Αναστάτωση προκάλεσε η αποδοχή, εκ των υστέρων, από την πλευρά Τραμπ ότι η επιστολή με τις σκληρές απαιτήσεις προς το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ στάλθηκε χωρίς επίσημη εντολή.
Το έγγραφο είχε προκαλέσει τεράστια ένταση και είχε θέσει τις βάσεις για μια σοβαρή νομική διαμάχη ανάμεσα στο ίδρυμα και τον Λευκό Οίκο.
Σύμφωνα με πληροφορίες που μεταδίδουν οι New York Times και επικαλείται το Bloomberg, αξιωματούχος της ομάδας Τραμπ για την καταπολέμηση του αντισημιτισμού ενημέρωσε τη διοίκηση του Χάρβαρντ ότι η επιστολή της 11ης Απριλίου δεν είχε εγκριθεί επίσημα και εστάλη αυθαίρετα από τον Σον Κέβενι, ο οποίος εκείνη την περίοδο εκτελούσε χρέη νομικού συμβούλου στο υπουργείο Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών.
Πηγές με γνώση της υπόθεσης σημειώνουν ότι ο Κέβενι ενήργησε χωρίς την απαραίτητη εξουσιοδότηση, ενώ ο ίδιος δεν έχει προβεί σε κάποιο σχόλιο μέχρι στιγμής.
Η επιστολή είχε προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, καθώς ζητούσε μεταξύ άλλων:
- την κατάργηση όλων των γραφείων Διαφορετικότητας, Ισότητας και Ένταξης (DEI),
- την επιβολή ελέγχων στις διαδικασίες πρόσληψης καθηγητών,
- την επιτήρηση της διδακτέας ύλης,
- την αναθεώρηση μαθημάτων που θεωρούνται προκατειλημμένα,
- και την προστασία όσων καταγγέλλουν παραβιάσεις αυτών των πολιτικών.
Το τελεσίγραφο ήταν ξεκάθαρο: συμμόρφωση ή απώλεια έως και 2,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων από κρατική χρηματοδότηση, συμβάσεις και φοροαπαλλαγές.
Την κατάσταση πυροδότησε και δημόσια δήλωση του Τραμπ μέσω Truth Social, στις 15 Απριλίου, όπου χαρακτήριζε το Χάρβαρντ «ανόητο» και «επικίνδυνο», υποστηρίζοντας ότι «διδάσκει μίσος και βλακεία» και δεν πρέπει να χρηματοδοτείται από το κράτος.
Η απάντηση του πανεπιστημίου ήρθε αστραπιαία – μέσα σε λιγότερες από 72 ώρες – απορρίπτοντας όλες τις αξιώσεις και κάνοντας λόγο για κατάφωρη παραβίαση της ακαδημαϊκής ελευθερίας.
Η παραδοχή του «λάθους» από το επιτελείο Τραμπ ίσως να σηματοδοτεί προσπάθεια αποφυγής περαιτέρω νομικών συνεπειών, αλλά τα ερωτήματα παραμένουν: ήταν όντως μεμονωμένη κίνηση ή ένα πολιτικό πείραμα που πήγε στραβά;