Ο Όλαφ Σολτς ήθελε να γίνει ο «καγκελάριος του κλίματος», του κοινωνικού κράτους, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, έστω και ο καγκελάριος της ανάκαμψης μετά την πανδημία. Σίγουρα πάντως δεν ήθελε να γίνει και αυτός - μετά την Άγγελα Μέρκελ - καγκελάριος των κρίσεων και ακόμη λιγότερο του πολέμου, της ενεργειακής κρίσης, του πληθωρισμού και των - ακόμη και προσωπικών - σκανδάλων.
«Ο Όλαφ Σολτς θεωρεί ότι είναι μεγαλοφυία. Αλλά δεν είναι. Δεν είναι κακός, αλλά δεν είναι και μεγαλοφυία. Τον βλέπεις, αλλά δεν φαίνεται. Τον ακούς, αλλά δεν καταλαβαίνεις τι λέει», έγραφε πριν από λίγες ημέρες ο Γκάμπορ Στάινγκαρντ στο έγκυρο newsletter του.
«Στη διερευνητική επιτροπή για το σκάνδαλο Cum-Ex, ο Όλαφ Σολτς δείχνει όλη την υπεροψία που διαθέτει - και είναι μεγάλη», σχολιάζει η Handelsblatt για την εμφάνιση του καγκελάριου ενώπιον της επιτροπής του κοινοβουλίου του Αμβούργου, η οποία διερευνά ενδεχόμενη πολιτική εμπλοκή στο σκάνδαλο φοροαποφυγής δισεκατομμυρίων της Warburg Bank, την εποχή που ο κ. Σολτς ήταν δήμαρχος/κυβερνήτης της χανσεατικής πόλης.
«Έχετε σκεφτεί μήπως πράγματι περνάτε προς τα έξω ως υπερόπτης;», ρώτησε τον καγκελάριο ευθέως η Τίνα Χάσελ του δημόσιου ARD. Τελευταία, δεν είναι λοιπόν μόνο οι επιδόσεις του Όλαφ Σολτς που βρίσκονται στο στόχαστρο, αλλά και ο χαρακτήρας του. Κι αυτό, σε μια χώρα όπως η Γερμανία, η οποία επί 16 χρόνια είχε για καγκελάριο μια ανατολικογερμανίδα χωρίς κανένα ενδιαφέρον για την επικοινωνιολογία, κάτι σημαίνει.
Πριν από έναν χρόνο, ελάχιστοι θα στοιχημάτιζαν ότι ο Όλαφ Σολτς, ο άνθρωπος που απέτυχε να κερδίσει την ηγεσία του κόμματός του (SPD), θα κέρδιζε τις εκλογές και θα γινόταν καγκελάριος. Κάποιοι βέβαια θα υποστήριζαν ότι οι Χριστιανοδημοκράτες (CDU), με ένα σερί καταστροφικών επιλογών και επικοινωνιακών αστοχιών, χάρισαν τη νίκη στον αντίπαλό τους, ο οποίος ωστόσο, στις διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβερνητικού συνασπισμού αποδείχθηκε εντυπωσιακά επιδέξιος στον συγκερασμό σχολών και απόψεων και δεινός ισορροπιστής, καταφέρνοντας τελικά να ηγηθεί της πρώτης τρικομματικής κυβέρνησης της Γερμανίας. Οι πιο… καχύποπτοι βέβαια έλεγαν τότε ότι η απόλυτη συγκολλητική ουσία δεν ήταν παρά η βούληση και των τριών να κυβερνήσουν.
Εννέα μήνες μετά, το SPD βρίσκεται στις δημοσκοπήσεις σταθερά κάτω από το 20%, πίσω από το CDU και τους Πράσινους και ο ίδιος ο κ. Σολτς μεταξύ 3ης και 4ης θέσης στην κατάταξη δημοτικότητας των πολιτικών. Η δυσαρέσκεια για τις επιδόσεις της κυβέρνησης φθάνει το 63% και ο επικεφαλής της δυσκολεύεται - όχι μόνο με δική του ευθύνη - να συντονίσει το κόμμα του, τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους (FDP) ενώπιον των τεράστιων προβλημάτων που ζητούν πιεστικά λύσεις.
Ο κ. Σολτς είχε κάθε λόγο να πιστεύει ότι θα ήταν πιο εύκολο. Ήταν υπουργός Οικονομικών τα προηγούμενα τέσσερα χρόνια. Γνώριζε ότι αναλάμβανε μια οικονομία ισχυρή, η οποία περίμενε το τέλος της πανδημίας για να πάρει και πάλι μπροστά, πουλώντας ξανά ακριβά το Made in Germany. Σχεδίαζε τη στροφή προς το πιο πράσινο και το πιο κοινωνικό και έβλεπε με αυτοπεποίθηση μπροστά, ακόμη και σε μια δεύτερη θητεία.
Η πραγματικότητα, ωστόσο, αποδεικνύεται πολύ πιο σκληρή και καθόλου ευαίσθητη απέναντι στο όραμα του πρώην μαρξιστή αρχηγού της νεολαίας του SPD. Με την εγκατάστασή του στην καγκελαρία, τον Δεκέμβριο του 2021, είχαν ήδη αρχίσει να διαφαίνονται τα προβλήματα πληθωρισμού και ενέργειας, αν και ο κ. Σολτς ήταν ακόμη μεταξύ των ηγετών που στοιχημάτιζαν ότι η Ρωσία δεν θα επιτεθεί στην Ουκρανία.
Όταν και αυτή η πεποίθηση κατέρρευσε, συμπαρέσυρε τον γερμανορωσικό αγωγό Nord Stream 2, που δεν λειτούργησε ποτέ και ασφαλώς τα όποια σχέδια ανάκαμψης. Οι συνέπειες του πολέμου αποδεικνύονται δυσβάσταχτες ακόμη και για την εύρωστη Γερμανία. Ο εγκληματικός βαθμός εξάρτησης της χώρας από τη ρωσική ενέργεια και η σαφής αφερεγγυότητα της Ρωσίας ως εμπορικού εταίρου, φέρνουν επανειλημμένα τον καγκελάριο και τον υπουργό Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ στη δυσάρεστη θέση να παραδεχτούν ότι «είναι αδύνατο να προβλεφθεί η κατάσταση για τους επόμενους μήνες».
Ο Όλαφ Σολτς δέχθηκε επί εβδομάδες κριτική ως υπερβολικά - έως και ύποπτα - διστακτικός στην στρατιωτική στήριξη της Ουκρανίας. «Κύριε καγκελάριε, θέλετε πράγματι να κερδίσουν οι Ουκρανοί τον πόλεμο;», έγραφε καθημερινά η BILD.
Τα πρώτα μέτρα ανακούφισης των πολιτών από την έκρηξη των τιμών, η έκπτωση φόρου στα καύσιμα και η εισαγωγή του ενιαίου εισιτηρίου των 9 ευρώ, έγιναν δεκτά με ικανοποίηση. Συγκράτησαν μάλιστα και τον πληθωρισμό. Τις τελευταίες εβδομάδες όμως, ενόψει του χειμώνα και ενώ η ανασφάλεια των πολιτών αυξάνεται δραματικά, ο καγκελάριος περιφέρει το «πακέτο 30 δισεκατομμυρίων» της κυβέρνησής του, χωρίς όμως να είναι σε θέση να περιγράψει τι ακριβώς θα περιλαμβάνει.
Καμία έκπληξη δεν αποτελεί το γεγονός ότι σε πρόσφατη δημοσκόπηση για το RTL, το 90% δήλωνε δυσαρεστημένο από τα μέτρα ελάφρυνσης. Ακόμη και από το στρατόπεδο του SPD ακούγεται πλέον καθημερινά κριτική για ανεπάρκεια των παροχών και για αποτυχία ανακούφισης των χαμηλότερων εισοδημάτων.
Αναμενόμενο, θα μπορούσε να πει κανείς, παρακολουθώντας την καθημερινή συμπεριφορά των τριών κομμάτων του συνασπισμού, στη γραμμή του Δελφικού χρησμού «ο σώζων εαυτόν σωθήτω». «Ενόψει της έλλειψης αερίου και του φόβου για σκληρό χειμώνα, δεν έχουν απομείνει πολλά από τη φιλική ενωτική ατμόσφαιρα των πρώτων ημερών του συνασπισμού. Αντιθέτως, μεταξύ των κεντρικών υπουργών κυριαρχεί ο αυτοέπαινος, η αυτοπροβολή. Το κύριο θέμα είναι να την βγάλει έστω κάπως καθαρή ο καθένας τους. Αυτό που έχει σημασία είναι το "εγώ"», γράφει το Spiegel που κυκλοφορεί με κεντρικό θέμα «Το πρόσωπο του πόνου: είναι ο (υπουργός Οικονομίας) Ρόμπερτ Χάμπεκ αυθεντικός ή φοράει μάσκα;».
Οι τελευταίες εβδομάδες υπήρξαν καταστροφικές. Ο υπουργός Εργασίας Χουμπέρτους Χάιλ (SPD) εισηγείται «χρήμα για το κλίμα», κάνοντας έξαλλο τον υπουργό Οικονομικών και αρχηγό του FDP, Κρίστιαν Λίντνερ, ο οποίος με τη σειρά του εξοργίζει τους Πράσινους με τις ιδέες του περί παράτασης της λειτουργίας των πυρηνικών εργοστασίων, αλλά και με την πρότασή του για ελαφρύνσεις των πλουσίων. Κατόπιν, διαφημίζει ότι θα δώσει μάχη προκειμένου η ΕΕ να επιτρέψει να εξαιρεθεί από τον ΦΠΑ το έκτακτο τέλος των 4,2 σεντ/kWh για το αέριο, όταν όλοι γνώριζαν ότι κάτι τέτοιο ήταν και νομικά αδύνατο. Την επομένη, ο αντιπρόεδρος του κ. Λίντνερ, Βόλφγκανγκ Κουμπίκι ζητά να λειτουργήσει τελικά ο Nord Stream 2, όπως ακριβώς πρότειναν ο Βλαντίμιρ Πούτιν και ο φίλος του, Γκέρχαρντ Σρέντερ. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δεν προλαβαίνει να διαψεύδει και ο καγκελάριος παρακολουθεί τον ιδιότυπο ανταγωνισμό προφίλ των εταίρων του.
Ο ίδιος ο Όλαφ Σολτς πέρασε μια μάλλον εφιαλτική εβδομάδα: ξεκίνησε με την ανακοίνωση της «εισφοράς φυσικού αερίου», η οποία προκάλεσε πανικό στους πολίτες και στη βιομηχανία. Συνέχισε με μια επιεικώς ατυχή εμφάνιση στη συνέντευξη Τύπου με τον πρόεδρο της Παλαιστινιακής Αρχής Μαχμούντ Αμπάς, όταν άφησε αναπάντητα τα σχόλια του επισκέπτη του περί «50 ολοκαυτωμάτων του Ισραήλ σε βάρος των Παλαιστινίων». «Σκάνδαλο αντισημιτισμού. Η καγκελαρία στο ναδίρ της», σχολίασε η BILD, παρά τις δημόσιες δηλώσεις ανάληψης ευθύνης του κυβερνητικού εκπροσώπου. Και κατέληξε με την παρουσία ενώπιον της διερευνητικής επιτροπής για το σκάνδαλο Cum-Ex.
Σύμφωνα με το Δίκτυο RND, ο καγκελάριος στις τρεις ώρες της κατάθεσής του χρησιμοποίησε πέντε - έξι παραλλαγές του «δεν θυμάμαι». Αν και είχε κληθεί ως μάρτυρας, για τους περισσότερους ήταν κατηγορούμενος. Η αντιπολίτευση ζήτησε την παραίτησή του, το πρώην στέλεχος της Αριστεράς Φάμπιο ντε Μάζι είπε ότι η Γερμανία δεν αντέχει έναν «καγκελάριο - Πινόκιο», ο πρόεδρος της διερευνητικής επιτροπής Ρίχαρντ Ζεελμέκερ (CDU) πρότεινε να υποβληθεί ο κ. Σολτς σε ύπνωση, μήπως και ανασυρθούν οι χαμένες μνήμες του… «Από την εποχή του Χέλμουτ Κολ και του σκανδάλου με τις δωρεές στο CDU, κανένας άλλος καγκελάριος δεν έχει κερδίσει τόσο πικάντικους τίτλους», σχολιάζει η αυστριακή εφημερίδα Kurier, επισημαίνοντας ακόμη ότι ο Κολ δεν ήταν πλέον στην εξουσία, ενώ ο κ. Σολτς δεν έχει συμπληρώσει ούτε δώδεκα μήνες.
Οι αδυναμίες του πολιτικού συστήματος προκαλούν αμηχανία στη γερμανική κοινωνία, η οποία έχει μάθει να περιμένει αποτελεσματικές λύσεις από τις ηγεσίες της. Η πίεση που δέχεται αυτήν την περίοδο ο Όλαφ Σολτς δεν έχει προηγούμενο - τουλάχιστον όχι στο πρόσφατο παρελθόν.
Το «Scholzomat» (λόγω της χωρίς εξάρσεις και συγκίνηση εκφοράς του λόγου) φαίνεται πάντως ότι αντέχει ακόμη. Πριν από λίγες ημέρες, ο καγκελάριος στάθηκε επί 50 λεπτά σε μια ανοιχτή πλατεία στο Νοϊρουπίν του Βρανδεμβούργου, για να απαντήσει σε ερωτήσεις πολιτών. Λίγα μέτρα πιο πέρα, διαδηλωτές της Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD) και της Αριστεράς, τον φώναζαν «ψεύτη» και «προδότη του λαού», δίνοντας μια πρόγευση από όσα πιθανότατα θα δούμε τους επόμενους μήνες, αν επιβεβαιωθούν τα χειρότερα σενάρια. Ο ίδιος, άλλωστε, χαρακτήρισε την ενεργειακή κρίση «εκρηκτική ύλη» για την κοινωνία.
Η εκδήλωση ολοκληρώθηκε κανονικά, σύμφωνα με το πρόγραμμα. Διότι ακριβώς αυτό είναι που περιμένουν οι Γερμανοί από τον καγκελάριό τους.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ