Στις 28 Δεκεμβρίου 1909, ο Κρητικός δικηγόρος και πολιτευτής στα Χανιά Ελευθέριος Βενιζέλος αποβιβάζεται από το πλοίο της γραμμής στον Πειραιά και κατευθύνεται στην Αθήνα, μετά από πρόσκληση του «Στρατιωτικού Συνδέσμου» και του ηγέτη του Συνταγματάρχη (ΠΒ) Νικόλαου Ζορμπά, που από την Επανάσταση στο Γουδί, το βράδυ 14 προς 15 Αυγούστου 1909, και μετά, είχε αναλάβει αναιμάκτως τα ηνία της Ελλάδος, ξεκινώντας έτσι μία νέα εποχή για την πατρίδα και το Έθνος.
Όπως πολύ εύστοχα έχει λεχθεί «Ο Νικόλαος Ζορμπάς ήταν ο άνθρωπος που ανέβασε την Ελλάδα στο τρένο για τον 20ό αιώνα. Χρειαζόταν, όμως, κι ένας μηχανοδηγός που θα οδηγούσε αυτό το τρένο. Βρέθηκε στο πρόσωπο του Ελευθέριου Βενιζέλου» (Protagon.gr)
Το 1905, ο Κρητικός δικηγόρος και πολιτικός, έχει ηγηθεί της Επαναστάσεως του Θερίσου, χωριού στα Χανιά, με την οποία οι Κρητικοί εναντιώνονται στον Ύπατο Αρμοστή τη Κρήτης Πρίγκιπα Γεώργιο, ζητώντας την ένωση του νησιού με την Ελλάδα καθώς και περισσότερες ελευθερίες.
Ο Συνταγματάρχης Ζορμπάς στέλνει στην Κρήτη, η οποία τότε ακόμα δεν είχε ενωθεί επισήμως με το ελληνικό κράτος, ως απεσταλμένο του, τον Λοχαγό Κονταράτο, ο οποίος μετέφερε προς τον Ελευθέριο Βενιζέλο σχετική πρόσκληση, υπό μορφή απορρήτου επιστολής, όπου του ζητούσαν να αναλάβει την αποστολή συμφιλιώσεως της Επαναστάσεως με τα ελληνικά κόμματα και επίσης, αν απαιτείτο να τεθεί επικεφαλής του ανορθωτικού αγώνα της πατρίδος.
Ο Βενιζέλος, δικηγόρος ων και πολιτευτής, ήταν πολύ προσεκτικός στην απάντησή του: «Ως τίθεται προ εμού το ζήτημα εν τη επιστολή ταύτη, αρνητική κατ’ αρχήν απάντησις εκ μέρους μου δεν είναι επιτετραμμένη. Αλλά δεν δύναμαι εξ άλλου ουδέ κατ’ αρχήν να δηλώσω ότι είμαι έτοιμος να αναλάβω την αρχήν, εφ’ όσον εγγυτέρα μελέτη της καταστάσεως δεν με πείσει ότι το συμφέρον του έθνους μοι επιβάλλει τούτο ως επιτακτικόν καθήκον…».
Η όλη κίνηση της αποστολής του Λοχαγού Κονταράτου στην Κρήτη, η επιστολή που κόμιζε προς τον Βενιζέλο ήταν μυστική, εντούτοις γρήγορα έπαψε να είναι και το θέμα διέρρευσε και έγινε γνωστό.
Στις 28 Δεκεμβρίου 1909, ο Βενιζέλος έφτασε ατμοπλοϊκώς στο λιμάνι του Πειραιά, όπου στην κλίμακα του οποίου βρήκε τους δημοσιογράφους να τον περιμένουν για δηλώσεις, καθώς γενική ήταν η εντύπωση ότι ο «Στρατιωτικός Σύνδεσμος» θα τον επέβαλλε ως πρωθυπουργό της χώρας με τη δύναμη των όπλων και «Επαναστατικώ Δικαίω» (δοτικές)!
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος τους αιφνιδίασε όλους.
Στην Επαναστατική Επιτροπή του «Στρατιωτικού Συνδέσμου» τόνισε ότι:
Πρώτο, θα αποτελούσε μεγάλο λάθος να βρεθούν αντιμέτωποι με τα υπάρχοντα τότε πολιτικά κόμματα και όχι με τον ανεύθυνο ρυθμιστή του πολιτεύματος (τον βασιλιά).
Δεύτερο, ήταν επίσης λάθος ότι δεν επέβαλαν για ένα χρόνο δικτατορία και προσπαθούσαν να περάσουν την αλλαγή μέσω κομματικού μηχανισμού.
Τρίτο, θα ήταν νέο λάθος, αν ο ίδιος γινόταν πρωθυπουργός.
Αντ’ αυτού προσφέρθηκε να αναλάβει σύμβουλός τους και μεσολαβητής στα κόμματα για την επιστροφή στην ομαλότητα, υποδεικνύοντας μάλιστα τον Στέφανο Δραγούμη ως πρωθυπουργό για το διάστημα μέχρι τη διενέργεια εκλογών για αναθεωρητική Βουλή.
Στις 10 Αυγούστου 1910, έγιναν οι προαναφερθείσες εκλογές, στις οποίος ο ίδιος ο Βενιζέλος εκλέχτηκε ανεξάρτητος βουλευτής Αττικοβοιωτίας με 32.765 ψήφους, επί συνόλου 38.000 ψηφισάντων. Επίσης, για πρώτη και τελευταία φορά στα εκλογικά χρονικά, εκλέχτηκαν άλλοι 164 ανεξάρτητοι βουλευτές, ενώ όλα μαζί τα κόμματα εξέλεξαν 200 βουλευτές.
Τότε, η εφημερίδα «Πατρίς» σχολίασε ότι «Μία επανάστασις συνετελέσθη, όχι του στρατού πλέον αλλά του λαού. Του κυριάρχου. Επανάστασις ειρηνική. (…) Ο Βενιζέλος, τι εκπροσωπεί; Ο Βενιζέλος είναι σύμβολον, είναι μία ιδέα. Ο αντικομματισμός είναι η ελπίς της Αναγεννήσεως», δίνοντας έτσι το στίγμα της στιγμής αλλά και της συγκεκριμένης περιόδου.
Όταν έγιναν γνωστά τα εκλογικά αποτελέσματα ο Βενιζέλος είχε πάει στην Ελβετία, όπου και έμαθε τον εκλογικό του θρίαμβο. Να θυμίσουμε τότε ότι τα αποτελέσματα των εκλογών δεν μαθαίνονταν αυθημερόν, όπως σήμερα.
Έτσι λοιπόν, από Ελβετία αναχώρησε για την Κρήτη, όπου παραιτήθηκε από τα εκεί αξιώματά του και από αρχηγός του κόμματός του.
Στις 5 Σεπτεμβρίου 1910, το πλοίο που τον μετέφερε από την Κρήτη κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιώς , όπου του επιφυλάχθηκε θριαμβευτική υποδοχή.
Λίγο αργότερα, στην πλατεία Συντάγματος, του ζητήθηκε από τον κόσμο να εκφωνήσει πολιτικό λόγο, όπερ και εγένετο.
«Δεν έρχομαι ενταύθα ως αρχηγός νέου και εσχηματισμένου κόμματος. Έρχομαι απλώς σημαιοφόρος νέων πολιτικών ιδεών και υπό την σημαίαν ταύτην καλώ πάντας εκείνους, οίτινες συμμερίζονται τας ιδέας ταύτας, εμπνέονται από το ιερόν πάθος ν’ αφιερώσωσι πάσας τας δυνάμεις της ψυχής και του σώματος, να συντελέσωσι εις την επιτυχίαν των ιδεών τούτων», τόνισε μεταξύ άλλων.
Ο έμπειρος και μετριοπαθής Βασιλεύς Γεώργιος Α’ του ανάθεσε την εντολή σχηματισμού κυβερνήσεως, αν και, τυπικώς, ο Βενιζέλος διέθετε μόνο τη δική του βουλευτική έδρα.
Στις 6 Οκτωβρίου 1910, ορκίστηκε η πρώτη κυβέρνησή του αποτελούμενη, από δυναμικά και μετριοπαθή άτομα, που όλα τους εκλέγονταν για πρώτη φορά και αποτελούσαν έτσι το «νέο αίμα» στην πολιτική σκηνή της χώρας.
Στις 12 Οκτωβρίου 1910, δημοσιεύτηκε το διάταγμα διαλύσεως της Α’ Αναθεωρητικής Βουλής και της προκηρύξεως εκλογών για την ανάδειξη της Β’ Αναθεωρητικής Βουλής.
Στις 28 Νοεμβρίου 1910 έγιναν και οι εκλογές αυτές, στις οποίες το κ΄πομμα των Φιλελευθέρων, που στο μεταξύ είχε ιδρύσει ο Ελ.Βενιζέλος, κατήγαγε συντριπτική νίκη, εκλέγοντας 307, επί συνόλου 362 εδρών, ενώ τα παλιά κόμματα είχαν κηρύξει αποχή που δεν πέρασε στα στρώματα των ψηφοφόρων.
Η άφιξη του Βενιζέλου στην Αθήνα, στις 28 Δεκεμβρίου 1909, αποτέλεσε το πρώτο, αλλά κρίσιμο και καθοριστικής σημασίας, βήμα της μετέπειτα μεγάλης πολιτικής του διαδρομής. Ο ίδιος, τα επόμενα χρόνια, δεν θα διστάσει να οδηγήσει μια ολόκληρη χώρα, που διψούσε για εθνική ολοκλήρωση αλλά και για δημιουργία νέων, ευνοϊκών οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών, στην επίτευξη των στόχων της. Όχι ασφαλώς όλων, αλλά των περισσοτέρων.
Άλλωστε, για όλους τους δημόσιους ταγούς, η Ιστορία είναι ο υπέρτατος κριτής, που εξετάζει τα υπέρ και τα κατά του καθενός.