“Είτε πρέπει να συμφωνήσουμε για τους κανόνες συμπεριφοράς σε διορθόδοξο επίπεδο, είτε η κάθε τοπική Εκκλησία θα κινείται μόνη της και θα λαμβάνει αυτοτελείς αποφάσεις”.
O πρόεδρος του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων (ΤΕΕΣ) του Πατριαρχείου Μόσχας μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνας, βήμα –βήμα επιχειρεί να μειώσει τον ρόλο του πατριαρχείου εκβιάζοντας η αποκήρυξη του αυτοκεφάλου της Εκκλησίας ή σχίσμα.Μάλιστα επικαλείται τη θέση περί διαλόγου του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας ο οποίος πήρε μια μεσοβέζικη θέση προκαλώντας χαμόγελα στη Μόσχα.
Σε συνέντευξη του με αφορμή την απόφαση του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας σχολιάζοντας τις δηλώσεις και του Φαναρίου τόνισε:
Το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως ζει σε μια παράλληλη πραγματικότητα, την οποία δημιούργησε με τις ενέργειές του στην Ουκρανία.
Αναμένουμε την αποκατάσταση της κανονικής τάξεως στην Ουκρανία, και τότε θα καταστεί δυνατό να αρχίσουμε να μιλάμε για την αποκατάσταση της κανονικής τάξεως σε όλη την παγκόσμια Ορθοδοξία.
Η κατάσταση, που διαμορφώθηκε στην Αφρική, αποτελεί άμεση συνέπεια των ενεργειών του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίου για τη νομιμοποίηση του ουκρανικού σχίσματος, για την «αποκατάσταση στον οικείο βαθμό» προσώπων, τα οποία ουδέποτε δεν διέθεταν κανονική χειροτονία.
Ως αποτέλεσμα των μονομερών και εχθρικών έναντι της Ρωσικής Εκκλησίας ενεργειών του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως δημιουργήθηκε στην παγκόσμια Ορθοδοξία μια κατάσταση κανονικού χάους.
Σε αυτή την κατάσταση, έως ότου δεν αποκαθίσταται η κανονική τάξη σε όλη την παγκόσμια Ορθοδοξία, έως ότου η Κωνσταντινούπολη αρνείται τον διάλογο και διεξάγει μονόλογο, εκδίδοντας αποφάσεις τύπου «Roma locuta, causa finita», οι Ορθόδοξες Εκκλησίες αναγκάζονται και θα χρειαστεί στο εξής να λαμβάνουν ασυνήθιστες αποφάσεις.
Για την ίδρυση της Εξαρχίας είπε:
Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας μας αποφάσισε να δημιουργήσει εξαρχία στην Αφρική όχι για να υπονομεύσει την ιεραποστολή του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας ή να του αποσπάσει κάποιες ενορίες.
Η Ρωσική Εκκλησία δεν έχει ανάγκη, ούτε ενδιαφέρεται για αυτά. Δεν τρέφουμε οποιαδήποτε εχθρικά αισθήματα ούτε έναντι του Πατριάρχη Θεοδώρου, αλλά ούτε και έναντι οποιουδήποτε εκ των επισκόπων του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας.
Τουναντίον, πάντοτε εξήραμε την υποστήριξη της κανονικής Ορθοδοξίας στην Ουκρανία, που παρείχε με συνέπεια ο Πατριάρχης Θεόδωρος μέχρι το 2018.
Προσπαθούσαμε να παρέχουμε κατά δύναμη βοήθεια στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και δεν δημιουργούσαμε ενορίες στο έδαφός του, παρόλο που μας το ζητούσαν πολλοί ρωσόφωνοι χριστιανοί, οι οποίοι κατοικούν σε διάφορες χώρες της Αφρικής.
Όμως, όταν ο Πατριάρχης Θεόδωρος άρχισε να μνημονεύει τον σχισματικό ηγέτη και συλλειτούργησε με τους σχισματικούς, δημιουργήθηκε μια άνευ προηγουμένου κατάσταση, με αποτέλεσμα οι Αφρικανοί κληρικοί να μην επιθυμούν να ακολουθήσουν τον Πατριάρχη τους στην αναγνώριση του σχίσματος και να απευθυνθούν στον Πατριάρχη Μόσχας.
Δεν βιαστήκαμε να αποφασίσουμε, αναμένοντας επί δύο χρόνια. Αλλά εφόσον η θέση του Πατριάρχη Θεοδώρου δεν άλλαξε και κανείς εκ των επισκόπων του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας δεν εξέφρασε διαφωνία με τη θέση αυτή, κρίναμε ότι δεν μπορούμε πλέον να αρνούμαστε σε εκείνους τους κληρικούς, οι οποίοι είχαν ζητήσει από τον Πατριάρχη Μόσχας να τους δεχθεί στη δικαιοδοσία της Ρωσικής Εκκλησίας, για έναν και μοναδικό λόγο, τον ίδιο για τον οποίο αναγκασθήκαμε να διακόψουμε την κοινωνία με τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας.
Για την αντίδραση του Αλεξανδρείας επισήμανε:
Ήταν αναμενόμενες, αλλά επειδή ουδείς απευθύνθηκε σ’ εμάς, δεν προβλέπεται και απάντηση. Κατά την άποψή μου, η ανταλλαγή δηλώσεων είναι μια οδός αρκετά αδιανόητη και αδιέξοδη.
Είτε πρέπει να συμφωνήσουμε για τους κανόνες συμπεριφοράς σε διορθόδοξο επίπεδο, είτε η κάθε τοπική Εκκλησία θα κινείται μόνη της και θα λαμβάνει αυτοτελείς αποφάσεις.
Πρόσφατα, την ανάγκη ενός τέτοιου διαλόγου σε διορθόδοξο επίπεδο υπενθύμισε για άλλη μια φορά ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος, ο οποίος πολλά χρόνια αφιέρωσε στην ιεραποστολή στην αφρικανική ήπειρο.
Επιτρέψτε να παραθέσω τη δήλωσή του: «Από την έναρξη της εκκλησιαστικής κρίσεως στην Ουκρανία, προφορικώς και γραπτώς έχουμε επισημάνει ότι τα εκκλησιαστικά ρήγματα και σχίσματα δεν τα επουλώνει ο χρόνος. Αντιθέτως τα βαθαίνει και τα σκληραίνει. Η πρόσφατη απόφαση του Πατριαρχείου Μόσχας να ιδρύσει εξαρχία στην αφρικανική ήπειρο επιβεβαιώνει τους αρχικούς φόβους… Στο εξής οι απλοί Αφρικανοί θα καλούνται να προσέλθουν στην Ορθοδοξία από δύο Ορθόδοξα Πατριαρχεία, χωρίς να έχουν μυστηριακή κοινωνία μεταξύ τους».
Ειδική αναφορά έκανε για τα όσα είπε περί σχίσματος ο Αναστάσιος:
Κατά τα λεγόμενά του, «ο ισχυρισμός ότι δεν υφίσταται σχίσμα στην Ορθοδοξία, αλλά απλώς διαφωνίες μοιάζει με τη θεωρία ότι δεν υπάρχει κορονοϊός».
Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος προτείνει επειγόντως «να αναζητηθεί θεραπευτική αγωγή και χρήση του εμβολίου, που η αποστολική παράδοση έχει καθορίσει: συμφιλίωση, καταλλαγή».
Είναι έτοιμη η Ρωσική Εκκλησία για τον διάλογο με όλες τις κατά τόπους Εκκλησίες στο θέμα του σχίσματος;
Ήμασταν πάντα έτοιμοι για τον διάλογο. Με σκοπό την αποτροπή της επικίνδυνης εξέλιξης των πραγμάτων ο Αγιώτατος Πατριάρχης Κύριλλος μετέβη τον Αύγουστο του 2018 στην Κωνσταντινούπολη, συναντήθηκε με τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο, προειδοποίησε για τις επικίνδυνες και καταστροφικές συνέπειες ενδεχομένων ενεργειών για τη νομιμοποίηση του σχίσματος στην Ουκρανία.
Δυστυχώς, αυτό δεν βοήθησε. Με σκοπό τη συζήτηση των προβλημάτων, που προέκυψαν σε διορθόδοξο επίπεδο, ο Μακαριώτατος Πατριάρχης Ιεροσολύμων Θεόφιλος συγκάλεσε τον Φεβρουάριο του 2020 Διάσκεψη στο Αμάν και ο Αγιώτατος Πατριάρχης Κύριλλος συμμετείχε σε εκείνη τη Διάσκεψη.
Για την αποκατάσταση του σχίσματος ξεκαθάρισε:
Η οδός για την αποκατάσταση της ενότητας και τη θεραπεία των πληγών, που προκλήθηκαν, περνά μέσω της επιστροφής στην κατάσταση, που επικρατούσε πριν το φθινόπωρο του 2018, δηλαδή στην κατάσταση όταν οι Ορθόδοξες Εκκλησίες διαβουλεύονταν μεταξύ τους και όταν, σύμφωνα με τους κανόνες, ο «πρώτος» δεν έπραττε τίποτε άνευ συμφωνίας των υπολοίπων, ενώ οι λοιποί, υπό την προεδρία του «πρώτου μεταξύ ίσων» ελάμβαναν συνοδικώς τις αποφάσεις.
Τώρα μας εμφανίσθηκε ένας «πρώτος άνευ ίσων» και ως μέσο επικοινωνίας, αντί του διαλόγου, επελέγη ο μονόλογος. Οι συνέπειες αυτής της εσφαλμένης τακτικής είναι ολοφάνερες.