Μάριος Παπαγεωργίου: Η Εισαγγελέας μετά το τέλος της αγόρευσης της το πρωί της Τρίτης 11 Ιουνίου στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο Αθηνών, παρουσίασε επίσημο έγγραφο της αστυνομίας, με μαρτυρία γυναίκας που αναφέρει πως έκαψαν το πτώμα του Μάριου στο Άνω Διακοπτό Αχαΐας. Η νέα μάρτυρας είχε απευθυνθεί αρχικά στο “Τούνελ” και μετά από προτροπή μας, ενημέρωσε τις Αρχές και κατέθεσε.
Όπως αναφέρει το νωρίτερα κατά την έναρξη της συνεδρίασης η εισαγγελέας στην αρχική της πρόταση δέχτηκε ότι στην υπόθεση εμπλέκονται και άλλα πρόσωπα που μέχρι σήμερα δεν είχαν κατηγορηθεί για τη συμμετοχή τους σ΄αυτήν. Αναγνώρισε την εμπλοκή δυο συγκεκριμένων ατόμων στην υπόθεση, σαν συνεργάτες του βασικού κατηγορούμενου. Για τον πρώτο αναγνώρισε τις απανωτές συναντήσεις που είχε μαζί του για την μεταφορά του πτώματος και για τον δεύτερο ανέφερε πως ενδεχομένως είχε εμπλοκή και στη δολοφονία του νέου. Η εισαγγελική λειτουργός, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο μετά την απόφαση να ασκηθεί ποινική δίωξη εις βάρος τους.
Διατύπωσε πολλά ερωτήματα για τη στάση ενός από τους δύο αστυνομικούς γιους του βασικού κατηγορούμενου και ανέφερε πως επιφυλάσσεται να πει περισσότερα στη δεύτερη πρόταση της, στο τέλος της δίκης.
Ζήτησε την καταδίκη του βασικού κατηγορούμενου και σε δεύτερο βαθμό για ανθρωποκτονία από πρόθεση, απόπειρα εκβίασης και σύσταση συμμορίας. Σε έναν ακόμη κατηγορούμενο δεν αναγνώρισε κανένα ελαφρυντικό, καθώς δεν δέχτηκε πως σε αυτή την ηλικία ήταν τόσο αφελής για να πειστεί από τις ιστορίες του “εγκέφαλου”, αν και η πολιτική αγωγή δεν παρέβλεψε την βοήθεια που προσέφερε μετά την προφυλάκιση του. Για τους δύο τελευταίους, ζήτησε την καταδίκη τους για ένταξη σε συμμορία προς διάπραξη κακουργήματος.
Εισαγγελέας : Δεν άλλαξε τη στάση του όλα αυτά τα χρόνια…
Στην αγόρευση της η Εισαγγελέας αναφέρθηκε στην εσκεμμένη από την πλευρά του “εγκέφαλου” καλλιέργεια του πορτραίτου της πατρικής φιγούρας.
“Κατόρθωσε να γίνει απαραίτητος στον Μάριο και στην μητέρα του. Η γυναίκα αυτή, είχε δυο σημαντικά πλεονεκτήματα κατά τον βασικό κατηγορούμενο. Μεγάλη περιουσία και τεράστια αδυναμία στον γιο της… Παρακολουθήσαμε την όλη συμπεριφορά του κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, που εξηγείται μόνο στην περίπτωση που ήθελε να συνδράμει κάποιο αγαπητό του πρόσωπο. Δηλαδή τον ίδιο του τον εαυτό!”.
Στη συνέχεια η Εισαγγελέας προχώρησε σε μια συνεκτική αφήγηση των γεγονότων από την ημέρα της απαγωγής του Μάριου μέχρι και τη σύλληψη των κατηγορουμένων. Αναφερόμενη στα στοιχεία της δικογραφίας, όπως το αίμα του νεαρού οπτικού που εντοπίστηκε στη ρεζέρβα του αυτοκινήτου του, δήλωσε πεπεισμένη πως ο βασικός κατηγορούμενος ήταν εκείνος που δολοφόνησε τον άτυχο νεαρό.
“Τη στιγμή που η μητέρα του θύματος επέστρεψε στην Αθήνα εκείνο τον Αύγουστο ξεκίνησε για την ίδια μια εβδομάδα παράνοιας. Οι απαγωγείς της τηλεφωνούσαν και της ζητούσαν επίμονα λύτρα. Ο κατηγορούμενος και η σύζυγος του, προσπαθούσαν να την πείσουν πως ο Μάριος ζει, κάτι που …διαισθάνονταν. Όλα αυτά θα ακούγονταν ακραία στον οποιοδήποτε, όχι όμως στη μητέρα του θύματος που πλέον είχε γίνει πιόνι στα χέρια τους. Ήταν ο βασικός κατηγορούμενος που έστησε την απαγωγή, προσποιούνταν δήθεν τον διαπραγματευτή και απέτρεπε τη μητέρα να πάει στην αστυνομία. Μέχρι σήμερα ο Μάριος δεν έχει ειστρέψει και ούτε πρόκειται, γιατί είναι νεκρός! Ο Μάριος πριν δολοφονηθεί, αντέδρασε βίαια, λυσσαλέα. Ο κατηγορούμενος είχε πιθανά προβλέψει μια αντίδραση, αλλά όχι τόσο βίαιη! Ποιος ήταν αυτός που θα του χαλούσε τα σχέδια; Χωρίς να διστάσει τον χτύπησε με τον πυροσβεστήρα! Οι ενέργειες του δεν ήταν τυχαίες. Οι χειρισμοί του ήταν προσεκτικά σχεδιασμένοι. Γιατί σκότωσε το Μάριο; Μόνο εκείνος και οι συνεργοί του ξέρουν… Δεν υπολόγισε όμως την επιμονή και την αντοχή της μάνας, η οποία βλέποντας ότι έχει χάσει τα ίχνη του παιδιού της μετασχηματίζεται σε ατσάλι. Δεν μπορούσε να το έχει προβλέψει αυτό ο πανούργος, στενός φίλος…”, είπε χαρακτηριστικά.
Η εισαγγελέας χαρακτήρισε τον “εγκέφαλο” “εγκληματικό νου, παθολογικό ψεύτη, ανάλγητο, με την αίσθηση της παντοδυναμίας, όπως προέκυψε μέσα από τις καταθέσεις, χωρίς να αλλάξει τη στάση του όλα αυτά τα χρόνια!”.
Η ίδια απέρριψε όλα τα “σενάρια” του βασικού κατηγορούμενου, αναλύοντας φράση – φράση τις απολογίες όλων των εμπλεκομένων, ενώ διατύπωσε τα παρακάτω ερωτήματα:
“Πως ήταν σίγουρος πως οι δύο του γιοι δεν θα απευθύνονταν στην αστυνομία; Γιατί αναμείχθηκε ο ένας από τους γιους του στον εντοπισμό του αυτοκινήτου του Μάριου; Γιατί είπε σε φίλο του θύματος να μείνει μακριά από την υπόθεση επειδή “βρωμάει”; Είναι πολλά τα ερωτήματα για αυτόν όσο και για τη σύζυγο του βασικού κατηγορούμενου. Τα παραπάνω αποτελούν αντικείμενο μεταγενέστερης πρότασης μου προς το δικαστήριο σας”, τόνισε με έμφαση.
Η δίκη συνεχίστηκε με την αγόρευση του δικηγόρου της οικογένειας του θύματος Νίκου Ρουσσόπουλου. Ο ίδιος επέμεινε στην ύπαρξη και στον σημαντικό ρόλο συνεργών, αναφερόμενος ευθέως στους δύο μάρτυρες που κατέθεσαν κατ’ αντιπαράσταση στη δίκη σε δεύτερο βαθμό. Τόνισε πως οι άνθρωποι αυτοί δεν στέρησαν μόνο από μία μάνα το παιδί της, αλλά και το δικαίωμα της να πηγαίνει στο μνήμα του.
Κατά τη διάρκεια της αγόρευσης του κ. Ρουσσόπουλου, ο βασικός κατηγορούμενος δεν δίστασε να τον απειλήσει ενώπιον του δικαστηρίου, προκαλώντας την αντίδραση της Έδρας:
“Εμείς θα τα πούμε έξω…”, του είπε με θράσος.
Η δίκη θα συνεχιστεί την Πέμπτη 20 Ιουνίου.