Η Τουρκία είναι «κεντρικό πεδίο δράσης για ισλαμιστικές ομάδες» όπως μετέδωσε ο πρώτος δημόσιος γερμανικός τηλεοπτικός σταθμός ARD. Ο πρόεδρος Ερντογάν φέρεται να υποστήριξε στρατιωτικές οργανώσεις σε ολόκληρη τη Εγγύς και Μέση Ανατολή, σύμφωνα με εμπιστευτική γνωμοδότηση της γερμανικής κυβέρνησης, την οποία έχει στη διάθεσή του κατ΄ αποκλειστικότητα το γερμανικό κανάλι. Η εκτίμηση βασίζεται μάλιστα σε σχετική γνωμοδότηση της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΒΝD).
Η συνεργασία με ισλαμιστικές και τρομοκρατικές οργανώσεις στην Εγγύς και Μέση Ανατολή είναι εδώ και χρόνια συνειδητή πολιτική της τουρκικής κυβέρνησης και υποστηρίζεται ενεργά από τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, σύμφωνα με τη γερμανική κυβέρνηση. Αυτό προκύπτει από ένα έγγραφο χαρακτηρισμένο ως εμπιστευτική απάντηση σε επερώτηση του κόμματος της Αριστεράς (Die Linke) στο γερμανικό Λοινοβούλιο. «Οι πολυάριθμες εκδηλώσεις αλληλεγγύης και η υποστήριξη της αιγυπτιακής μουσουλμανικής αδελφότητας, της Χαμάς και ομάδων της ένοπλης αντιπολίτευσης της Συρίας από το κυβερνητικό τουρκικό κυβερνητικό κόμμα ΑΚP και τον πρόεδρο Ερντογάν υπογραμμίζουν τη ιδεολογική τους συγγένεια», όπως αναφέρεται.
Με αυτό το κείμενο η γερμανική κυβέρνηση διατυπώνει για πρώτη φορά επισήμως την άποψη ότι υπάρχει άμεση σύνδεση μεταξύ του Τούρκου Προέδρου και μιας τρομοκρατικής οργάνωσης, διότι η Χαμάς έχει χαρακτηριστεί ως τέτοια από την Ευρωπαϊκή Ένωση από το 2003, σύμφωνα με το ARD. Μάλιστα, η Τουρκία εντατικοποίησε σκόπιμα τις σχέσεις της με την Χαμάς και άλλες οργανώσεις, όπως αναφέρει το έγγραφο: «Συνέπεια της σταδιακής ισλαμοποίησης της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής της Άγκυρας από το 2011 ήταν να εξελιχτεί η Τουρκία σε κεντρικό πεδίο δράσης για ισλαμιστικές ομάδες της περιοχής της Εγγύς και Μέσης Ανατολής».
Η καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ και ο υπουργός Εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ έχουν αποφύγει συνειδητά να επικρίνουν την τουρκική πολιτική από την έναρξη της προσφυγικής κρίσης, ενώ έδειξαν κατανόηση για τη σκληρή αντιμετώπιση των ενεχομένων στο αποτυχημένο πραξικόπημα από τις τουρκικές αρχές, κάτι το οποίο βρίσκεται σε αντίφαση με τη γνωμοδότηση αυτή, σχολιάζει το ARD.
Για τις ειδικές διασυνδέσεις της τουρκικής πολιτικής με το στρατιωτικό ισλαμισμό έχει γίνει λόγος μόνον εμμέσως μέχρι τώρα και γι΄ αυτό είναι ακόμα πιο εντυπωσιακό το γεγονός ότι στην κυβερνητική γνωμοδότηση γίνεται πολλές φορές λόγος για τον ίδιο τον Ερντογάν και μάλιστα το όνομά του υπογραμμίζεται με κεφαλαία γράμματα.
Σύμφωνα πάντα με τις πληροφορίες του ARD, το ίδιο το υπουργείο Εσωτερικών τη Γερμανίας δεν έχει συμμετάσχει στη διατύπωση της απάντησης. Τυπικά, όμως, η απάντηση του υπουργείου Εσωτερικών στο Κοινοβούλιο ισχύει ως επίσημη θέση της κυβέρνησης. Μια διαδικασία την οποία επέκρινε σφοδρά ο σοσιαλδημοκράτης βουλευτής, αρμόδιος για εξωτερικές υποθέσεις, Ρολφ Μίτσενιχ, διότι φοβάται τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει η γνωμοδότηση αυτή στις σχέσεις της Γερμανίας με την Άγκυρα: «Σε μια τόσο ευαίσθητη και εκτεταμένη εκτίμηση θα έπρεπε να είχε συμμετάσχει και το υπουργείο Εξωτερικών. Άλλωστε πρόκειται για μια χώρα του ΝΑΤΟ και Γερμανοί στρατιώτες σταθμεύουν αυτή τη στιγμή στην Τουρκία», όπως είπε στον τηλεοπτικό σταθμό.
Από την πλευρά του, το κόμμα της γερμανικής Αριστεράς (Die Linke) θεωρεί ότι επιβεβαιώνεται στην κριτική του. «Η γερμανική κυβέρνηση δεν επιτρέπεται να συνεχίσει να γίνεται συνυπεύθυνη στο να καθιερωθεί η Τουρκία ως πατρίδα του στρατιωτικού Ισλάμ. Είναι ακατανόητο το γεγονός ότι η γερμανική κυβέρνηση μεταχειρίζεται τον Ερντογάν με το γάντι, αν και η Τουρκία του φέρεται να είναι το κεντρικό πεδίο δράσης του ισλαμισμού και ισλαμικών τρομοκρατικών οργανώσεων», δήλωσε η εκπρόσωπος του κόμματος για εξωτερικά θέματα Σέβιμ Ντάγκντελεν. Η αριστερή βουλευτής κατηγόρησε επίσης τη γερμανική κυβέρνηση ότι εξαπατά την κοινή γνώμη με το να προβάλει μια θετική εικόνα της τουρκικής κυβέρνησης, η οποία δεν συμβιβάζεται με τις εμπιστευτικές διαπιστώσεις της.
Και το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, όμως, θεωρεί τις διασυνδέσεις της τουρκικής κυβέρνησης ανησυχητικές: «Χωρίς αμφιβολία η ηγεσία του ΑΚΡ προσπαθεί τα τελευταία χρόνια να καθιερωθεί ως καθοδηγητής της μουσουλμανικής αδελφότητας, με μέτρια όμως επιτυχία», είπε ο Ρολφ Μίτσενιχ. Αυτό αφορά και τις ομάδες οι οποίες θα συμφωνούσαν με τις πράξεις βίας, προσέθεσε.