Κατά κοινή ομολογία ποτέ άλλοτε η Γερμανία δεν είχε καταστεί περισσότερο παρούσα στα μεσανατολικά τεκταινόμενα. Από την έναρξη του πολέμου η υπ. Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ , επισκέφθηκε την περιοχή για μία φορά από την έναρξη του πολέμου.
Έχοντας επίγνωση τόσο του ιδιαίτερου ιστορικού χαρακτήρα των γερμανοϊσραηλινών σχέσεων όσο και της ειδικής ευθύνης για εξεύρεση λύσεων σε προβλήματα που ενέχουν τη δυναμική να επηρεάσουν διαφορετικά τον νότο, το Βερολίνο δρα συμπληρωματικά στις επίμονες διπλωματικές προσπάθειες που καταβάλλει η διακυβέρνηση Μπάιντεν και η Δύση.
Όσο ο διεθνής παράγοντας, με τις προεξέχουσες τις ΗΠΑ, δίνει έμφαση στην άμεση εκεχειρία στη Λωρίδα της Γάζας, η Γερμανία εκδηλώνει το ενδιαφέρον της για την πρακτική βιωσιμότητα της μεταπολεμικής αρχιτεκτονικής, δηλώνοντας πρόθυμη να ενδυναμώσει τους δυτικούς σχεδιαστές.
Συμπληρωματική παρουσία
Οι γερμανικές «συμπληρωματικές» προθέσεις έγιναν περισσότερο αισθητές για πρώτη φορά στις αρχές Ιανουαρίου. Τότε, τα κρατικά ισραηλινά μέσα σχολίασαν με ενδιαφέρον την προθυμία της Γερμανίας να εγκαταστήσει τη δική της «στρατιωτική δύναμη αποτροπής» σε περιοχές του Νοτίου Λιβάνου .
Η φερόμενη γερμανική πρόταση συνοδεύτηκε από συγκαταβατική έκπληξη εκ μέρους των Ισραηλινών, οι οποίοι, τελικά, δεν εξεπλάγησαν από τη συνοπτική άρνηση της Βηρυτού. Αντιθέτως, ενθουσιώδης ήταν η αποδοχή μιας γενναίας γερμανικής χρηματοδότησης προς τον τακτικό λιβανικό στρατό, με την προοπτική επανάκτησης του Νοτίου Λιβάνου, όταν έρθει κάποτε η στιγμή της εφαρμογής της. 1701/2006 απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Παρ' όλα αυτά το (απροσδόκητο εν πολλοίς) γερμανικό ενδιαφέρον εξελήφθη ως ένα «νέο δείγμα γραφής» της εξωτερικής πολιτικής του Βερολίνου, που φάνηκε πρόθυμο να καλύψει το «γαλλικό κενό», που προέκυψε εξαιτίας των πρόσφατων πολιτικών ανακατατάξεων στο Παρίσι – χωρίς βέβαια να φθάσει στο σημείο αντικατάστασης του ιστορικού ρόλου της Γαλλίας στα ενδολιβανικά ή της πολυετούς δραστικής αμερικανικής προσπάθειας διαμεσολάβησης υπό τον Άμο Χόχσταϊν.
Ωστόσο, η διαμόρφωση μίας εποικοδομητικής «συμπληρωματικής δυτικής παρουσίας» στη Μέση Ανατολή δεικνύεται σε κεντρικό πυλώνα δράσης των επανειλημμένων επισκέψεων της κ. Μπέρμποκ, κατά τις οποίες η γερμανική μεσανατολική πολιτική τείνει σταδιακά να αποκτήσει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.
Το αίτημα για «δύο κράτη»
Η επιλογή του Ριάντ ως πρώτου σταθμού της πρόσφατης περιοδείας της Γερμανίδας ΥΠΕΞ δεν ήταν τυχαία. Τόσο η Γερμανία όσο και η Δύση γενικότερα έχουν ήδη προδιαγράψει για τον σαουδαραβικό παράγοντα έναν ρόλο-πλαίσιο για τη διευθέτηση του Παλαιστινιακού επί τη βάσει της «λύσης των δύο κρατών».
Παρότι ελάχιστα ανακοινώθηκαν από τις επαφές της Μπέρμποκ, είναι γνωστή η πάγια προϋπόθεση του Ριάντ να σημειωθούν «γενναίες κινήσεις προώθησης» αυτής της λύσης, προτού εξομαλυνθούν οι σχέσεις Ισραήλ- Σαουδικής Αραβίας και η ενεργός παρουσία του βασιλείου στη μεταπολεμική Γάζα , ίσως διά της συμμετοχής του. σε μία παναραβική μεταβατική διοίκηση του θύλακα.
Τη γερμανική προσήλωση στη λύση των «δύο κρατών» εξέφρασε η Γερμανίδα υπ. Εξωτερικών και στην Ιορδανία . Ωστόσο, εκτός από τη σημαντική αύξηση της γερμανικής οικονομικής βοήθειας προς τη συγκεκριμένη χώρα, ενδιαφέρουσα υπήρξε η επισήμανση του Ιορδανού ομολόγου της, Άιμαν Σάφαντι, ότι «κατανοεί τις ιστορικές δεσμεύσεις του Βερολίνου έναντι του ισραηλινού κράτους», πλην όμως το Βερολίνο οφείλει να διαχωρίσει την θέση του έναντι της συγκεκριμένης ισραηλινής κυβέρνησης, η οποία, ειδικά αφότου άρχισε ακόμη ο πόλεμος, αντιτίθεται περισσότερο στην ιδέα των δύο κρατών.
Ακριβώς στο ίδιο πλαίσιο κινήθηκαν οι επαφές στην Παλαιστινιακή Αρχή, με τον τεχνοκράτη Πρωθυπουργό και ομόλογο της Μοχάμαντ Μουστάφα, ο οποίος τόνισε την ανάγκη συνέχειας της γερμανικής οικονομικής παρουσίας, που θα συνοδεύεται από την ένωση του αιτήματος της Ραμάλας να ανακτήσει τον πολιτικό έλεγχο στη Γάζα της. «επόμενης μέρας».
Πραγματικότητες των τετελεσμένων
Αντιθέτως, στο Ισραήλ οι συναντήσεις της Αν. Μπέρμποκ με τον Ισραηλινό ομόλογο της Ισραήλ Κατς και τον Υπουργό Άμυνας Γιάβ Γκάλαντ δεν έτυχαν ιδιαίτερης δημοσιογραφικής κάλυψης – και ίσως όχι τυχαία. Κατά την τρέχουσα ισραηλινή θεώρηση, τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Δύση γενικότερα – συμπεριλαμβανομένης και της Γερμανίας – δεν εμπέδωσαν ότι οι μεταβολές επί του εδάφους στη Γάζα ή όσες σημειώθηκαν μετέπειτα στο μέτωπο του Λιβάνου, που έχουν μόνο χαρακτήρα.
Κατά την ίδια θεώρηση, ο διαχωρισμός μεταξύ «βόρειας» και «νότιας» Γάζας αποτελεί τετελεσμένο του περασμένου Μαρτίου. Η de facto «νεκρή ζώνη» μεταξύ βόρειας Γάζας και Ισραήλ συντελέστηκε τον περσινό Δεκέμβριο. Ο έλεγχος επί του «Άξονα Φιλαδέλφειας» κατέστη κύριο ζητούμενο, ενώ κάθε συζήτηση για την προοπτική της «λύσης των δύο κρατών» εκλαμβάνεται ως «επιβράβευση της τρομοκρατίας».
Η τακτική παροχή μίας «συμπληρωματικής δυτικής διαμεσολάβησης» με ταυτόχρονη κάλυψη οικονομικών αναγκών με την προοπτική της ενίσχυσης μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης για τη θεμελίωση μίας νέας αρχιτεκτονικής ασφαλείας στη Μέση Ανατολή , επικαιροποιεί σημαντικά την εξωτερική πολιτική του Βερολίνου. Οι τρέχουσες ευαίσθητες συγκυρίες σε συνδυασμό με τη ρευστότητα των ΗΠΑ των διαμεσολαβητικών προσπαθειών των Αιγύπτου Κατάρ , δεν συνεκτιμώνται από τα γερμανικά κέντρα λήψεως ωστόσο, ενόψει επικείμενων περαιτέρω πρωτοβουλιών.
Πηγή: dw.com