Πανελλήνια συγκίνηση προκάλεσε η είδηση του θανάτου της ηθοποιού Μαίρης Χρονοπούλου, η οποία «έφυγε» από τη ζωή σήμερα, σε ηλικία 90 ετών, έπειτα από ολιγοήμερη νοσηλεία.
H ηθοποιός τα τελευταία 24ωρα νοσηλευόταν στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας μετά από πτώση που είχε στο σπίτι της στην Παιανία με αποτέλεσμα να χτυπήσει στο κεφάλι.
Η ηθοποιός είχε ταλαιπωρηθεί ιδιαίτερα από προβλήματα υγείας μετά από τραγικά περιστατικά.
Πιο συγκεκριμένα το 1999 είχε ένα σοβαρό τροχαίο ατύχημα το οποίο την καθήλωσε σε αναπηρικό αμαξίδιο.
Το δεύτερο συμβάν ήρθε το 2009, όταν από ένα κερί έπιασε φωτιά το φόρεμά της, με αποτέλεσμα να υποστεί σοβαρά εγκαύματα.
H ανακοίνωση του νοσοκομείου
"Σήμερα 06/10/2023, και ώρα 14:12 μμ κατέληξε η γνωστή ηθοποιός ΜΑΙΡΗ ΧΡΟΝΟΠΟΥΛΟΥ, στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Νοσοκομείου μας, στην οποία νοσηλευόταν από 02/10/2023" αναφέρει σε ανακοίνωσή της η διοίκηση του "Ευαγγελισμού" και εκφράζει θερμά συλλυπητήρια στους οικείους της.
Ποια ήταν η Μαίρη Χρονοπούλου
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Αποφοίτησε από τη σχολή του Εθνικού Θεάτρου, στο οποίο εμφανίστηκε στις ομάδες του χορού, σε αρχαία δράματα. Το 1957 άρχισε να συνεργάζεται με το ελεύθερο θέατρο, κάνοντας εμφανίσεις στο Ακροπόλ στα έργα των Αλέκου Σακελλάριου-Χρήστου Γιαννακόπουλου «Η Κυρία» και «Ρομάντζο μιας Καμαριέρας».
Στον κινηματογράφο πρωτοεμφανίστηκε σαν κομπάρσος στο Χαρούμενο ξεκίνημα του Ντίνου Δημόπουλου, παραγωγής Φίνος Φιλμ το 1954, όταν ήταν ακόμη φοιτήτρια. Το 1958 πήρε ένα μικρό ρόλο στο Τελευταίο ψέμα του Μιχάλη Κακογιάννη, πάλι στη Φίνος Φιλμ. Από το 1963 και μετά πρωταγωνιστεί σε πλειάδα δραματικών ταινιών της Φίνος Φιλμ, και όχι μόνο, σε ρόλους ντάμας και μοιραίας γυναίκας, δίπλα σε όλους τους άντρες πρωταγωνιστές της εποχής, όπως οι Νίκος Κούρκουλος, Φαίδων Γεωργίτσης, Δημήτρης Παπαμιχαήλ, Γιώργος Φούντας και Αλέκος Αλεξανδράκης.
Ξεχωρίζουν οι ερμηνείες της στην ταινία Τα κόκκινα φανάρια (1963) του Βασίλη Γεωργιάδη, υποψήφια για το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας στην 36η απονομή των βραβείων το 1964 σε παραγωγή της Δαμασκηνός - Μιχαηλίδης, Χωρίς ταυτότητα, (1963, Φίνος Φιλμ), Το χώμα βάφτηκε κόκκινο, δραματική ταινία του 1966 σε σκηνοθεσία του Βασίλη Γεωργιάδη και σενάριο Νίκου Φώσκολου, υποψήφια για το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας στην 38η απονομή των βραβείων το 1966, Πολύ αργά για δάκρυα του Γιάννη Δαλιανίδη (1968, Φίνος Φιλμ), Όταν η πόλις πεθαίνει σε σενάριο Νίκου Φώσκολου και σκηνοθεσία Γιάννη Δαλιανίδη (1969, Φίνος Φιλμ), Οι αδίστακτοι του Ντίνου Κατσουρίδη (1965, Σάβας Φιλμ), Κοινωνία ώρα μηδέν του Ντίνου Δημόπουλου (1966, Φίνος Φιλμ), Η λεωφόρος του μίσους (1968, Φίνος Φιλμ) και Ορατότης μηδέν του Νίκου Φώσκολου (1970, Φίνος Φιλμ).
Ανάμεσα σε αυτές τις κοινωνικές και δραματικές ταινίες εμφανίστηκε σε τρία μιούζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη, παραγωγής Φίνος Φιλμ, στα οποία θα κάνει θραύση: Οι θαλασσιές οι χάντρες, Μια κυρία στα μπουζούκια και Γοργόνες και μάγκες. Ιδιαίτερα στο Μια κυρία στα μπουζούκια σαγήνευσε το κοινό με το ακαταμάχητο στυλ και ταμπεραμέντο της τόσο υποκριτικά όσο και ερμηνεύοντας δύο από τις μυθικές επιτυχίες των τραγουδιών του ελληνικού κινηματογράφου, το «Είμαι γυναίκα του γλεντιού» και το «Του αγοριού απέναντι».
Την περίοδο 1967-68 υπήρξε η καλύτερη πρωταγωνίστρια του κινηματογράφου και κέρδισε το βραβείο της ενώσεως κριτικών.
Στη θεατρική της καριέρα, συνεργάστηκε με όλους τους μεγάλους θιάσους της Αθήνας και έπαιξε με την ίδια ερμηνευτική ικανότητα σε όλα τα είδη θεάτρου. Το 1972 συγκρότησε τον δικό της θίασο με τον οποίο ανέβασε τα έργα: «Τι ώρα θα γυρίσεις, Πηνελόπη» του Σόμερσετ Μομ και «Ένα καυτό κορίτσι» του Ιάκωβου Καμπανέλη.
Είχε στο ενεργητικό της σημαντικές ερμηνείες και στον νέο ελληνικό κινηματογράφο, όπως στις εξαίρετες ταινίες του Θόδωρου Αγγελόπουλου Οι κυνηγοί και Ταξίδι στα Κύθηρα, ενώ κέρδισε βραβείο Α’ γυναικείου ρόλου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης με την ταινία Τα παιδιά της χελιδόνας του Κώστα Βρεττάκου, το 1987.
Τον Αύγουστο του 1975 παντρεύτηκε τον πρώην δήμαρχο Σπάτων και πρώην βουλευτή Δήμο Μπότσαρη και χώρισαν μετά από λίγο καιρό.
Υπήρξε αρραβωνιασμένη για τρια χρόνια με τον ηθοποιό Ανδρέα Μπάρκουλη.
Έχει βαφτίσει τον γιο του Νίκου Κούρκουλου, Άλκη Κούρκουλο.
Τον Αύγουστο του 1999 υπέστη ένα σοβαρό ατύχημα με το αυτοκίνητό της, που την έχει αναγκάσει να βρίσκεται μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας.
Στις 16 Ιουνίου 2021 η Μαίρη Χρονοπούλου τιμήθηκε με το Βραβείο Συνολικής Προσφοράς στην Τελετή Απονομής των Βραβείων ΙΡΙΣ από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου. Το βραβείο παρέδωσε ο πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών, Σπύρος Μπιμπίλας, μαζί με τον πρόεδρο της Ακαδημίας, Γιώργο Τσεμπερόπουλο, στην ηθοποιό που με την «ρώμη της παρουσίας της σφράγισε μια σειρά κινηματογραφικών ειδών», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά.
Συλλυπητήρια από το υπουργείο Πολιτισμού
Tα θερμά της συλλυπητήρια εξέφρασε η ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού για την απώλεια της Μαίρης Χρονοπούλου.
Η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, στη δήλωσή της σημειώνει ότι η μεγάλη ηθοποιός «έχει εξασφαλίσει στην αιωνιότητα ρόλο πρωταγωνίστριας, στο πάνθεο του ελληνικού κινηματογράφου».
«Ηταν μια χαρισματική προσωπικότητα, καλλιεργημένη, πολυτάλαντη, γοητευτική που αφήνει πίσω της μια μεγάλη σειρά από επιτυχίες, τόσο στον κινηματογράφο, όσο και στο θέατρο, υπηρετώντας όλα τα είδη της υποκριτικής τέχνης», επισήμανε.
Από τη μεριά του, ο υφυπουργός Πολιτισμού Χρίστος Δήμας η απώλεια της σταρ του ελληνικού κινηματογράφου «βύθισε στη θλίψη τον ευρύτερο χώρο του Πολιτισμού, της τέχνης, του θεάτρου και του σινεμά».
Αναλυτικά η ανακοίνωση της υπουργού Πολιτισμού
Η Μαίρη Χρονοπούλου που, φοιτήτρια ακόμη στη Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, το 1954, ξεχώρισε στην ορχήστρα της Επιδαύρου, σε χορό αρχαίας τραγωδίας και ο Μιχάλης Κακογιάννης της έδωσε ένα ρόλο στο «Τελευταίο Ψέμα», έφυγε σήμερα από κοντά μας, έχοντας εξασφαλίσει στην αιωνιότητα ρόλο πρωταγωνίστριας, στο πάνθεο του ελληνικού κινηματογράφου.
Ηταν μια χαρισματική προσωπικότητα, καλλιεργημένη, πολυτάλαντη γοητευτική που αφήνει πίσω της μια μεγάλη σειρά από επιτυχίες, τόσο στον κινηματογράφο, όσο και στο θέατρο, υπηρετώντας όλα τα είδη της υποκριτικής τέχνης.
Το 1963 η ερμηνεία της στην ταινία Τα κόκκινα φανάρια (1963) του Βασίλη Γεωργιάδη, υποψήφια για το Οσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας, στην 36η απονομή του 1964- της άνοιξε διάπλατα τις πόρτες στη Φίνος Φιλμ, παίζοντας ρόλους πρωταγωνιστικούς, κερδίζοντας το 1967-8, το βραβείο της Ενώσεως Κριτικών.
Αλλά και στη δεκαετία του ΄80, ο Θόδωρος Αγγελόπουλος την εμπιστεύθηκε σε δυο αριστουργηματικές ταινίες του -Κυνηγοί, ταξίδι στα Κύθηρα- ενώ κέρδισε το Α΄Βραβείο γυναικείου ρόλου, στο Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης, με την ταινία του Βρεττάκου, το 1987, «τα παιδιά της Χελιδόνας».
Έζησε μια ζωή γεμάτη, έμφορτη από επιτυχίες και μεγάλη αποδοχή από ένα κοινό που της αναγνώρισε, πολύ γρήγορα, το ταλέντο της και τη λάτρεψε. Ηταν υπόδειγμα καλής συναδέλφου και άνθρωπος μεγάλης προσφοράς προς τους νεότερους ηθοποιούς. Αυθόρμητη, ειλικρινής, έμεινε σεμνή ως το τέλος, λέγοντας ότι «ήθελε να φύγει πριν γεράσει πολύ».
Εθνικό Θέατρο
Στην ανακοίνωσή του, το Εθνικό Θέατρο κάνει μια σύντομη αναδρομή στη «μακρόχρονη και επιτυχημένη πορεία στο θέατρο, στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση» της Μαίρης Χρονοπούλου και απευθύνει τα θερμά του συλλυπητήρια στους δικούς της ανθρώπους.
«Το Διοικητικό Συμβούλιο και ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου εκφράζουν τη βαθιά θλίψη τους για την απώλεια της Μαίρης Χρονοπούλου.
Διέγραψε μια μακρόχρονη και επιτυχημένη πορεία στο θέατρο, στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση. Γεννημένη το 1933 στην Αθήνα, η Μαίρη Χρονοπούλου σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Οι πρώτες της εμφανίσεις στο θεατρικό σανίδι ήταν με το Εθνικό Θέατρο κυρίως ως μέλος του Χορού σε τραγωδίες.
Ανάμεσά τους o “Ιππόλυτος” του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη (1953), o “Οιδίπους Τύραννος” του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή (1955), ενώ ξεχώρισε ως Πραξαγόρα στην κωμωδία “Εκκλησιάζουσαι»” του Αριστοφάνη σε σκηνοθεσία Γιάννη Μαργαρίτη (1987).
Θερμά συλλυπητήρια στους οικείους της».