Τα μελλοντικά προγράμματα διάσωσης της Ευρωζώνης πρέπει να στοχεύουν περισσότερο στην αποκατάσταση της οικονομικής ανάπτυξης παρά να εστιάζουν κυρίως στη δημοσιονομική σύσφιξη και η διάρκειά τους πρέπει να καθορίζεται αντίστοιχα, αναφέρει ανεξάρτητη έκθεση που παρήγγειλε ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM), όπως αναφέρει δημοσίευμα του Reuters. «Εκτός από τις αναγκαστικά φιλόδοξες δημοσιονομικές προσαρμογές για την αποκατάσταση των θέσεων του προϋπολογισμού και του δημόσιου χρέους, η ενίσχυση της ενδογενούς ανάπτυξης πρέπει να είναι ένας από τους βασικούς στόχους κάθε προγράμματος χρηματοδοτικής βοήθειας», σημειώνουν οι συγγραφείς της έκθεσης, οι οποίοι εξέτασαν τα τρία προγράμματα διάσωσης της Ελλάδας.
Η Ελλάδα έχασε την πρόσβαση στις αγορές το 2010, καθώς προέκυψε ότι το έλλειμμα του προϋπολογισμού του 2009 ανερχόταν στο 15,4% του ΑΕΠ αντί της πρόβλεψης για έλλειμμα 3,7% που είχε γίνει νωρίτερα. Η Αθήνα χρειάστηκε να στηριχτεί σε φθηνά δάνεια από τις χώρες της Ευρωζώνης επί σχεδόν εννιά χρόνια για να καλύψει τις χρηματοδοτικές ανάγκες της.
Τα τριετή προγράμματα, που σχεδιάστηκαν από κοινού από την Ευρωζώνη και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, επέβαλαν σκληρές μεταρρυθμίσεις και προκάλεσαν μεγάλη δυσαρέσκεια στην Ελλάδα, καθώς εστίασαν ιδιαίτερα στην αποκατάσταση της βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών της χώρας, Όντας ήδη σε ύφεση το 2008 και το 2009, η Ελλάδα υπέστη τέσσερα ακόμη χρόνια συρρίκνωσης του ΑΕΠ της μετά την κατάρρευση των δημόσιων οικονομικών το 2010.
Το 2014, η ελληνική οικονομία κατάφερε να έχει ανάπτυξη, καθώς άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα αποτελέσματα των μεταρρυθμίσεων των προγραμμάτων, αλλά έπεσε ξανά σε ύφεση το 2015 και το 2015, όταν η νέα αριστερή κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα αποφάσισε να υπαναχωρήσει από ήδη συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις, αναφέρει το δημοσίευμα του Reuters. Τα πίσω-μπρος με την Αθήνα απογοήτευσαν αξιωματούχους της Ευρωζώνης, οι οποίοι παραπονέθηκαν για την αδυναμία της Ελλάδας να εφαρμόσουν τα συμφωνηθέντα.
Οι συγγραφείς της έκθεσης, με τίτλο: «Διδάγματα από τη χρηματοδοτική βοήθεια στην Ελλάδα», σημείωσαν ότι τα μελλοντικά προγράμματα διάσωσης πρέπει να προβλέπουν τέτοια προβλήματα. «Ο σχεδιασμός των προγραμμάτων πρέπει να καθορίζει τους στόχους και τη διάρκειά τους από μία ανάλυση των κύριων προβλημάτων που πρέπει να αντιμετωπιστούν, λαμβανομένων υπόψη των κοινωνικών πραγματικοτήτων. Η διάρκεια των προγραμμάτων πρέπει να εξαρτάται από τους στόχους αυτούς», τόνισαν.
«Ορισμένα από τα σημαντικά στοιχεία που πρέπει να αξιολογηθούν στον σχεδιασμό των προγραμμάτων είναι ο βαθμός της ικανότητας των θεσμών της χώρας. Τα προγράμματα πρέπει, επίσης, να περιλαμβάνουν μία ανάλυση για... την προσαρμογή του αρχικού χρονοδιαγράμματος σε μεταβαλλόμενες συνθήκες», προσέθεσαν.
Οι συντάκτες της έκθεσης ανέφεραν ότι οι μελλοντικές διασώσεις πρέπει να περιορίζουν τον αριθμό των οικονομικών προβλημάτων που έχουν στόχο να επιλύσουν και να εστιάζουν σε λίγες μόνο προτεραιότητες. Θα πρέπει να υπάρχουν λιγότερες διαμάχες μεταξύ των εμπλεκόμενων θεσμών για τον καθορισμό των όρων της διάσωσης και καλύτερη παρακολούθηση της συνέχισης της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων μετά τη λήξη των προγραμμάτων.