Όταν οι δύο στους τρείς ψηφοφόρους αρνούνται να πάνε στις κάλπες ,για τι είδους δημοκρατία μιλάμε; Στο «αβυσσαλέο» 66% έφτασε η αποχή στον πρώτο γύρο των περιφερειακών και νομαρχιακών εκλογών στη Γαλλία ,την περασμένη Κυριακή. Για μια «δημοκρατία χωρίς ψηφοφόρους» κάνει λόγο η Le Monde. « Απεργία στην …Δημοκρατία» και «κατάρρευση της δημοκρατικής συμμετοχής», γράφει το περιοδικό L`Express.
«Οδεύουμε σε μια δημοκρατία της αποχής» ,λέει η Σελίν Μπρακονιέ, καθηγήτρια Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Po Saint-Germain. Αναλύοντας τους λόγους της πρωτοφανούς αποχής , η Σελίν Μπρακονιέ κάνει λόγο για «κρίση της δημοκρατίας».
Μπορεί να ακούγονται υπερβολικά τα σχόλια αυτά, καθώς μάλιστα οι περιφερειακές εκλογές δεν μπορούν να συγκριθούν με τις βουλευτικές ή τις προεδρικές. Αν και στον αντίστοιχο πρώτο γύρο των προηγούμενων περιφερειακών εκλογών το 2015, η αποχή ήταν 50,09% -δεκαπέντε ποσοστιαίες μονάδες μικρότερη!
«Ποια αξία πρέπει να δοθεί σε τοπικές εκλογές που αποφεύγουν να ψηφίσουν σχεδόν οι επτά στους 10 ψηφοφόροι;» ,διερωτάται η Le Monde, προειδοποιώντας ότι « η εκλογική βάση είναι τόσο περιορισμένη ,ώστε οποιαδήποτε ερμηνεία να είναι αμφισβητήσιμη».
Η Liberation κάνει λόγο για μια «πολύ κακή δημοκρατία. Η αποχή αναμενόταν να είναι μεγάλη, αλλά όχι τόσο τεράστια. Εφτασε σε ένα ιστορικό ρεκόρ που από μόνος του ο Covid δεν μπορεί να εξηγήσει. Ο γαλλικός λαός παραμένει εξαιρετικά πολιτικός. Έχει επίσης δείξει υποδειγματική ωριμότητα από την αρχή της πανδημίας, Αλλά, βλέπει οι πολιτικοί να τον έχουν αφήσει στο περιθώριο», εκτιμά η Liberation, σημειώνοντας ότι «το κίνημα με τα Κίτρινα Γιλέκα είχε επισημάνει αυτήν την απόσταση μεταξύ πολιτών και πολιτικών».
Δέκα μήνες πριν από τις προεδρικές εκλογές, το εθνικό τοπίο φαίνεται να αντιστρέφεται και τα χαρτιά να αλλάζουν : Ο Εθνικός Συναγερμός (RN) της Μαρίν Λε Πεν φαίνεται να έχει …κοντύνει και το κόμμα του προέδρου Εμμανουέλ Μακρόν «La République en Marche» (LREM),ανακαλύπτει πόσο ελάχιστο ειδικό βάρος έχει στα πολιτικά πράγματα.
Οι δύο ηττημένοι
Η μαζική αποχή είχε άλλωστε δύο μεγάλους ηττημένους: Τους φερόμενους ως βασικούς αντιπάλους της επόμενης προεδρικής αναμέτρησης: Τον πρόεδρο Εμμανουέλ Μακρόν ,αλλά και την επικεφαλής του ακροδεξιού Εθνικού Συναγερμού, Μαρίν Λε Πεν. Το κόμμα και οι φιλελεύθεροι υποψήφιοι του Μακρόν βρέθηκαν μόλις στην …5η θέση σε πανεθνικό επίπεδο με ποσοστό γύρω στο 10% -αποτέλεσμα και της λαϊκής δυσαρέσκειας για τους κυβερνητικούς χειρισμούς στην αντιμετώπιση της πανδημίας.
Το πολύ χαμηλό «ποσοστό-χαστούκι» για τον Μακρόν δείχνει όμως ότι το κόμμα που ίδρυσε πριν πέντε χρόνια το LREM, δεν κατόρθωσε να αποκτήσει προσβάσεις σε τοπικό επίπεδο. Το γεγονός αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η τύχη του Γάλλου προέδρου-αν θα είναι βέβαια υποψήφιος-θα κριθεί αποκλειστικά από τον ίδιο και κυρίως από τις διαθέσεις της οικονομικής ελίτ στο πρόσωπό του.
Να μην ξεχνάμε άλλωστε ότι στην προηγούμενη εκστρατεία για τις προεδρικές εκλογές του 2017,επικρατέστερος εθεωρείτο ο κεντροδεξιός Φρανσουά Φιγιόν, ο οποίος όμως τέθηκε εκτός κούρσας λόγω …οικογενειακών σκανδάλων και της στενής σχέσης του με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν… «Το προεδρικό κόμμα επιβεβαιώνει την πλήρη έλλειψη βάσης σε τοπικό επίπεδο» , γράφει η Liberation και προσθέτει: «Σχεδόν ένα χρόνο πριν από τις προεδρικές εκλογές, το πρόγραμμα του Μακρόν παραμένει μια πολύ προσωπική φιλοδοξία».
Οσο για τη Μαρίν Λε Πεν; Οι υποψήφιοί της απέσπασαν περίπου το 19% των ψήφων σε πανεθνικό επίπεδο, πολύ πίσω από τις προεκλογικές δημοσκοπήσεις που έδιναν στον Εθνικό Συναγερμό ποσοστά κοντά στο
30 % και πρωτιές τουλάχιστον σε έξι από τις 13 περιφέρειες της χώρας. Μόνο σε μία περιφέρεια ,στην Προβηγκία-Κυανή Ακτή,ο υποψήφιος της Λε Πεν , Τιερί Μαριανί, κατόρθωσε να προηγηθεί οριακά στον πρώτο γύρο και κυρίως γιατί ήταν «μετεγγραφή» από την κεντροδεξιά.
Η Μαρίν Λε Πεν απέδωσε τα καταστροφικά αποτελέσματα στην μεγάλη αποχή και μίλησε για «παραπλανητικό συσχετισμό» ,καλώντας τους οπαδούς της να πάρουν μαζικά μέρος στο δεύτερο γύρο της προσεχούς Κυριακής.
Σύμφωνα με το ινστιτούτο Ifop, το 71% των ψηφοφόρων της Λε Πεν σε σχέση με τις εκλογές του 2017, δεν πήγαν να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα. Μένει να δούμε βέβαια αν θα πειστούν να το κάνουν στον δεύτερο γύρο, αλλά φαίνεται πάντως ότι το σχέδιο «συστημικής μεταμόρφωσης» της Μαρίν Λε Πεν , συναντά δυσκολίες.
«Η Λε Πεν προσπάθησε τα τελευταία χρόνια να έρθει πιο κοντά στην εξουσία και να σπάσει την κατάρα ενός κόμματος που χαρακτηρίζεται από ξενοφοβία, αντισημιτισμό και αυταρχισμό , που είχε επιβάλει ο πατέρας της Ζαν Μαρί Λεπέν»,λέει ο Ζερόμ Φουρκέ , «γκουρού» του ινστιτούτου Ifop στη γερμανική Tagesschau. Η Λε Πεν ,πρώτα επιχείρησε να από-δαιμονοποιηθεί και να γίνει πιο σαγηνευτική για να προσελκύσει ψηφοφόρους. Αυτή η στρατηγική επέτρεψε στο κόμμα της, ήδη το 2015, να αναδειχτεί σε πρώτη δύναμη με 27,7% στον πρώτο γύρο των περιφερειακών εκλογών και, το 2017, να μπει στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών και να υπερβεί τα δέκα εκατομμύρια ψήφους. Το 2019 κέρδισε μάλιστα τις εκλογές για το Ευρωκοινοβούλιο.
«Σήμερα η στρατηγική αυτή φαινόταν να κερδίζει» ,τονίζει ο Φουρκέ, υποστηρίζοντας ότι «ακόμη και εκείνοι που απορρίπτουν την Λε Πεν,πιστεύουν ότι δεν είναι τόσο σοβαρό εάν κατακτήσει την εξουσία».
Όμως , οι εκλογές της Κυριακής έδειξαν ότι «οι ψηφοφόροι κουρασμένοι ή θυμωμένοι με την πολιτική τάξη προτιμούν να καταφύγουν στην αποχή παρά να στραφούν στην Λε Πεν…Σαν να μην λειτουργούσε πλέον η λογική της ψήφου κατά του συστήματος», τονίζει το γαλλικό περιοδικό Marianne και προσθέτει: «Λες και το κόμμα της Μαρίν Λε Πεν έχει γίνει όπως τα άλλα: ένα κόμμα το οποίο δεν ψηφίζουμε»...
Νικητές τα παραδοσιακά κόμματα
Το Marianne σημειώνει ότι «στην πραγματικότητα, ο χάρτης της Γαλλίας μετά τον πρώτο γύρο των περιφερειακών εκλογών , δεν έχει καμία σχέση με την κυριαρχία της μονομαχίας Μακρόν-Λε Πεν σε όλες τις δημοσκοπήσεις για τις προεδρικές εκλογές του επόμενου έτους».
Στις εκλογές της περασμένης Κυριακής υπήρξαν δύο άλλοι, απρόσμενοι νικητές: Το παραδοσιακό κεντροδεξιό κόμμα των Ρεπουμπλικάνων, που είχε ιδρύσει ο Νικολά Σαρκοζί , αλλά και το Σοσιαλιστικό κόμμα, που εθεωρείτο «κλινικά νεκρό», διατήρησαν τις θέσεις τους σε τοπικό επίπεδο . «Τα δύο αυτά κόμματα μπορούν να ονειρεύονται μάλιστα πως θα είναι σε θέση να σπάσουν την προαναγγελθείσα μονομαχία Μακρόν-Λε Πεν στις προεδρικές εκλογές του 2022» ,προσθέτει η Le Monde.
Οι «Ρεπουμπλικάνοι» αναδείχτηκαν πρώτο κόμμα με ποσοστό 27% και προηγούνται σε οκτώ περιφέρειες. «Η κεντροδεξιά ενδέχεται μάλιστα να καθιερωθεί ως το καλύτερο προπύργιο κατά της Λε Πεν», γράφει η γαλλική εφημερίδα. «Η παραδοσιακή κεντροδεξιά που είχε απομακρυνθεί από την εξουσία για περισσότερο από μια δεκαετία , διχασμένη από τη διαμάχη για την εσωκομματική πρωτοκαθεδρία, νίκησε σαφώς την ακραία δεξιά της Μαρίν Λε Πεν»,γράφει η ισπανική El Pais.
«Προς το παρόν οι μόνοι ικανοποιημένοι είναι οι κεντροδεξιοί Γκωλικοί , οι Ρεπουμπλικάνοι ή εκείνοι που εγκατέλειψαν το κόμμα του Σαρκοζί ,αλλά παρέμειναν στην παράταξη, όπως ο Ξαβιέ Μπερτράν, ο περιφερειάρχης της Ω ντε Φρανς, ο οποίος ήταν ο μεγάλος νικητής στον πρώτο γύρο με ποσοστό 44%» σημειώνει η ιταλική Corriere della Sera.
Ο Μπερτράν , που αναμένεται να επανεκλεγεί την ερχόμενη Κυριακή, ενισχύει έτσι αποφασιστικά τις προεδρικές φιλοδοξίες του . Και δεν είναι ο μόνος! Κι άλλοι «βαρώνοι» της κεντροδεξιάς ,όπως η Βαλερί Πεκρές -περιφερειάρχης Παρισιού και ο Λοράν Βοκιέ ,δεν αποκλείεται να διεκδικήσουν το προεδρικό χρίσμα.
Οι Σοσιαλιστές με τους συμμάχους τους απέσπασαν την τρίτη θέση με 18% και δεν αποκλείεται να ξανακερδίσουν τις πέντε περιφέρειες που ελέγχουν από το 2015. Οσο για την Αριστερά; Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση που δημοσίευσε το ινστιτούτο Ifop , η αποχή επηρέασε τον αριστερό υποψήφιο Ζαν Λικ Μελανσόν καθώς δεν προσήλθαν στις κάλπες το 75% των ψηφοφόρων του σε σύγκριση με τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2017. Συνέβαλαν άλλωστε σε αυτό οι ατυχέστατες πολιτικές δηλώσεις του Μελανσόν , το τελευταίο διάστημα…
Αν ο δεύτερος γύρος της ερχόμενης Κυριακής επιβεβαιώσει τις τάσεις του πρώτου, το πολιτικό σκηνικό στη Γαλλία μπορεί να είναι πολύ διαφορετικό: Η παλιά πολιτική τάξη αρνείται να εξαφανιστεί. Ίσως οι προεδρικές εκλογές του 2022 να μην είναι πλέον θέμα για δύο….
ΠΗΓΗ: Εφημερίδα «Δημοκρατία»