Από τις 14 έως τις 16 Σεπτεμβρίου του 1943, 401 άνθρωποι δολοφονήθηκαν στις επαρχίες Βιάννου και Ιεράπετρας, στο δεύτερο μεγαλύτερο Ολοκαύτωμα της χώρας, κατ' εντολήν του σφαγέα Φρίντριχ Βίλχελμ Μίλερ
Το μήνυμα του Στρατηγού Φρίντριχ Βιλχελμ Μίλερ ήταν σαφές: «Καταστρέψατε την επαρχία Βιάννου. Εκτελέσατε πάραυτα, χωρίς διαδικασία, τους άρρενες που είναι πάνω από 16 ετών καθώς και όλους όσοι συλλαμβάνονται στην ύπαιθρο, ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας».
Στην επαρχία Βιάννου, στο νοτιοανατολικό τμήμα του Νομού Ηρακλείου, δημιουργήθηκε ισχυρή αντιστασιακή οργάνωση του , με καθολική συμμετοχή του πληθυσμού, από τις πρώτες ημέρες της ναζιστικής κατοχής, τον Ιούνιο του 1941. Ενώ η δυναμική παρουσία ομάδας ανταρτών στα βουνά της Βιάννου από το Γενάρη του 1943 υποχρέωσε τους Γερμανούς να διατηρούν στην Κρήτη ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις, αποδυναμώνοντας άλλα μέτωπα.
Στις 8-9 Σεπτέμβρη 1943 οι εξουδετέρωσαν γερμανικό φυλάκιο που είχε εγκατασταθεί στο πλησιέστερο προς το λημέρι των ανταρτών χωριό, την Κάτω Σύμη. Στις 12 Σεπτέμβρη, σε μάχη γερμανικής στρατιωτικής μονάδας με κλιμάκιο των ανταρτών στην είσοδο του χωριού Κάτω Σύμη, οι Γερμανοί υπέστησαν μεγάλες απώλειες σε νεκρούς, τραυματίες και 12 αιχμαλώτους.
Ο Γερμανός στρατηγός, Δ/της Φρουρίου Κρήτης, Μίλερ, σε διαταγή του προς τις στρατιωτικές δυνάμεις που εστάλησαν στη Βιάννο, αναφέρει: «Καταστρέψετε την επαρχία Βιάννου, εκτελέσετε πάραυτα, χωρίς διαδικασία, τους άρρενες που είναι πάνω από 16 ετών και όλους όσοι συλλαμβάνονται στην ύπαιθρο ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας».
Ακολούθησαν αντίποινα προς τον πληθυσμό. Στις ομαδικές εκτελέσεις, που έγιναν από τις 14 έως τις 16 Σεπτέμβρη, 401 κάτοικοι της περιοχής έχασαν τη ζωή τους και 980 κατοικίες σε 10 χωριά καταστράφηκαν. Σε δεκάδες ανέρχονται οι τόποι όπου έγιναν οι ομαδικές εκτελέσεις στα χωριά και στις αγροτικές περιφέρειες της Επαρχίας Βιάννου και στα γειτονικά της Επαρχίας Ιεράπετρας.
Στη φοβερή ώρα της δοκιμασίας, οδηγούμενοι στην εκτέλεση οι πατριώτες έδειξαν το μεγαλείο της ψυχής τους και τη δύναμή τους. Κανείς δε λύγισε, κανείς δεν έκλαψε, κανείς δεν παρακάλεσε. Ολοι τους απλά και ήρεμα, όπως ταιριάζει στους αληθινούς γενναίους, δέχτηκαν κατάστηθα τα δολοφονικά βόλια, ζητωκραυγάζοντας για την πατρίδα και την ελευθερία. Απ' όσους επέζησαν, τους μόνους μάρτυρες των τραγικών εκείνων στιγμών, κανείς δεν ανέφερε περίπτωση λιποψυχίας. Αντίθετα, ανέφεραν περιπτώσεις αρκετών που αντέδρασαν κι έπεσαν νεκροί ύστερα από πάλη με τους δολοφόνους τους.
...Το ομολογεί, εκτός των άλλων, και ο Γερμανός στρατηγός Αντρέ, Διοικητής Φρουρίου Κρήτης, ο οποίος αιματοκύλησε το νησί με τις εκατοντάδες των εκτελέσεων που διέταξε σε πολλά χωριά της Κρήτης, που είπε στον Σουηδό αντιπρόσωπο του ΔΕΣ όταν τον επισκέφτηκε:
«Οι Κρητικοί, όταν βρίσκονται μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα έχουν πάνω τους κάτι το μυθώδες. Είναι τόσο περήφανοι την τραγική εκείνη ώρα του θανάτου, που είναι αδύνατο να μην τους θαυμάσεις».
Και είναι πολλά τα περιστατικά που δείχνουν την αντρειοσύνη, την παλικαριά και τον πραγματικό ηρωισμό των ηρώων της 14ης Σεπτέμβρη μπροστά στο θάνατο. Αντίθετα, από την άλλη μεριά, είναι πολλές οι βάρβαρες και απάνθρωπες ενέργειες των Γερμανών εκείνες τις ημέρες...
Στις 17 του Σεπτέμβρη οι ομαδικές εκτελέσεις σταμάτησαν. Δεκάδες είναι οι οικογένειες που θρήνησαν δέκα, δεκαπέντε και είκοσι νεκρούς, συζύγους, γονείς, αδέλφια και ξαδέλφια. Σε 401 ανήλθαν οι νεκροί στα χωριά της Βιάννου και της Ιεράπετρας στις τρεις αποφράδες ημέρες του 1943, για να φτάσουν τους 460 μαζί μ' αυτούς που σκοτώθηκαν σε όλο το διάστημα της κατοχής. 8 μηνών ήταν το πιο μικρό, αγέννητο, στην κοιλιά της μάνας του, 96 χρονών ήταν ο πιο μεγάλος (Εμμ. Δασκαλάκης από τα Αμιρά).
127 ήταν πάνω από 60 χρονών και 20 ήταν γυναίκες. Αγρότες ήταν οι πιο πολλοί, αλλά και κτηνοτρόφοι, επαγγελματίες και έφεδροι αξιωματικοί. Ανάμεσά τους 2 κληρικοί, 5 δάσκαλοι, 1 καθηγητής, 1 δικηγόρος και 1 υπάλληλος των ΤΤΤ.
Το Ολοκαύτωμα της Βιάννου, οι θηριωδίες των ναζί παραμένουν άγνωστα γεγονότα στο ευρύτερο κοινό, στην Ελλάδα και διεθνώς. Λιγοστοί είναι και στη Γερμανία οι ενήμεροι κι αυτοί περιορίζονται στους λίγους τουρίστες, που τα τελευταία χρόνια επισκέπτονται το Ηρώο, καταγράφοντας τα συναισθήματά τους στο εκεί τηρούμενο βιβλίο.