Πριν από δέκα μέρες στη Λαμία κτηνοτρόφος έσφαξε σχεδόν ολόκληρο το κοπάδι του καθώς δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στα έξοδα εκτροφής.
Στην Νάξο λόγω της μειωμένης παραγωγής γάλακτος λόγω κόστος εκτροφής υπάρχει κίνδυνος έλλειψης της παραδοσιακής γραβιέρας.
Στις περισσότερες περιοχές της χώρας η κατάσταση μοιάζει εφιαλτική σε τέτοιο βαθμό που ο Σύνδεσμος Ελληνικής Κτηνοτροφίας (ΣΕΚ) σε ανακοινωσή του υποστηρίζει πως «η κτηνοτροφία βρίσκεται στην κόψη του ξυραφιού, σε όλους τους τομείς».
Όπως επισημαίνει κάθε εβδομάδα πάνω από 600 παραγωγικές αγελάδες πηγαίνουν για σφαγή.
Παραγωγοί αιγοπροβατοτροφίας μειώνουν τα παραγωγικά ζώα για να μπορέσουν να κρατήσουν το υπόλοιπο κοπάδι. Τους πρώτους μήνες του 2022 η μείωση παραγωγής του γάλακτος και του κρέατος είναι σημαντική".
Και ενώ αυτά συμβαίνουν στην κτηνοτροφία η Ελλάδα, είναι μία από τις ελάχιστες χώρες της Ευρώπης η οποία δεν έχει προχωρήσει στην κατάρτιση των διαχειριστικών σχεδίων για τους βοσκότοπους που θα άλλαζαν τα δεδομένα για την κτηνοτροφία, αν και το θέμα είχε προχωρήσει με υπογραφή Βορίδη και σε συνεννόηση με τον τις Περιφέρειες.
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι οι κτηνοτρόφοι δεν γνωρίζουν ποιές βοσκήσιμες εκτάσεις θα είναι επιλέξιμες, ενώ καθυστερούν τα έργα υποδομής για την βελτίωση των βοσκοτόπων ,γεγονός που εμποδίζει τον ανασχεδιασμό της επόμενης μέρας για την κτηνοτροφία .
Σύμφωνα με τους παραγωγούς πολλά ερωτήματα γεννιούνται καθώς η χρηματοδότηση για το έργο της διαχείρισης είναι εξασφαλισμένη, αποδίδοντας την καθυστέρηση σε λόγους που δεν έχουν σχέση με γραφειοκρατία!
Σε παλαιότερο άρθρο του στην εφημερίδα "Υπαιθρος" ο κ.Βασίλειος Παπαναστάσης, ομότιμος καθηγητής Λιβαδοπονίας του ΑΠΘ επισημαίνει οτι οι βοσκότοποι ή βοσκήσιμες γαίες, όπως ονομάστηκαν με τον Ν. 4351/2015, αποτελούν πολύτιμες εκτάσεις για την κτηνοτροφία και το περιβάλλον. Κι αυτό γιατί εξασφαλίζουν φυσική βοσκήσιμη ύλη στα αγροτικά ζώα για τουλάχιστον έξι μήνες το έτος, ενώ προσφέρουν πολυάριθμες περιβαλλοντικές υπηρεσίες, όπως είναι η βιοποικιλότητα, η παραγωγή νερού, η παραγωγή μελιού, η συγκράτηση και προστασία των εδαφών από τη διάβρωση, η παροχή τροφής και ενδιαιτήματος στην άγρια πανίδα και η δέσμευση του άνθρακα, συμβάλλοντας έτσι σημαντικά στον μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.
Το μεγάλο πρόβλημα , σύμφωνα με τον κ. Παπαναστάση "τα τελευταία 20-30 έτη δεν εφαρμόζεται κανένα έργο βελτίωσης των βοσκότοπων από την πολιτεία. Τα παλιά έργα υποδομής (δρόμοι, ποτίστρες, δεξαμενές, στέγαστρα) έχουν καταρρεύσει σε μεγάλο βαθμό, ενώ δεν γίνονται πλέον νέα. Επίσης, κανένα πρόγραμμα βελτίωσης της βλάστησης δεν εφαρμόζεται, πολύ περισσότερο προγράμματα διαχείρισης".
Το 2017, καταρτίστηκαν οι προδιαγραφές για τα Διαχειριστικά Σχέδια Βόσκησης σε εφαρμογή του Ν. 4351/2015, τα οποία μπορούν να εξασφαλίσουν την ορθολογική διαχείριση των βοσκότοπων από τους κτηνοτρόφους. Προβλέπουν τον διαχωρισμό των βοσκότοπων κάθε δήμου σε λιβαδικές μονάδες, οι οποίες στη συνέχεια θα παραχωρηθούν στους ενδιαφερόμενους χρήστες.
Έτσι, θα πάψει να εφαρμόζεται το κοινόχρηστο σύστημα βόσκησης και ο κάθε κτηνοτρόφος θα αποκτήσει τον δικό του βοσκότοπο, τον οποίο και θα δηλώνει στο ΟΣΔΕ.
Παράλληλα, θα προβλεφθούν το σύστημα βόσκησης και τα αναγκαία έργα υποδομής και βελτίωσης της βλάστησης σε κάθε λιβαδική μονάδα. Με αυτόν τον τρόπο, θα καθιερωθεί ορθολογική βόσκηση των βοσκότοπων. Δυστυχώς, όμως, τα Σχέδια αυτά δεν έχουν συνταχθεί μέχρι σήμερα. Όσο καθυστερούν, τόσο θα συνεχίζουν να υποβαθμίζονται οι βοσκότοποι της χώρας μας".
Στο ίδιο μήκος κύματος και το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης σε παλαιότερη ανακοινωσή του ανέφερε οτι «η ολοκλήρωση των Διαχειριστικών Σχεδίων Βόσκησης συνιστά μείζονα προτεραιότητα του με στόχο να διασφαλιστεί η ορθολογική χρήση των βοσκοτόπων και να επέλθει ο εκσυγχρονισμός του αγροτικού χάρτη της Ελλάδας στην κατεύθυνση ανάταξης της κτηνοτροφίας της πατρίδας μας».