει σε σχετικό σημείωμα η Μorgan Stanley απηχώντας τις εκτιμήσεις σχεδόν του συνόλου της χρηματιστηριακής αγοράς μετά το χθεσινό ξεπούλημα στις τραπεζικές μετοχές. Ταυτόχρονα η Μorgan Stanley γράφει πως βρίσκει υπερβολικές τις ανησυχίες για τα κεφάλαια των ελληνικών τραπεζών, παίρνοντας θέση στο debate που εκτυλίσσεται στο χρηματιστηριακό ταμπλό αλλά επιπλέον διαφωνεί με την πρόσφατη άρση της απαγόρευσης στις αναλήψεις, καθώς αυξάνει τους κινδύνους για τις τράπεζες.