O θρήνος της Νένας Χρονοπούλου για τον χαμό της μητέρας της

 
O θρήνος της Νένας Χρονοπούλου για τον χαμό της μητέρας της

Ενημερώθηκε: 04/09/17 - 12:04

Η Νένα Χρονοπούλου πριν από περίπου μια εβδομάδα «έχασε» την αγαπημένη της μητέρα.

ηθοποιός

Η γνωστή αποφάσισε να την αποχαιρετήσει μέσω ενός άρθρου στην προσωπική της ιστοσελίδα.

Πιο συγκεκριμένα αναφέρει:

"Πως να πεις "αντίο" σ' αυτόν που σε γέννησε;

Σ' αυτόν που σε έμαθε να γράφεις; Σ' αυτόν που σου έμαθε να κάνεις το Σταυρό σου; Που σου έμαθε να σέβεσαι, να είσαι δυνατός, να νιώθεις τον πόνο και να τον εκτιμάς... Πώς να πεις αντίο στην καλή σου "νεραϊδα", στη μητέρα σου....

Θα προσποιηθώ λοιπόν για ακόμα μία φορά πως έφυγες ταξίδι και πως με περιμένεις κάποια στιγμή και εσύ, όπως και όλοι οι υπόλοιποι... Και όχι, δε θα το ξεπεράσω κι αυτό, απλά θα μάθω να ζω με έναν πόνο ακόμα"... έγραψε η Νένα στο προφίλ της στο facebook.

Όταν πήγα να χειρουργηθώ στις 8 Αυγούστου του 2017, στο ίδιο δωμάτιο με εμένα νοσηλευόταν και η μητέρα μου. Βλέπετε τα τελευταία δέκα χρόνια την ταλαιπωρούσε ο καρκίνος.

Την ώρα που έκανα εγώ χειρουργείο, εκείνη έκανε μία γαστροσκόπηση για να μπορέσουν να δουν οι γιατροί τι άλλο της συμβαίνει, μέχρι τότε είχε αφαιρέσει το δεξί της πνεύμονα, το θυρεοειδή της, ένα μέρος του δεξιού στήθους και κάποιους λεμφαδένες.

Όταν λοιπόν άνοιξα τα μάτια μου, από το δικό μου χειρουργείο είδα τη μητέρα μου με ορό στο χέρι και έμαθα τα «μαντάτα»… Σύνδρομο άνω κοίλης και μάλιστα προχωρημένο.

Η «νεράϊδα» μου έφευγε… Το πότε θα εξαρτιώταν από το εάν και εφ’ όσον θα άντεχε τις ακτινοβολίες.

Άντεξε μόνο τις πέντε από τις δέκα, παληκαρίσια μέχρι το τέλος, με απόλυτη διαύγεια, με χιούμορ, γλύκα, αγάπη και δύναμη… Και το σημαντικότερο όλων, δίχως πόνους.

Εγώ έχοντας το κεφάλι μου στα γόνατά της να τη ρωτάω αν φοβάται το μεγάλο ταξίδι, και εκείνη να μου απαντάει

Άντεχε την ιδέα του θανάτου αλλά δεν άντεχε να με βλέπει να κλαίω, και εγώ να μη μπορώ να σταματήσω τα δάκρυά μου και να με έχει πιάσει κρίση ειλικρίνειας και να την ενημερώνω για όλα όσα της συμβαίνουν. Εκείνη να τα ακούει και να τα αντέχει λέγοντάς μου «Ευχαριστώ, που δε μου λες ψέματα, ξέρω μάνα μου, ξέρω, εδώ μέσα δούλευα, ξέρω.»