Τον Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται ότι νοσταλγούν κάποιοι αξιωματούχοι στην ΕΕ, που θεωρούν ότι η επανεκλογή του στον Λευκό Οίκο αποτελεί μεν «πικρό φάρμακο», που ωστόσο θα μπορούσε να ωθήσει αλλαγές στο ευρωπαϊκό μπλοκ και κυρίως στο ζήτημα της άμυνας.
Μια δεύτερη θητεία του Τραμπ θα μπορούσε να εξελιχθεί σε «ωφέλιμο σοκ» ή «πικρό φάρμακο» για την EE, υποστηρίζουν – υπό το καθεστώς ανωνυμίας- έξι ευρωπαίοι αξιωματούχοι.
Μπορεί ανοιχτά η Ευρώπη να μην είναι θετική σε μία δεύτερη θητεία Τραμπ στον Λευκό Οίκο, ωστόσο παρασκηνιακά διακινείται πως η νίκη του θα μπορούσε να είναι ακριβώς το «σοκ» που χρειάζεται η Ευρωπαϊκή Ενωση για την ενίσχυση της άμυνάς της, την αυστηροποίηση της στάσης της έναντι της Κίνας, τη μετάβασή της τελικά προς μια πολιτική αυτονόμησης, αναφέρει σε σημερινό του δημοσίευμα το Politico.
«Η επιστροφή του Τραμπ θα ήταν ένα ευεργετικό σοκ που θα επέτρεπε στην ΕΕ να προχωρήσει μπροστά, σε θέματα όπως η πανδημία ή η ενεργειακή κρίση μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία», δήλωσε ανώτερος διπλωμάτης της ΕΕ, ο οποίος μίλησε υπό τον όρο της ανωνυμίας.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, η άποψη αυτή, που μοιράζονται εμπιστευτικά αρκετοί διπλωμάτες και αξιωματούχοι της ΕΕ, δεν απορρέει από την αγάπη για τον Ρεπουμπλικανό υποψήφιο ή τις πολιτικές του προτάσεις αλλά μία δεύτερη θητεία Τραμπ θα χορηγούσε το «πικρό φάρμακο» που χρειάζεται η διχασμένη Ε.Ε. για να ξεπεράσει τις διαιρέσεις της και να προχωρήσει ως μπλοκ.
Το επιχείρημά τους βασίζεται στο αξίωμα πως, παρά τις «οδυνηρές μνήμες από την πρώτη θητεία Τραμπ κατά την οποία εξύβρισε τους Ευρωπαίους ηγέτες, αποκάλεσε τις Βρυξέλλες «κολαστήριο» και εξαπέλυσε εμπορικό πόλεμο στο μπλοκ», η δεύτερη θητεία αναμένεται να είναι τόσο εχθρική για την Ευρώπη, ώστε οι «27» δεν θα έχουν άλλη επιλογή παρά να επενδύσουν στις αμυντικές δαπάνες τους, να ενισχύσουν τον τομέα της τεχνολογίας και να ξεκαθαρίσουν την πολιτική για την Κίνα.
Επισήμως, οι αξιωματούχοι και οι ηγέτες της ΕΕ συνήθως δεν σχολιάζουν επίσημα τις ξένες εκλογές και όταν το κάνουν, περιορίζονται να πουν ότι η Ευρώπη πρέπει να είναι προετοιμασμένη είτε για μια νίκη Τραμπ είτε για μια νίκη της Κάμαλα Χάρις.
Ωστόσο, κατ’ ιδίαν αναλύουν πώς μια αλλαγή σκυτάλης στην Ουάσινγκτον θα μπορούσε να ωθήσει αλλαγές στην πολιτική της Ευρώπης.
Ουκρανία, άμυνα, οικονομία
Σύμφωνα με τους αξιωματούχους, μια νίκη του Ντόναλντ Τραμπ θα μπορούσε να έχει έντονες επιπτώσεις σε μια σειρά θεμάτων, από την Ουκρανία μέχρι την άμυνα και την οικονομία. Οι αλλαγές αυτές θα μπορούσαν να είναι θετικές.
Ο πιο προφανής τομέας στον οποίο μια προεδρία Τραμπ θα μπορούσε να ωθήσει σε αλλαγές στην Ευρώπη είναι η άμυνα και ο πόλεμος στην Ουκρανία. Ο πρώην πρόεδρος δεν διστάζει να κατηγορήσει την Ευρώπη ότι απολαμβάνει δωρεάν την αμερικανική στρατιωτική προστασία μέσω του ΝΑΤΟ και φέρεται να έχει απειλήσει να βγάλει την Ουάσινγκτον εντελώς από τη συμμαχία.
Όσον αφορά στον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, ο Τραμπ έχει πει ότι θα τερματίσει τη σύγκρουση την επομένη της επανεκλογής του, προφανώς χωρίς τη συγκατάθεση του Κιέβου. Εάν επιστρέψει στον Λευκό Οίκο, μια κυβέρνηση Τραμπ θα μπορούσε να αυξήσει την πίεση στην Ευρώπη σχετικά με την «κατανομή των βαρών» πέρα από οτιδήποτε έχει παρατηρηθεί από την ίδρυση της συμμαχίας το 1949.
«Ο Τραμπ συμβάλλει στην ευαισθητοποίηση σχετικά με τη χρηματοδότηση της άμυνας, αλλά χρειαζόμαστε ένα πραγματικό σοκ για να αλλάξει αυτή η συζήτηση», δήλωσε ένας αξιωματούχος της ΕΕ. «Μια συμφωνία για ένα ειρηνευτικό σχέδιο για την Ουκρανία θα την ταρακουνήσει εντελώς».
Ένας από τους διπλωμάτες της ΕΕ πρόσθεσε: «Σε αυτή την ατμόσφαιρα, όπου μερικές φορές φαίνεται ότι βρισκόμαστε στα πρόθυρα του Γ’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Τραμπ φαίνεται να αποστρέφεται περισσότερο τους πολέμους».
Παράδειγμα αποτελεί η χρηματοδότηση των όπλων για την Ουκρανία. Μια ομάδα χωρών της ΕΕ θέλει επί του παρόντος να δανειστεί από κοινού, μέσω έκδοσης ευρωομολόγων, για να αυξήσει τα συνολικά κεφάλαια που είναι διαθέσιμα στο Κίεβο. Αλλά στην κίνηση αυτή αντιδρούν, μεταξύ άλλων, οι «λιτές» χώρες, όπως η Γερμανία και η Ολλανδία.
Όσοι πιέζουν για την έκδοση ευρωομολόγων για την άμυνα, ελπίζουν ότι μια δεύτερη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ θα μπορούσε να κινητοποιήσει αυτές τις χώρες, όπως έκανε η πανδημία, ώστε να αποδεχθούν τον κοινό δανεισμό.
Αντίθετα, μια νίκη του Χάρις «θα έδινε περαιτέρω πυρομαχικά σε όσους αντιτίθενται στην ιδέα να πουν ότι ο κοινός δανεισμός είναι νεκρός», δήλωσε ένας διπλωμάτης της ΕΕ.
Παρόμοια λογική υπάρχει και για την οικονομία της Ευρώπης, που εδώ και χρόνια κάνει αδιέξοδες προσπάθειες για να εναρμονίσει την ενιαία αγορά της.
Σε μια έκθεση-ορόσημο που δημοσιεύθηκε τον περασμένο μήνα, ο πρώην επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι προειδοποίησε ότι η Ευρώπη κινδυνεύει με τελική οικονομική παρακμή. Ο Ντράγκι υποστήριξε ότι η ΕΕ θα πρέπει να ενοποιήσει τις αγορές της και να επενδύσει μαζικά στη βιομηχανική ικανότητα.
Ωστόσο, οι μεταρρυθμίσεις για την εναρμόνιση της αγοράς της ΕΕ, ιδίως του χρηματοπιστωτικού της τομέα, δεν προχώρησαν ποτέ πολύ, παρά τις διαβουλεύσεις μιας δεκαετίας.
Αξιωματούχοι θεωρούν ότι μια ακόμη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ θα μπορούσε να γίνει καταλύτης, που θα αναγκάσει τις απρόθυμες χώρες να αποδεχθούν επιτέλους την κοινή εποπτεία των τραπεζών και των χρηματιστηρίων τους, υποστηρίζουν οι αξιωματούχοι αυτοί.
Στο εμπόριο, η επιστροφή Τραμπ θα μπορούσε επίσης να αποδειχτεί μοχλός αλλαγών, μετατοπίζοντας το μπλοκ προς μια προσέγγιση προστατευτισμού –την οποία έχουν υποστηρίξει οι Γάλλοι.
Οι Βρυξέλλες δεσμεύτηκαν να αναβάλουν τους ανταποδοτικούς δασμούς μέχρι τον Μάρτιο του 2025, μόλις δύο μήνες μετά την ορκωμοσία του επόμενου προέδρου των ΗΠΑ. Η ΕΕ θέλει να αποφύγει έναν ολοκληρωτικό εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ, αλλά είναι καλύτερα προετοιμασμένη αυτή τη φορά για να αντεπιτεθεί στην Ουάσινγκτον αν χρειαστεί.
Σημαντικό ρόλο θα παίξει η εκλογή του και στις σχέσεις της Ευρώπης με την Κίνα. Κατά τη διάρκεια της θητείας του, αρκετές ευρωπαϊκές χώρες δέχθηκαν πιέσεις και εν τέλει εγκατέλειψαν τις συμβάσεις με τον κινεζικό γίγαντα των τηλεπικοινωνιών Huawei εν μέσω ανησυχιών για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο που επισημάνθηκαν από τις ΗΠΑ.
Κι ενώ η διακυβέρνηση Μπάιντεν έχει μια συμφιλιωτική προσέγγιση στο ζήτημα των σχέσεων της ΕΕ με την Κίνα, σε μια διακυβέρνηση Τραμπ, η συμφιλιωτική προσέγγιση θα μπορούσε να αλλάξει.
Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν «θέλει σαφώς μια πιο σκληρή προσέγγιση στην Κίνα, αλλά αντιμετωπίζει αντίσταση από διστακτικά κράτη μέλη, κυρίως τη Γερμανία», δήλωσε ανώτερος αξιωματούχος της ΕΕ. «Μια μικρή ώθηση από μια άλλη κυβέρνηση Τραμπ θα την βοηθούσε παρά θα την έβλαπτε».
Καθώς οι εκλογές της 5ης Νοεμβρίου πλησιάζουν, οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι δεν αναμένεται να εκφράσουν δημοσίως αυτές τις απόψεις καθώς ο Τραμπ είναι βαθιά αντιδημοφιλής στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, σχολιάζει το Politico.
Ωστόσο, οι Βρυξέλλες είναι καλύτερα προετοιμασμένες αυτή τη φορά, συνομολογούν αρκετοί αξιωματούχοι της Ε.Ε.
Αλλά αξιωματούχοι έχουν πει ότι ίσως ήρθε η ώρα να αγκαλιάσουν την αυτονομία, υποδηλώνοντας ότι η Ευρώπη θα πρέπει να προετοιμαστεί για μια μεγάλη αλλαγή στις σχέσεις ΕΕ-ΗΠΑ, ανεξάρτητα του ποιος θα εκλεγεί.
Ή, όπως το έθεσε την περασμένη εβδομάδα ο Γάλλος υπουργός Ευρώπης, Μπενζαμέν Χαντάντ, «οι Ευρωπαίοι πρέπει να πάρουν τη μοίρα τους στα χέρια τους, ανεξάρτητα από το ποιος θα εκλεγεί πρόεδρος των ΗΠΑ».