Tην αγιοκατάταξη του αρχιεπισκόπου Κυπριανού ο οποίος απαγχονίστηκε από τους Τούρκους τον Ιούλιο του 1821 πρότεινε στην Ιερά Σύνοδο της Κύπρου ο μητροπολίτης Ταμασού κ.Ησαϊας με αφορμή την συμπλήρωση 200 χρόνων από την εκτελεσή του.
Ο Κυπριανός ήταν αρχιεπίσκοπος της Κύπρου και εθνομάρτυρας κατά την περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Στις 9 Ιουλίου του 1821 εκτελέστηκε από τους Τούρκους δι' απαγχονισμού μαζί με άλλους τρεις επισκόπους που καρατομήθηκαν. Θεωρείτο ιεράρχης με πλατιά αντίληψη, δυναμική προσωπικότητα αλλά και με ευρεία μόρφωση.
Σε νεαρή ηλικία εισήλθε ως δόκιμος μοναχός στη Μονή Μαχαιρά, όπου έλαβε τη στοιχειώδη παιδεία και χειροτονήθηκε διάκονος το 1783. Αργότερα, το 1784, μετέβη στη Μολδοβλαχία .Χειροτονήθηκε ιερέας και σπούδασε θεολογία και φιλολογία στην Αυθεντική Ακαδημία Ιασίου με τη βοήθεια του ηγεμόνα Μιχαήλ Σούτσου.
Από τη Μολδοβλαχία ο Κυπριανός επέστρεψε στην Κύπρο το 1802 και ανέλαβε την διαχείριση των κτημάτων της Μονής στο Στρόβολο όπου ευδόκιμα εργαζόμενος, κέρδισε την εκτίμηση των προεστών της Λευκωσίας οι οποίοι και συνηγόρησαν στον αρχιεπίσκοπο Χρύσανθο την πρόσληψή του ως οικονόμου της Αρχιεπισκοπής.
Το 1809, ο Κυπριανός χειροτονείται επίσκοπος και στις 30 Οκτωβρίο του 1810 αναλαμβάνει αρχιεπίσκοπος διαδεχόμενος τον υπέργηρο Χρύσανθο που απεβίωσε εξόριστος στην Χαλκίδα. Προεπαναστατικά, η Φιλική Εταιρεία είχε στείλει απεσταλμένους της Κύπρο που γνωστοποίησαν στον Κυπριανό και τους υπόλοιπους ιεράρχες τη δρομολογημένη επανάσταση.Ωστόσο, το 1820, φιλοξενεί τον Φιλικό Δημήτριο Ίπατρο και του υπόσχεται οικονομική βοήθεια για την επανάσταση των Ελλήνων. Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, ο Αντώνιος Πελοπίδας (υπό τις διαταγές του), μετέβη στην Κύπρο, ως απεσταλμένος του Αλέξανδρου Υψηλάντη για να παραλάβει την εισφορά του αρχιεπισκόπου και του επέδωσε και γράμμα του.
Στο γράμμα o πρίγκιπας Α. Υψηλάντης ως Σχολείο της Πελοποννήσου υπονοεί την επικείμενη επανάσταση του 1821. Σημειώνεται ότι οι Φιλικοί που επισκέπτονταν την Κύπρο φιλοξενούνταν ως μαθητές στο υπόγειο της Ελληνικής Σχολής της Κύπρου.
Όταν ξεκίνησε η Επανάσταση, ο Τούρκος σουλτάνος διέταξε την αφόπλιση των Κυπρίων - κάτι που έγινε χωρίς αντίσταση. Ο Κυπριανός προσπάθησε να πείσει τους Κύπριους να υπακούσουν (κάτι παρόμοιο έκανε και ο πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄) και διαβεβαίωσε τον Τούρκο κυβερνήτη, Κιουτσούκ Μεχμέτ, για την υπακοή των Ελλήνων.
Παρά τις προσπάθειες αυτές, ο αρχιμανδρίτης Θεοφύλακτος Θησεύς διένειμε προκηρύξεις στη Λάρνακα, με σκοπό να ξεσηκώσει σε αγώνα τους Έλληνες της Κύπρου - κάτι που έχει καταγγελθεί από τον Τούρκο κυβερνήτη στην Υψηλή Πύλη. Ο σουλτάνος επέτρεψε στον Κιουτσούκ να συλλάβει, να δημεύσει την περιουσία και να εκτελέσει αυτούς που συμμετείχαν σ' αυτό το κίνημα
Στις 9 Ιουλίου oι εκκλησιαστικοί ηγέτες κλήθηκαν από τον Οθωμανό διοικητή Κουτσούκ Μεχμέτ ο οποίος διέταξε τον απαγχονισμό του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού και τον αποκεφαλισμό τριών μητροπολιτών της Πάφου Χρύσανθου, του Κιτίου Μελετίου και της Κηρυνείας Λαυρεντίου .