Η Γερμανία, εξοργισμένη μετά τη σύλληψη υπερμάχων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κωνσταντινούπολη, ανακοίνωσε χθες Πέμπτη «τον επαναπροσανατολισμό» της πολιτικής της απέναντι στην Τουρκία με μέτρα τα οποία κινδυνεύουν να τιμωρήσουν οικονομικά την Άγκυρα.
Το πρώτο από αυτά ήταν η ταξιδιωτική οδηγία που εξέδωσε το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών προειδοποιώντας τους Γερμανούς που σκοπεύουν να μεταβούν στην Τουρκία για τους κινδύνους που ενδέχεται να αντιμετωπίζουν. Και αυτό εν μέσω τουριστικής περιόδου.
Από το Βερολίνο ο υπουργός Εξωτερικών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ κατηγόρησε την Άγκυρα για συστηματικές παραβιάσεις του κράτους δικαίου και εκτίμησε ότι «απομακρύνουν την Τουρκία από τη βάση των ευρωπαϊκών αξιών», καθώς και εκείνων του ΝΑΤΟ.
Δεν μπορούν «να μείνουν χωρίς επιπτώσεις», τόνισε. Μια άποψη την οποία η Γερμανίδα καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ χαρακτήρισε «απαραίτητη και αναπόφευκτη».
Από την πλευρά της η Τουρκία κατήγγειλε «τους εκβιασμούς και τις απειλές» του Βερολίνου.
«Με μικροπολιτικούς υπολογισμούς (...) να προσπαθείς να βλάψεις τις οικονομικές σχέσεις, να προσπαθείς να εγείρεις αμφιβολίες στους Γερμανούς επενδυτές, αυτό είναι απαράδεκτο», επεσήμανε ο Ιμπραχίμ Καλίν, εκπρόσωπος του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Επιπλέον στα μέτρα που μελετά το Βερολίνο περιλαμβάνεται η επανεξέταση των εγγυήσεων, των δανείων ή της βοήθειας που προσφέρει η γερμανική κυβέρνηση ή η Ευρωπαϊκή Ένωση στις τουρκικές εξαγωγές και τις επενδύσεις.
Η γερμανική απόφαση να πλήξει οικονομικά την Τουρκία αποτελεί αντίδραση στη σύλληψη και κράτηση ενός Γερμανού υπέρμαχου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μαζί με πέντε συναδέλφους τους, μεταξύ αυτών η διευθύντρια της Διεθνούς Αμνηστίας στην Τουρκία.
Η τουρκική δικαιοσύνη κατηγορεί τον Πέτερ Στόιντνερ ότι «διέπραξε ένα έγκλημα στο όνομα μιας τρομοκρατικής οργάνωσης». Μια έκφραση την οποία οι τουρκικές αρχές χρησιμοποιούν για τους υποστηρικτές του αυτοεξόριστου στις ΗΠΑ πρώην ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν, τον οποίο κατηγορούν για το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου του 2016, και τους αυτονομιστές αντάρτες του PKK.
Ο Γκάμπριελ χαρακτήρισε τις κατηγορίες αυτές «αδικαιολόγητες». Συνολικά εννέα Γερμανοί, εκ των οποίων οι τέσσερις έχουν και τουρκική υπηκοότητα, κρατούνται στην Τουρκία.
Μεταξύ αυτών ο Ντενίζ Γιουτσέλ ο ανταποκριτής της γερμανικής εφημερίδα Die Welt, που κρατείται στην απομόνωση εδώ και πέντε μήνες.
Σύμφωνα με τον Γερμανό υπουργό Εξωτερικών, όλα αυτά έχουν στόχο «να σιωπάσουν κάθε επικριτική φωνή στην Τουρκία».
Όπως αναφέρουν πολλές γερμανικές εφημερίδες, οι κρατούμενοι «χρησιμεύουν συστηματικά ως όμηροι» της Άγκυρας, η οποία ελπίζει να τους ανταλλάξει με Τούρκους που έχουν αναζητήσει άσυλο στη Γερμανία μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα.
Μάλιστα όπως επεσήμανε η Bild, ο ίδιος ο Ερντογάν είχε προτείνει την ανταλλαγή του Γιουτσέλ με δύο πρώην στρατηγούς του τουρκικού στρατού που έχουν καταφύγει στη Γερμανία.
Επίσης ο Γκάμπριελ επιβεβαίωσε ότι οι τουρκικές αρχές επέδωσαν στο Βερολίνο έναν κατάλογο με 68 γερμανικές εταιρείες ή στελέχη επιχειρήσεων, μεταξύ αυτών η Daimler και η BASF, οι οποίες κατηγορούνται ότι στηρίζουν «την τρομοκρατία».
Η έκκληση προς τους Γερμανούς που επισκέπτονται την Τουρκία να είναι προσεκτικοί ενδέχεται να έχει άμεσες οικονομικές επιπτώσεις στην Άγκυρα, καθώς πρόκειται για έναν ιδιαίτερα δημοφιλή προορισμό για τους Γερμανούς.
Επίσης το Βερολίνο άφησε να πλανάται η απειλή της μείωσης των πόρων που λαμβάνει η Άγκυρα στο πλαίσιο των ενταξιακών της διαπραγματεύσεων με την ΕΕ: 4,45 δισεκατομμύρια ευρώ από το 2014 ως το 2020.
Ωστόσο οι ελιγμοί της Γερμανίας περιορίζονται εξαιτίας της συμφωνίας που έχει συνάψει η Τουρκία με την ΕΕ για τον περιορισμό των προσφυγικών ροών στην Ευρώπη. Δύο μήνες πριν τις ομοσπονδιακές εκλογές, οι Γερμανοί αξιωματούχοι δεν θέλουν να διακινδυνεύσουν μια νέα εισροή προσφύγων στη χώρα, όπως αυτή που σημειώθηκε το 2015 και το 2016.
Η σκλήρυνση της γερμανικής στάσης παρόλα αυτά αποτελεί μια καμπή στις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών, τις οποίες συνδέουν ιστορικά στενοί δεσμοί, κυρίως εξαιτίας της μεγάλης παρουσίας Τούρκων μεταναστών στη Γερμανία.
Αποτελεί το απόγειο της συνεχιζόμενης επιδείνωσης των μεταξύ τους σχέσεων που ξεκίνησε πριν περισσότερο από ένα χρόνο, όταν ο Ερντογάν κατηγόρησε το Βερολίνο για «ναζιστικές πρακτικές» επειδή του απαγόρευσε να διεξαγάγει προεκλογική εκστρατεία στη Γερμανία για το δημοψήφισμα του Απριλίου.