Έφυγε από τη ζωή το βράδυ της Κυριακής σε ηλικία 78 ετών ο Θεολόγος Ψαραδέλλης που είχε κατηγορηθεί για συμμετοχή στην τρομοκρατική οργάνωση 17 Νοέμβρη και τελικά απαλλάχθηκε.
Σύμφωνα με πληροφορίες ο Ψαραδέλλης νοσηλευόταν διασωληνωμένος με προβλήματα υγείας στο Ερρίκος Ντυνάν. Είχε εισαχθεί στο νοσοκομείο με πνευμονίτιδα ακολούθως διεγνώσθη με αναπνευστική ανεπάρκεια, του χορηγήθηκε ισχυρή αντιβίωση χωρίς αποτέλεσμα.
Ο Θεολόγος Ψαραδέλλης συνελήφθη το καλοκαίρι του 2002 στη Χιλιαδού Ευβοίας, λίγες μέρες μετά την έκρηξη βόμβας στα χέρια του Σάββα Ξηρού. Ωστόσο απαλλάχθηκε των κατηγοριών.
Τι είπε στη δίκη της 17 Νοέμβρη
Αντιγράφουμε από την «Καθημερινή» (323/7/2002):
Στους «Λαμπράκηδες» από 20 ετών, παλιός γνωστός «επωνύμων και μη» αντιστασιακών στο Παρίσι και ενεργό μέλος της ΟΚΔΕ από το ’74, ο Θεολόγος Ψαραδέλλης δέχθηκε «για ιδεολογικούς λόγους» την πρόταση του «Γιαννάκη» να συμμετάσχει στη ληστεία της Εθνικής Τράπεζας στο Γαλάτσι, αλλά δεν θεωρεί τον εαυτό του μέλος της «17N», αφού, όπως ισχυρίζεται, «είναι αντίθετος με μια οργάνωση που δολοφονεί».
Ερώτηση: Κατηγορήθηκες άλλη φορά και για ποια αιτία:
Απόκριση: Εχω κατηγορηθεί και δικαστεί πολλές φορές για τα πολιτικά μου φρονήματα.
Ερώτηση: Κατηγορείσαι ήδη για τις πράξεις που σου γνωστοποιήθηκαν ανωτέρω. Τι απολογείσαι;
Απόκριση: «Από την ηλικία του ενός έτους διαμένω στην περιοχή των Αθηνών και συγκεκριμένα στις περιοχές Ψυχικού, Χαλανδρίου και Χολαργού. Από νεαρή ηλικία πολιτικοποιήθηκα και σε ηλικία 20 ετών εντάχθηκα στους «Λαμπράκηδες». Μάλιστα, την περίοδο 1965-1967 υπήρξα γραμματέας της T.O. Χαλανδρίου. Την περίοδο της δικτατορίας και συγκεκριμένα το 1967-68 ανέπτυξα έντονη αντιδικτατορική δράση. Για τον λόγο αυτό συνελήφθηκα και φυλακίστηκα με ποινή 13,5 ετών και ύστερα από 3,5 χρόνια αποφυλακίστηκα για λόγους υγείας, το έτος 1972. Στη συνέχεια, διαμέσου Γιουγκοσλαβίας – Ιταλίας – Αλπεων βρέθηκα στη Γαλλία, όπου με παρέλαβαν Γάλλοι σύντροφοι και με οδήγησαν στο Παρίσι. Εκεί ζήτησα και μου δόθηκε πολιτικό άσυλο. Εργαζόμουν ως τυπογράφος, παρ’ ότι η εργασία μου ήταν μηχανικός υφαντουργός. Στο Παρίσι γνώρισα πολλούς αντιστασιακούς, επωνύμους και μη, καθώς και τη σύζυγό μου Νάντια, την οποία παντρεύτηκα εκεί. Το έτος 1974 επέστρεψα στην Ελλάδα και προσπαθούσα να ενώσω τις διασπασμένες τροτσκιστικές οργανώσεις, πράγμα που έγινε αλλά στην πορεία ξαναδιασπάστηκαν. Μετά τη διάσπαση, εγώ παρέμεινα ως ενεργό μέλος της ΟΚΔΕ (Οργάνωση Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας – 4η Διεθνής). Λόγω προβλημάτων υγείας το έτος 1978 συνταξιοδοτήθηκα από το IKA. Μετά τη συνταξιοδότησή μου υπήρχε χρόνος και ασχολιόμουν περισσότερο με την οργάνωση, και συγκεκριμένα στην έκδοση εντύπων συνδικαλιστικών οργάνων, κυρίως των αριστερών οργανώσεων.
Το έτος 1986, ως ενεργό μέλος της ΟΚΔΕ και ευρισκόμενος στα γραφεία της στην περιοχή του Κεραμεικού, ήρθε στα γραφεία ο γνωστός σε μένα «ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ», του οποίου το επίθετο δεν θυμάμαι, που ανήκε στην οργάνωση «ΤΣΙΡΩΝΗ», και αφού βγήκαμε έξω από τα γραφεία, μου ζήτησε να τον βοηθήσω να μαζέψουμε χρήματα για το κίνημα απαλλοτριώνοντας χρήματα από κάποια τράπεζα.
Δέχτηκα και έπειτα από λίγες ημέρες, αφού έγινε η επιλογή της τράπεζας, με πήρε και μου υπέδειξε την τράπεζα και τι δουλειά θα κάνω. H τράπεζα που μου υπέδειξε ήταν η Εθνική Τράπεζα Ελλάδος που βρίσκεται στην οδό Ιω. Δροσοπούλου, στη συμβολή με τη λεωφόρο Γαλατσίου. H συμμετοχή μου θα ήταν να κρατάω «τσίλιες» έξω από την τράπεζα, δίπλα από έναν κάδο ή κάτι τέτοιο που υπήρχε εκεί, για να κάνω σινιάλο αν έρχεται κάποιος πελάτης και να τον σπρώξω μέσα. Επίσης, μου είπε ότι εκτός από εμάς τους δύο θα είναι και άλλα δύο άτομα. Τον ρώτησα αν τους ξέρω, μου απάντησε αρνητικά και του είπα να τους πει ότι με λένε «Φώτη», να μην πει το πραγματικό μου όνομα, όπως και έγινε. Υστερα από περίπου μία εβδομάδα συναντήθηκα με τον «ΓΙΑΝΝΑΚΗ» σε πάρκο που βρίσκεται επί της λεωφ. Γαλατσίου κοντά στην τράπεζα. Εκεί γνώρισα και είδα για πρώτη φορά και τα άλλα δύο άτομα. Εγώ στο σημείο πήγα με τα πόδια, αφού νωρίτερα είχα αφήσει ένα «παπάκι» χρώματος πρασίνου, δεν θυμάμαι αριθμό κυκλοφορίας, λίγο πιο πάνω, στην οδό Πρωτοπαπαδάκη στο Πανόραμα Γαλατσίου. Στο τριγωνικό πάρκο όπου συναντηθήκαμε, ο ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ είχε έρθει με ένα κλειστό φορτηγάκι χρώματος πορτοκαλί ξεθωριασμένο, ενώ τα άλλα δύο άτομα ήρθαν πεζοί. Εκεί μου τους σύστησε, προφανώς με ψευδώνυμα, τα οποία τώρα δεν θυμάμαι. Το μόνο που θυμάμαι ότι ήταν νεότεροί μου, ηλικίας 30-35 ετών, μετρίου αναστήματος, Ελληνες, χωρίς να μπορώ να δώσω άλλα τους χαρακτηριστικά επειδή έχουν περάσει 15 χρόνια περίπου. Μπαίναμε ένας – ένας στο φορτηγάκι και μεταμφιεζόμασταν, βάζοντας περούκες και μουστάκια. Εγώ φόρεσα μόνο ένα μουστάκι. Στη συνέχεια, από μια τσάντα που είχε φέρει ο ένας από τους δύο άγνωστους σε μένα, πήραμε από ένα πιστόλι ο καθένας. Επίσης είχαν μαζί ένα κουτί από γλυκά άδειο, το οποίο θα τοποθετούσαν σε κάποιο σημείο της τράπεζας κοντά στην πόρτα προς εκφοβισμό και λέγοντας ότι μέσα υπάρχει βόμβα, ώστε να μην τους ακολουθήσει κανείς, όπως και έγινε.
Στη συνέχεια πήγαμε στην τράπεζα περί την 09.00 ώρα και πραγματοποιήσαμε τη ληστεία όπως αυτή είχε προγραμματισθεί, με τη μόνη διαφορά ότι, ενώ βρισκόμουν εξωτερικά κοντά στην πόρτα, άκουσα μια γυναίκα να φωνάζει ότι είναι έγκυος. Ετρεξα μέσα, διαπίστωσα ότι ήταν όντως έγκυος υπάλληλος της τράπεζας και πριν λιποθυμήσει την κράτησα και την οδήγησα σε ασφαλές σημείο. Μετά το πέρας της ληστείας, η οποία διήρκεσε τρία λεπτά της ώρας, αποχωρήσαμε βιαστικά και αφού μπήκαμε στο κλειστό φορτηγάκι με οδηγό τον Γιαννάκη, φύγαμε προς την πλευρά των Τουρκοβουνίων. Στη διάρκεια της διαδρομής βγάλαμε τις μεταμφιέσεις και βάλαμε τα όπλα μέσα στην τσάντα από την οποία τα είχαμε πάρει. Τα όπλα που κρατούσαμε όλοι ήταν μαύρα πιστόλια, δεν γνωρίζω μάρκα και διαμέτρημα αυτών. Στη διαδρομή, και εκεί όπου είχα αφήσει το μηχανάκι μου, στο ύψος του Πανοράματος Γαλατσίου, κατέβηκα πρώτος από το φορτηγάκι ενώ οι άλλοι τρεις συνέχισαν, χωρίς να γνωρίζω τι έγινε. Την επομένη έμαθα από τις εφημερίδες το ποσό που είχαμε αφαιρέσει καθώς και τα σχόλια για την ευγενή χειρονομία μου προς την έγκυο υπάλληλο. Το ποσό που ανεγράφετο στις εφημερίδες ήταν γύρω στα 4 εκατομμύρια δραχμές. Μετά μία εβδομάδα περίπου, συναντήθηκα με τον Γιαννάκη στην πλατεία Εξαρχείων και τον ρώτησα τι έγινε και πού είναι τα λεφτά για να κάνουμε τις εκδόσεις που ήθελα για κάποια έντυπα. Μου απάντησε ότι τα χρήματα ήταν λίγα και πήγαν για άλλες ανάγκες. Στη συνέχεια, του είπα «μας πιάσανε κορόιδο» και «τέρμα, ώς εδώ, μην μου ξαναπείς για άλλη τέτοια δουλειά».
Ο σκοπός που συμμετείχα ήταν ότι μου έλεγαν ότι τα χρήματα θα ήταν 15 εκατομμύρια και πάνω και ότι θα έπαιρνα από αυτά πεντακόσιες χιλιάδες δρχ. που χρειαζόμουν για να εκδώσω κάποιο βιβλίο σε νέα έκδοση και συγκεκριμένα το βιβλίο «Σοσιαλιστική ή Δημοκρατική Επανάσταση στην Ελλάδα», του Πουλιωτόπουλου Παντελή. Με τη συμμετοχή μου στη ληστεία, που έγινε στην τράπεζα στα Πατήσια, δεν θεωρώ τον εαυτό μου ότι συμμετείχε σαν μέλος μιας εγκληματικής οργάνωσης όπως η «17N», αφού είμαι αντίθετος στη συμμετοχή μου σε μια οργάνωση που δολοφονεί, θα συμμετείχα όμως σε οποιαδήποτε νόμιμη οργάνωση η οποία για την έκδοση προπαγανδιστικού της υλικού χρειαζόταν χρήματα, έστω και αν αυτά προέρχονται από έκνομες ενέργειες. Από την ημέρα της ληστείας και μέχρι σήμερα, εκτός από τον Γιαννάκη που είδα ένα διάστημα μετά από αυτήν, τα άλλα δύο άτομα ουδέποτε έχω συναντήσει μέχρι σήμερα. Θέλω να ξανατονίσω ότι η συμμετοχή μου ήταν καθαρά ιδεολογική και γι’ αυτό μετέπειτα διαφωνήσαμε. Επίσης, μέχρι σήμερα, από την οργάνωση της ΟΚΔΕ όπου ανήκα ως ενεργό μέλος, κανένα άλλο μέλος της δεν γνωρίζει για την πράξη μου αυτή. Αλλο τίποτα δεν έχω να προσθέσω και υπογράφω».