Δύο κρίσιμα ραντεβού -σε Βρυξέλλες και Φρανκφούρτη- την προσεχή Πέμπτη θα κρίνουν πολλά για την πορεία της ευρωπαικής οικονομίας αλλά και για τις τσέπες μας. Στις Βρυξέλλες, οι 27 ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ενωσης αναμένεται να εξετάσουν, μέσα στα άλλα, την μεταρρύθμιση του Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) για την ενίσχυση των τραπεζών αλλά και την αναγκαστική δημοσιονομική χαλάρωση λόγω της πανδημίας.
Στην Φρανκφούρτη, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας αναμένεται να αποφασίσει την αύξηση κατά 500 δισεκατομμύρια ευρώ του προγράμματος εξαγοράς ιδιωτικού και δημόσιου χρέους (το οποίο ξεκίνησε με 1.350 δισεκατομμύρια τον περασμένο Μάρτιο) και να το παρατείνει έως τουλάχιστον τον Δεκέμβριο του 2021.
Από την αρχή της πανδημίας άλλωστε με πρωτοβουλία της Κριστίν Λαγκάρντ, η ΕΚΤ διαδραμάτισε βασικό ρόλο αγοράζοντας μαζικά τα ομόλογα χρέη που εξέδωσαν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, για να ηρεμήσει τις χρηματοπιστωτικές αγορές και να επιτρέψει στα κράτη μέλη της ΕΕ να δανείζονται με χαμηλό κόστος.
Και αν η Λαγκάρντ και η ΕΚΤ κάνουν το χρέος τους, οι περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δείχνουν να διστάζουν, να μην έχουν ξεκάθαρες ιδέες για το πως πρέπει να βγάλουν τις χώρες και φυσικά τους πολίτες από την κρίση της πανδημίας, στηρίζοντας όλες τις ελπίδες τους στα εμβόλια. Λες και είναι το μαγικό ραβδί που θα επαναφέρει εν μία νυκτί οικονομία και κοινωνία στην προηγούμενη κανονικότητα.
Τεράστια πρόκληση το 2021
«Είναι σαφές ότι το 2021 θα είναι μια τεράστια πρόκληση όσον αφορά την εμπιστοσύνη, την επικοινωνία, αλλά και τον εφοδιασμό με εμβόλια της ανθρωπότητας» λέει σε συνέντευξή του στη γερμανική Die Zeit, ο σερ Τζέρεμι Φεράρ, ειδικός στις μολυσματικές νόσους, διευθυντής του ιδρύματος Wellcome Trust και πρώην καθηγητής Τροπικής Ιατρικής και Παγκόσμιας Υγείας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.
«Πρέπει να επικροτήσουμε όλους όσους έχουν συνεισφέρει σε αυτά τα εμβόλια: επιστήμη, βιομηχανία, κυβερνήσεις και εθελοντές. Αλλά πρέπει επίσης να έχουμε κατά νου ότι ο εμβολιασμός δεν θα γίνει αρκετά γρήγορα. Είναι σπάνιο να εμβολιάζεται ο πληθυσμός μιας ολόκληρης χώρας ή ακόμη και ολόκληρου του κόσμου ταυτόχρονα. Την τελευταία φορά κάτι τέτοιο συνέβη στις εκστρατείες εμβολιασμού κατά της πολιομυελίτιδας ή στην εξάλειψη της ευλογιάς. Εάν δώσετε ένα δραστικό συστατικό σε εκατομμύρια ανθρώπους, θα συμβούν επίσης γεγονότα που δεν έχουμε δει σε κλινικές μελέτες με δεκάδες χιλιάδες ή εκατοντάδες χιλιάδες άτομα. Για παράδειγμα, ορισμένα άτομα θα αναπτύξουν ασθένειες που δεν σχετίζονται καθόλου με το εμβόλιο, αλλά μπορεί να εμφανιστούν εντός τριών μηνών από τον εμβολιασμό. Είναι επομένως ζωτικής σημασίας να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις παρενέργειες ή άλλες ενδείξεις για μικρές και μεγάλες περιόδους μετά την έναρξη του εμβολιασμού» προειδοποιεί ο καθηγητής Φεράρ.
Και τώρα τρέχουμε! Γιατί -όπως λέει ο βρετανός καθηγητής, η αντιμετώπιση της πανδημίας εμφανίζει τεράστια προβλήματα επειδή «σε ολόκληρη την Ευρώπη, δεν έχουν επενδυθεί αρκετά χρήματα στη δημόσια υγεία τα τελευταία 10 χρόνια ή και πριν. Επιπλέον, οι περισσότερες χώρες στην Ευρώπη δεν χρησιμοποίησαν επαρκώς τον Ιούνιο, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο για να προετοιμαστούν για την αναμενόμενη αύξηση του αριθμού των κρουσμάτων το χειμώνα. Και πάλι, όπως τον περασμένο Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο, αντέδρασαν πολύ αργά. Όταν οι επιδημιολόγοι έλεγαν ότι η πορεία αυτής της πανδημίας ήταν αρκετά προβλέψιμη από τα μέσα ή τα τέλη του περασμένου Ιανουαρίου».
Βαθμολογία κάτω από τη βάση λοιπόν στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Ποια είναι όμως η αντίδρασή τους τώρα; Αναμονή μέχρι να εισρεύσουν τα 750 δισ ευρώ από το πολυπόθητο ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης και τα 1,8 τρις από τον προϋπολογισμό της ΕΕ, που καθυστερούν λόγω του βέτο Πολωνίας και Ουγγαρίας, δύο χωρών που αρνούνται τη διασύνδεση της εκταμίευσης ευρωπαϊκών πόρων με την τήρηση των θεμελιωδών αξιών της Ένωσης, όπως το κράτος δικαίου.
Άπαίτηση της ΕΕ το σχέδιο Πισσαρίδη
Υπάρχει και κάτι ακόμη όμως που ενισχύει δυστυχώς την καθυστέρηση. Οι Βρυξέλλες φαίνεται να πιέζουν ιδιαίτερα τις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου να προχωρήσουν σε σκληρές μεταρρυθμίσεις σε ότι αφορά το συνταξιοδοτικό με αύξηση των ορίων ηλικίας, αλλά και την επιβολή ακόμη χειρότερων όρων στην αγορά εργασίας.
Την είδηση αποκαλύπτει η El Pais σε ότι αφορά την Ισπανία: «Οι Βρυξέλλες -γράφει η ισπανική εφημερίδα- θέλουν να επωφεληθούν από την ένεση της ευρωπαϊκής βοήθειας για να συνδέσουν τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που η Ισπανία δεν έχει ολοκληρώσει εδώ και χρόνια: θέλει μεταρρυθμίσεις σε αυτούς τους τρεις τομείς: τις συντάξεις, την εργασία και την απελευθέρωση της αγοράς. Και τα θέλει τώρα: απαιτεί ένα αξιόπιστο και συνεκτικό σχέδιο από την κυβέρνηση, σύμφωνα με τις πηγές που ρωτήθηκαν, σε αντάλλαγμα για τα κίνητρα της Ευρώπης».
Μα ακριβώς αυτές τις τρεις απαιτήσεις της ΕΕ δεν έρχεται να ικανοποιήσει το σχέδιο της επιτροπής Πισσαρίδη στην Ελλάδα; Ποιες είναι οι τρεις βασικές εισηγήσεις της επιτροπής; Νεοφιλελεύθερες αλλαγές στο ασφαλιστικό, περικοπές σε εργασιακά δικαιώματα με κατάργηση της όποιας φιλεργατικής νομοθεσίας και περαιτέρω απελευθέρωση της αγοράς με παράλληλη διευκόλυνση των τραπεζών στην υφαρπαγή πρώτης κατοικίας, δια του πτωχευτικού κώδικα. Αυτές τις μεταρρυθμίσεις αξιώνει η ΕΕ και στην Ισπανία, αλλά και στην Ιταλία, που έχει προκαλέσει μεγάλη κρίση στην κυβέρνηση Κόντε.
Η «καταραμένη» μεταρρύθμιση
Όπως σημειώνει εύστοχα η El Pais «η μεταρρύθμιση είναι μια καταραμένη λέξη, διότι τα τελευταία χρόνια υπήρξε ένας απλός ευφημισμός για να αποφύγουμε λέξεις, όπως… τρόικα (Επιτροπή, ΕΚΤ και ΔΝΤ) που επέβαλε σκληρή λιτότητα».
Σήμερα λοιπόν «οι Βρυξέλλες… άλλαξαν αυτή την προσέγγιση: δεν θέλουν πλέον να επιβάλουν, αλλά να... καλέσουν τις χώρες που χρειάζονται περισσότερο το Ταμείο Ανάκαμψης να εγκρίνουν διαρθρωτικά μέτρα σε αντάλλαγμα για μια πλημμύρα κεφαλαίων -750 δισεκατομμυρίων ευρώ, συνολικά. Ετσι, προσπαθούν να μας κάνουν να καταπιούμε αυτό το χάπι με λιγότερο πόνο».
Τι δεν καταλαβαίνετε; Αυτόν τον στόχο αφορούν οι διαπραγματεύσεις που γίνονται ήδη ανάμεσα στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και την ΕΕ, ταυτόχρονα βέβαια με την επιλογή των έργων στα οποία θα διατεθούν ευρωπαϊκά κονδύλια.
Οι Βρυξέλλες θέλουν να εγκρίνουν τα εθνικά σχέδια αποκατάστασης τον Απρίλιο για να ξεκινήσουν μια μεγάλη έκδοση κοινοτικών ομολόγων πριν από το καλοκαίρι.
«Αλλά μέχρι τότε η ΕΕ θέλει να δεσμεύσει τις μεταρρυθμίσεις που θα περιληφθούν στο έγγραφο το οποίο θα αντικαταστήσει τις συστάσεις του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, τον μηχανισμό δηλαδή που καθοδηγεί την οικονομική πολιτική του ευρωπαϊκού συλλόγου. Δεν θα είναι πλέον συμβουλές, αλλά μέτρα που πρέπει να δεσμευτεί η Ισπανία και οι άλλες χώρες» γράφει η El Pais.
Η ισπανική εφημερίδα τονίζει μάλιστα ότι οι Βρυξέλλες προειδοποιούν ότι πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή σε χώρες που «τα στοιχεία δείχνουν οικονομική κατάρρευση με μεγάλη πτώση του ΑΕΠ και αύξηση του δημοσίου χρέους».
Σε ύψη ρεκόρ το χρέος
Οι προειδοποιήσεις αφορούν ακόμη και τη Γαλλία που βλέπει το δημόσιο χρέος να έχει εκτιναχτεί από το 80% του ΑΕΠ το 2009 στο 114% το δεύτερο τρίμηνο του 2020.
Σε απόλυτους αριθμούς, το ποσό του δημόσιου χρέους της Γαλλίας είναι αρκετό για να… ζαλιστούμε: 2.638 δισεκατομμύρια ευρώ στο τέλος του δεύτερου τριμήνου του 2020. Για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας, η Γαλλία έχει πλέον την πρωτιά ως ποσοστό στο δημόσιο χρέος ολόκληρης της ζώνης του ευρώ: Εφτασε στο 24,1%, έναντι 23,1% της Ιταλίας, που είχε μέχρι σήμερα «αιωνίως» τη θλιβερή πρωτιά και 20,8 % για τη Γερμανία.
«Πώς θα μπορεί πλέον η Γαλλία να διδάξει αποτελεσματικά μαθήματα χρηστής οικονομικής και χρηματοοικονομικής διαχείρισης, όταν αυτή έχει σε απόλυτους αριθμούς το μεγαλύτερο ποσοστό του δημοσίου χρέους της ευρωζώνης;» διερωτάται ο Γάλλος οικονομολόγος Μαρκ Τουατί.
Μόνη ελπίδα για την αντιμετώπιση του προβλήματος του χρέους είναι η ΕΚΤ και η Γαλλίδα επικεφαλής Κριστίν Λαγκάρντ φυσικά. Αλλά οι Γερμανοί καραδοκούν όπως φάνηκε και από την κόντρα με το Συνταγματικό Δικαστήριο της Καρλσρούης το περασμένο καλοκαίρι. Και δεν θέλουν ούτε κουβέντα να ακούσουν για διαγραφή χρεών που προκάλεσε η πανδημία, ειδικά στις χώρες του Νότου.
Ηδη, οι φωνές αυξάνονται στη Γερμανία για επιστροφή στη δημοσιονομική πειθαρχία. "Το κράτος δεν μπορεί να ξοδεύει χωρίς όριο", δήλωσε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Πέτερ Αλτμάιερ.
Τι θα γίνει μάλιστα όταν θα πάψει να είναι πλέον καγκελάριος η Μέρκελ, δηλαδή από το φθινόπωρο του 2021; Οι επίδοξοι διάδοχοί της στο Βερολίνο είναι στην πλειοψηφία τους σκληροπυρηνικοί νεοφιλελεύθεροι και δεν αποκλείεται να θελήσουν να σταματήσουν τις ενέσεις ρευστότητας από την ΕΚΤ.
Κάτι που αν συμβεί, πέρα από την έκρηξη που θα πυροδοτήσει βραχυπρόθεσμα στις ομολογιακές και χρηματοπιστωτικές αγορές, αναπόφευκτα θα επαναφέρει την κρίση του δημόσιου χρέους. Μια κρίση που απενεργοποιήθηκε από το 2015, αλλά -όπως λέει ο Μαρκ Τουατί «περιμένει απλά ένα πρόσχημα να ξυπνήσει με μεγάλες απώλειες και πολύ θόρυβο».
Και το χειρότερο! Θα φέρει και πάλι στο προσκήνιο την υπαρξιακή κρίση της ζώνης του ευρώ, η οποία εξακολουθεί να βρίσκεται σε κίνδυνο… Ο Μαρκ Τουατί στο νέο του βιβλίο «Reset - Quel nouveau monde pour demain?» προειδοποιεί ότι πρέπει να αναμένουμε σκληρές συγκρούσεις αν δεν επωφεληθούμε από αυτήν την περίοδο εξαιρετικής κρίσης για να ξεκινήσουμε ξανά σε πολύ πιο υγιή βάση.
Όπως λέει ο Γάλλος οικονομολόγος «βρισκόμαστε σε ένα κρίσιμο σημείο καμπής: είτε θα έχουμε την ικανότητα να μεταρρυθμίσουμε ριζικά το σύστημά μας, το οποίο είναι σε κακή κατάσταση, είτε κινδυνεύουμε να βυθιστούμε στην άβυσσο…».
ΠΗΓΗ: Εφημερίδα «Δημοκρατία»