H ανακοίνωση ενός μεγάλου πακέτου φορολογικών μειώσεων στην Μ. Βρετανία μετά από 10ετίες, είναι μια οικονομική πολιτική η οποία έχει μεν κοινωνικό πρόσημο καθώς στόχος είναι η ελάφρυνση των πολιτών από τα φορολογικά βάρη και η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος τους για αντιμετώπιση των συνεπειών της ενεργειακής κρίσης, αλλά με βραχυχρόνιο αποτέλεσμα.
Οι φορολογικές μειώσεις συνεπάγονται αύξηση της ζήτησης για αγαθά σε μια περίοδο όπου η παραγωγική βάση της χώρας είναι μειωμένη από χρόνια, η κατανάλωση εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από εισαγωγές και υπάρχουν προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Το πρόβλημα που προκύπτει από τις αποφάσεις της Βρετανικής Κυβέρνησης, είναι ότι θέλει να εφαρμόσει μια δημοσιονομική πολιτική ασύμβατη με την νομισματική πολιτική.
Για μια χώρα ειδικά όπως η Μ. Βρετανία η οποία έχει χάσει εδώ και χρόνια την παραγωγική δυναμική της, η μείωση φόρων σε μια περίοδο έντονων πληθωριστικών πιέσεων εγείρει φόβους τροφοδότησης του πληθωρισμού, παράλληλα με ελλείμματα στον προϋπολογισμό.
Η βρετανική οικονομία το β’ τρίμηνο 2022 υποχώρησε κατά 0,1% , μετά από αύξηση 0,8% το προηγούμενο τρίμηνο, σύμφωνα με την πρώτη εκτίμηση της Στατιστικής Υπηρεσίας της χώρας. Σύμφωνα με την Πρεσβεία της Ελλάδος στο Λονδίνο, η παραγωγή αυξήθηκε μεν κατά 0,5%, με χαμηλότερο όμως ρυθμό από το 1,3% του προηγούμενου τριμήνου και πάντως υπολείπεται κατά 1,2% του προ πανδημίας επιπέδου.
Στην έκθεσή της για τη Νομισματική Πολιτική, η Τράπεζα της Αγγλίας αναθεώρησε προς τα κάτω την πρόβλεψή της για την πορεία του ΑΕΠ, και πλέον αναμένει ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα περιέλθει σε ύφεση από το τέταρτο τρίμηνο φέτος. Εκτιμά ότι το έτος θα κλείσει με ανάπτυξη 3,5% πριν η οικονομία περάσει σε αρνητική επίδοση -1,5% το 2023 και -0,25% το 2024.
Προτροπή προς την κυβέρνηση της Liz Truss να επανεξετάσει τις φορολογικές μειώσεις που ανακοίνωσε, στέλνει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Παράλληλα ο οίκος Moody's εκφράζει ανησυχίες για πιθανό δημοσιονομικό εκτροχιασμό της Μεγάλης Βρετανίας και πολλοί επενδυτές όπως ο Ray Dalio θεωρούν ότι η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου «λειτουργεί σαν κυβέρνηση μιας αναδυόμενης χώρας».
Είναι εμφανές ότι ο οικονομικός κόσμος έχει διχαστεί για το ποιο είναι το σωστό μίγμα πολιτικής ενάντια σε αυτή την κρίση, όχι μόνο στην περίπτωση της Μεγάλης Βρετανίας αλλά και σε άλλες περιπτώσεις.
Επιπλέον, ως μια χώρα η οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από εισαγωγές, διατρέχει τον κίνδυνο να γίνονται οι εισαγωγές όλο και πιο ακριβές. Γι’ αυτό και είδαμε τις αγορές να αντιδρούν σ’ αυτό το φορολογικό πακέτο, με την στερλίνα να κατρακυλά και να επανέρχεται ελαφρώς μετά τις ανακοινώσεις ότι η τράπεζα της Αγγλίας είναι διατεθειμένη να κάνει ότι χρειαστεί για να συγκρατήσει τις τιμές, δηλαδή να προβεί σε μια αύξηση επιτοκίων.
Μπορεί η Μεγάλη Βρετανία να μην είναι πλέον στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ωστόσο τυχόν προβλήματα στην οικονομίας της μπορούν να επηρεάσουν και την Ελληνική οικονομία, ειδικότερα στον τομέα του τουρισμού. Η Ελλάδα είναι παραδοσιακά από τους δημοφιλέστερους προορισμούς των Βρετανών τουριστών. Αν η στερλίνα συνεχίσει να αποδυναμώνεται, η τουριστική κίνηση και η δαπάνη των Βρετανών θα είναι μειωμένη του χρόνου συγκριτικά με τα προηγούμενα έτη.
*Η Δάφνη Γρηγοριάδη είναι Οικονομική Αναλύτρια.