Στις 9 Ιουλίου 1943 ξεκίνησαν οι αλεξιπτωτιστές για να πέσουν σε στρατηγικά σημεία στην ενδοχώρα της Σικελίας, κοντά στις ακτές αποβάσεως, στις οποίες οι συμμαχικές δυνάμεις αποβιβάστηκαν στις 10 Ιουλίου. Η επιχείρηση με την κωδική ονομασία «Χάσκυ», η πρώτη προσπάθεια των Συμμάχων να θέσουν πόδα στην ηπειρωτική Ευρώπη, εξορμώντας από τη Βόρειο Αφρική, ήταν πλέον γεγονός.
Η Σικελία τέθηκε υπό τον απόλυτο Συμμαχικό έλεγχο στις 17 Αυγούστου 1943, πετυχαίνοντας όλους τους αντικειμενικούς σκοπούς που είχαν αρχικώς τεθεί. Την κατάληψη των επτά σημαντικών λιμανιών του νησιού, των 30 (!) αεροδρομίων που υπήρχαν σε αυτό, τη δημιουργία μιας σημαντικότατης βάσεως για την υποστήριξη των δυνάμεων για το επόμενο βήμα, την απόβαση στην ιταλική χερσόνησο, την ουσιαστική απελευθέρωση της ναυσιπλοΐας στη Μεσόγειο, ενώ σε πολιτικό επίπεδο οδήγησε στην πτώση του από το 1922 Ιταλού δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι.
Της «Επιχειρήσεως Χάσκυ» όμως προηγήθηκε από πλευράς των Βρετανών η παραπλανητική «Επιχείρηση Κιμάς», που τη σχεδίασε και υλοποίησε ο Κλάδος της Αντικατασκοπίας ΜΙ5, και απέβλεπε στην παραπλάνηση των Γερμανών και των Ιταλών, ως προς το σημείο που οι Σύμμαχοι θα διενεργούσαν την την αποβατική τους ενέργεια. Στο πλαίσιο αυτό λοιπόν οι Γερμανοί πείσθηκαν ότι μικρή, παραπλανητική, απόβαση θα πραγματοποιείτο στη Σαρδηνία, ενώ η κύρια αποβατική συμμαχική ενέργεια θα πραγματοποιείτο στην Ελλάδα, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα ο Χίτλερ να δώσει εντολή να φύγουν από το ρωσικό μέτωπο δύο τεθωρακισμένες μεραρχίες «πάντζερ», που κατευθύνθηκαν στη Δυτική Ελλάδα, καθώς θεωρήθηκε ότι η Πελοπόννησος θα ήταν το μέρος που θα αποβιβάζονταν οι Σύμμαχοι, σύμφωνα με τις ψευδείς πληροφορίες της «Επιχειρήσεως Κιμάς». .
Επικεφαλής της «Επιχειρήσεως Χάσκυ» τοποθετήθηκε ο Αμερικανός Στρατηγός Ντουάίτ Αϊζενχάουερ, ενώ στη 15η Ομάδα Στρατιών του Βρετανού Στρατηγού Χάρονλτ Αλεξάντερ, υπήχθησαν τόσο η 7η Αμερικανική Στρατιά του Αντιστρατήγου Τζωρτζ Πάττον, όσο και η 8η Βρετανική Στρατιά του Αντιστρατήγου Σερ Μπέρναρντ Μοντγκόμερυ.
Συμφώνως με το τελικό σχέδιο, οκτώ μεραρχίες θα αποβιβάζονταν σε μέτωπο 160 περίπου χιλιομέτρων στη Νοτιοδυτική Σικελία, ενώ δύο αερομεταφερόμενες μεραρχίες θα έπεφταν με αλεξίπτωτα σε στρατηγικά σημεία στα μετόπισθεν των δυνάμεων του Άξονος.
Η 8η Βρετανική Στρατιά θα παρείχε τις τέσσερις από τις οκτώ μεραρχίες, καθώς και μια ανεξάρτητη ταξιαρχία και μια μονάδα κομάντος, που θα επιχειρούσαν επί μετώπου ακτής μήκους περίπου 50 χιλιομέτρων από τη χερσόνησο Πακίνο προς τα βόρεια ως λίγο νοτιότερα από το λιμάνι των Συρακουσών. Στρατεύματα μεταφερόμενα με ανεμόπτερα θα ενίσχυαν τις αποβατικές δυνάμεις στην κατάληψη της πόλης και του λιμένα της.
Προς τα δυτικά του νησιού θα επιχειρούσε η 7η Αμερικανική Στρατιά, που θα αποβίβαζε τρεις μεραρχίες σε ένα ακόμη ευρύτερο μέτωπο, στον κόλπο της Γέλας. Ως προελέχθη η κυρίως αποβατική ενέργεια των Συμμάχων θα υποστηριζόταν από τον κάθετο ελιγμό των δύο μεραρχιών αλεξιπτωτιστών. Η 82η Αερομεταφερόμενη Μεραρχία (Αλεξιπτωτιστών) του Αμερικανικού Στρατού και η 1η Αερομεταφερόμενη Μεραρχία (Αλεξιπτωτιστών) του Βρετανικού Στρατού θα έπεφταν το βράδυ της 9ης Ιουλίου στο εσωτερικό του νησιού.
Επίσης στην απόβαση θα συμμετείχε, σε δεύτερο χρόνο, η 1η Καναδική Μεραρχία Πεζικού και η 1η Καναδική Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία με άρματα μάχης, αλλά λόγω του απειροπόλεμου των στρατιωτών της και της αδυναμίας γρήγορου εγκλιματισμού τους στο Μεσογειακό καλοκαίρι, κυρίως όμως λόγω της σοβαρής ελλείψεως μεταφορικών της μέσων, η καναδική συμμετοχή στην επιχείρηση καθυστέρησε κατά μερικές μέρες μετά την απόβαση, ώστε οι άνδρες να αναπαυθούν. Μετά την απόβαση η 8η Στρατιά θα κατευθυνόταν Βόρεια με τελικό αντικειμενικό σκοπό την κατάληψη της Μεσσήνης και των ομώνυμων στενών της, γεγονός που θα απέκλειε τις δυνάμεις του Άξονος στο νησί, αποτρέποντάς τις από το να διαφύγουν στην ηπειρωτική Ιταλία, μέσω των μικρού πλάτους στενών της Μεσσήνης.
Αρχικός αντικειμενικός στόχος της 7ης Στρατιάς ήταν η κατάληψη μερικών αεροδρομίων μεταξύ Λικάτα και Κομίζο, προώθηση προς τα ανατολικά, σε μια θέση περίπου 30 χλμ. από την ακτή («Κίτρινη Γραμμή»), από όπου μπορούσε να ελέγχει τους ορεινούς όγκους που ήταν πάνω από τις αμερικανικές ακτές αποβάσεως, ενώ ταυτόχρονα θα προστάτευε τα Δυτικά πλευρά της προς Βορρά Βρετανικής προελάσεως. Αυτό ήταν το αρχικό σχέδιο ενεργείας, τουλάχιστον για τις πρώτες μέρες τις επιχειρήσεως, και αμέσως όλα τα αεροδρόμια του νησιού τέθηκαν κάτω από το ανηλεές σφυροκόπημα της Αμερικανικής και Βρετανικής Αεροπορίας. Ενδεικτικό της σφοδρότητος αυτής ήταν το γεγονός ότι στις 10 Ιουλίου που ήταν προγραμματισμένη η από θαλάσσης συμμαχική απόβαση στη Σικελία, μόνο δύο αεροδρόμια ήταν ακόμα επιχειρησιακά, ενώ τα περισσότερα αεροσκάφη του Άξονα έχουν εγκαταλείψει το νησί, μετασταθμεύοντας σε αεροδρόμια της ιταλικής χερσονήσου!
Από πλευράς των δυνάμεων του Άξονος, την άμυνα του νησιού είχε αναλάβει ο Ιταλός Στρατηγός Αλφρέντο Γκουτσόνι, ο οποίος είχε υπό τις διαταγές του περίπου 250.000-300.000 Ιταλούς και 30.000 Γερμανούς. Οι παράκτιες δυνάμεις του ανέρχονταν σε έξι μεραρχίες, που κάλυπταν «μέτωπο ακτών» περίπου 100 χιλιομέτρων, «άθλια εξοπλισμένες». Στο εσωτερικό του νησιού είχε τάξει άλλες τέσσερις μεραρχίες αμέσου επεμβάσεως, για τη διενέργεια αντεπιθέσεως για την εξάλειψη των προγεφυρωμάτων. Οι μόνες «τεθωρακισμένες δυνάμεις» των τεσσάρων αυτών μεραρχιών αμέσου επεμβάσεως ήταν μερικά παλαιά γαλλικά άρματα μάχης, λάφυρα των Γερμανών από το 1940, που τα είχαν παραχωρήσει στους Ιταλούς (Μεραρχία «Λιβόρνο»).
Από την πλευρά τους οι Γερμανοί διέθεταν τρεις Μεραρχίες, από τις οποίες η μεν 60η Πάντζερ διαθέτει μόνο 46 ελαφρά άρματα, ενώ η Μεραρχία Πάντζερ «Χέρμα;ν Γκαίρινγκ» της …Λουφτβάφφε 90 άρματα μάχης, από τα οποία όμως μόνο 17 σύγχρονου τύπου Tiger με πυροβόλο των 88mm, ενώ διαθέτει μόνο 2 τάγματα πεζικού για την υποστήριξη των αρμάτων, που ουσιαστικώς είναι απροστάτευτα, ενώ υπήρχε και η 15η Μεραρχία Μηχανοκίνητου Πεζικού (Πάντζερ Γρεναδιέρων) στα δυτικά του νησιού.
Στο σημείο αυτό να σημειωθεί ότι ο Ιταλός Διοικητής δεν είχε καμία εξουσία επί των γερμανικών δυνάμεων, που λάμβαναν διαταγές απευθείας από τον Πτέραρχο Άλμπερτ Κέσσερλινγκ, στον οποίο έχει ανατεθεί από τον Χίτλερ η άμυνα ολοκλήρου της Ιταλίας.
Στις 9 Ιουλίου 1943, λίγα λεπτά μετά τα μεσάνυκτα, άρχισαν να πέφτουν οι πρώτοι αλεξιπτωτιστές. Οι αμερικανικές δυνάμεις περιλάμβαναν το 505ο Σύνταγμα της 82ης Α/Μ Μεραρχίας, που έπεσε στα ανατολικά του Πόντε Ολίβο 8 χλμ. από την ακτή της Γέλας, αλλά λόγω της απειρίας και της κακής συνεννοήσεως ένα συμμαχικό σκάφος αρχίζει να βάλει κατά του σχηματισμού των μεταφορικών αεροσκαφών, γεγονός που προκάλεσε εσφαλμένο συναγερμό των συμμαχικών πλοίων που άρχισαν να βάλλουν μανιωδώς εναντίον των συμμαχικών μεταφορικών αεροσκαφών, με αποτέλεσμα να προκαλέσουν την κατάρριψη πολλών φίλιων αεροσκαφών και την απομάκρυνση των αλεξιπτωτιστών που επρόκειτο να πέσουν από τα πεδία προσεδαφίσεώς τους, που έτσι έπεσαν πολύ μακριά από τις προκαθορισμένες ζώνες πτώσεως! Συνολικώς 23 μεταφορικά αεροσκάφη, από τα 144 μεταφορικά που μετέφεραν αλεξιπτωτιστές καταρρίφθηκαν ενώ οι αλεξιπτωτιστές είχαν 318 νεκρούς και τραυματίες από τα φίλια πυρά.
Αντίθετα, οι Βρετανοί έρριψαν τους ανιχνευτές του 21ου Ανεξάρτητου Λόχου Αλεξιπτωτιστών για να σημαδέψουν τη γέφυρα "Ponte Grande" του ποταμού Ανάπε νοτίως των Συρακουσών, μία διμοιρία του οποίου κράτησε με πείσμα τη στρατηγικής σημασίας γέφυρα, έναντι όλων των αντεπιθέσεων των δυνάμεων του Άξονος, ωστόσο η μάχη ακούστηκε μέχρι το στρατόπεδο του Ιταλικού 75ου Συντάγματος Πεζικού της Μεραρχίας «Νάπολι» που έφτασε γρήγορα στην περιοχή ενισχυμένο με πυροβολικό, αναγκάζοντας έτσι το Βρετανικό λόχο να παραδοθεί λίγη ώρα πριν την άφιξη της 5ης Βρετανικής Μεραρχίας Πεζικού που είχε αποβιβαστεί στην ακτή 11 χλμ. νοτιότερα.
Η Βρετανική 1η Α/Μ Ταξιαρχία θα έφτανε στο έδαφος χρησιμοποιώντας ανεμόπτερα τύπου “Horsa” σε άλλες ζώνες του εσωτερικού. Όμως οι ισχυρότατοι άνεμοι, ταχύτητος 70 χλμ/ώρα εξέτρεψαν τα ανεμόπτερα από την πορεία τους, με αποτέλεσμα 12 από τα 147 ανεμόπτερα να προσγειωθούν στις ζώνες – στόχους, ενώ άλλα 69 κατέπεσαν στη θάλασσα, ενώ και οι Αμερικανοί αλεξιπτωτιστές διεσπάρησαν μεταξύ Γέλας και Συρακουσών. Στη συνέχεια για να συγκεντρωθούν χρειάστηκαν τέσσερις μέρες μετά την απόβαση, ωστόσο οι αλεξιπτωτιστές έστω και σε μικρές ομάδες επέφεραν σύγχυση στα μετόπισθεν των Ιταλογερμανών.
Το βράδυ 9/10 Ιουνίου 1943, ο Συμμαχικός στόλος προσέγγισε τις 26 συνολικώς ακτές αποβάσεως με αντίξοες καιρικές συνθήκες, ισχυρούς ανέμους και ταραγμένη θάλασσα. Οι Αμερικανοί Δυτικά, οι Βρετανοί Ανατολικά, σε συνολικό μέτωπο ακτών 170 χιλιομέτρων! Ορισμένες από τις μονάδες συνάντησαν ισχυρή αντίσταση, άλλες σχεδόν καμία. Σε λιγότερες από δύο ημέρες, η 15η Ομάδα Στρατιών έχει καταφέρει να αποβιβάσει 80.000 άνδρες, 7.000 οχήματα, 300 άρματα και 900 πυροβόλα, μαζί με επαρκείς ποσότητες εφοδίων για τη συντήρηση ανδρών και οπλισμού.
Στις 11 Ιουλίου επεμβαίνουν, καθυστερημένα λόγω του δύσβατου της περιοχής, οι Γερμανοί, ενώ εμφανίζονται και τα πρώτα πανίσχυρα άρματα «Τίγρης», που προκαλούν πανικό στους επιτιθέμενους Αμερικανούς, καθώς αυτοί δεν διαθέτουν τα μέσα για να τα αντιμετωπίσουν. Κάποιες μικρές ομάδες ξαναμπαίνουν στα αποβατικά, έτοιμες να εγκαταλείψουν τη μάχη. Την κατάσταση σώζει το πυροβολικό του καταδρομικού USS “Savannah”, που αρχίζει να βάλει εναντίον των αρμάτων. Το μιμούνται σύντομα το καταδρομικό USS “Boise” και τα αντιτορπιλικά USS “Jeffers”, USS “Butler”, USS “Glennon”, τα οποία με τις εύστοχες βολές τους κατέστρεψαν περίπου 10 άρματα Tiger, προκαλώντας την ταχεία αποχώρηση των υπόλοιπων. Σχεδόν ταυτόχρονα διαλύεται και η πρωινή ομίχλη, η οποία παρεμπόδιζε τις πτήσεις των συμμαχικών αεροσκαφών. Ύστερα από αυτή την αποτυχία, οι γερμανικές δυνάμεις αποσύρονται στο εσωτερικό του νησιού. (wikipidia.org).
Το πρώτο κρίσιμο βήμα για την επιτυχία της αποβάσεως στη Σικελία είχε γίνει. Πλέον όλα τα υπόλοιπα – ως τα μέσα Αυγούστου – ήταν απλώς θέμα χρόνου.
Στις 17 Αυγούστου 1943, ο Πάττον εισήλθε στη Μεσσήνη αλλά είναι πλέον αργά καθώς 40.000 Γερμανοί και 62.000 Ιταλοί στρατιώτες με τον εξοπλισμό τους είχαν καταφέρει και πέρασαν στην ιταλική χερσόνησο, στην περιοχή της Καλαβρίας, με μικρές απώλειες, γεγονός που αποτέλεσε μία πολύ σημαντική παρενέργεια σε βάρος των Συμμάχων, καθώς τις δυνάμεις αυτές τις βρήκαν σε σύντομο διάστημα ξανά απέναντί τους σε άλλα μέτωπα της Ιταλίας.