Μία απίστευτη κομπίνα με «πακιστανικά» κινητά, με κέρδη για την σπείρα δεκάδων εκατομμυρίων και ζημιά αντίστοιχη για το Κράτος είχε στηθεί τα τελευταία 3-4 έτη, από σπείρα Πακιστανών, Μπαγκλαντεσιανών και Ελλήνων...
Οι αλλοδαποί νομιμοποιούνταν στην χώρα με πλαστά έγγραφα και με εξίσου πλαστά έγγραφα άνοιγα διαρκώς εικονικές εταιρείες μέσω των οποίων προμηθεύονταν από το εξωτερικό, κινητά τηλέφωνα σε χαμηλές τιμές, για τα οποία παρουσίαζαν εικονικές μεταπωλήσεις σε ακόμα χαμηλότερες τιμές σε άλλες εταιρείες που άνοιγε το κύκλωμα και μέσω δύο καταστημάτων και διαδικτύου πωλούσαν συσκευές στο αγοραστικό κοινό, σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές, στην ουσία κερδίζοντας με αυτόν τον τρόπο την απώλεια ΦΠΑ, από την οποία κέρδιζαν αυτοί και ο αγοραστής και έχανε το Κράτος.
Από την δράση τους που κράτησε τουλάχιστον 3-4 χρόνια, το Κράτος έχασε από αυτή την πανούργα διαδικασία πάνω από 5 εκατ. ευρώ σε φόρους και ζημιώθηκε η εγχώρια αγορά από τον αθέμιτο ανταγωνισμό, ειδικά όταν αυτοί είχαν έναν κύκλο συναλλαγών που ξεπέρασε τα 50 εκατ. ευρώ!
Πιο αναλυτικά:
Από τη Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας της Ελληνικής Αστυνομίας, μετά από πολύμηνη συστηματική και εμπεριστατωμένη αστυνομική έρευνα, εξαρθρώθηκε πολυμελής εγκληματική οργάνωση που τα τελευταία 4 χρόνια διέπραττε συστηματικά πλήθος εξαπατήσεων σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου ζημιώνοντας σημαντικά την περιουσία του από την μη καταβολή νόμιμων φόρων.
Για την υπόθεση αυτή οργανώθηκε προχθές (26 Απριλίου 2017) συντονισμένη αστυνομική επιχείρηση, κατά την οποία πραγματοποιήθηκαν ταυτόχρονες έρευνες σε διάφορες περιοχές της Αττικής, παρουσία Δικαστικών Λειτουργών, με αποτέλεσμα να συλληφθούν 10 μέλη της οργάνωσης και συγκεκριμένα επτά αλλοδαποί ηλικίας από 24 έως 45 ετών και τρεις Έλληνες ηλικίας από 37 έως 51 ετών. Μεταξύ των συλληφθέντων περιλαμβάνονται και τα τρία αρχηγικά μέλη της οργάνωσης – αλλοδαποί.
Σε βάρος τους σχηματίστηκε δικογραφία κακουργηματικού χαρακτήρα για τα –κατά περίπτωση- αδικήματα της συγκρότησης, ένταξης και διεύθυνσης της εγκληματικής οργάνωσης, της πλαστογραφίας και απάτης κατ' επάγγελμα και κατ' εξακολούθηση, της υφαρπαγής ψευδούς βεβαίωσης, της παράβασης της νομοθεσίας για τα σήματα, τις φορολογικές διαδικασίες, την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας καθώς επίσης της νομοθεσίας για τον Κώδικα Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης.
Στη δικογραφία περιλαμβάνονται άλλα τρία) μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, τα οποία δεν κατέστη εφικτό να εντοπιστούν στο πλαίσιο της επιχείρησης καθώς και 9 άτομα (8 Έλληνες και μια αλλοδαπή) που κατηγορούνται ως συνεργοί των μελών της οργάνωσης για τα αδικήματα των φορολογικών παραβάσεων και της χρήσης πλαστών εγγράφων.
Στο πλαίσιο της επιχείρησης εντοπίστηκε και συνελήφθη και φυγόποινος Έλληνας, καθόσον εκκρεμούσε σε βάρος του καταδικαστική Απόφαση του Τριμελούς Πλημ/κείου Αθηνών, για παράβαση της νομοθεσίας που αφορά τις εργοδοτικές εισφορές.
Η εξάρθρωση της οργάνωσης και η σταδιακή αποδόμηση της εγκληματικής της δράσης είναι αποτέλεσμα πολύμηνων και στοχευμένων αστυνομικών ερευνών, κατά τις οποίες αξιοποιήθηκαν και διασταυρώθηκαν πλήθος στοιχείων και δεδομένων που αφορούσαν τις παράνομες δραστηριότητες των μελών της.
Η δράση της εγκληματικής οργάνωσης εντοπίζεται από το Μάρτιο του 2013 και ήταν δομημένη ιεραρχικά, ενώ τα μέλη της λειτουργούσαν με διακριτούς ρόλους, στο πλαίσιο κεντρικού σχεδιασμού. Αρχηγικό-καθοδηγητικό ρόλο κατείχαν τρεις από τους αλλοδαπούς συλληφθέντες, οι οποίοι και αναλάμβαναν την στρατολόγηση κυρίως ομοεθνών τους, προκειμένου αυτοί να εκτελούν δευτερεύουσες λειτουργίες και δραστηριότητες της εγκληματικής οργάνωσης.
Σκοπός τους ήταν να διαπράξουν εξακολουθητικά πλήθος παράνομων δραστηριοτήτων - συναλλαγών (εξαπατήσεων, πλαστογραφιών και υφαρπαγές εγγράφων, μη καταβολή νόμιμων φόρων) και να αποκτήσουν παράνομο οικονομικό όφελος, ζημιώνοντας την περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου.
Τα μέλη της οργάνωσης στις δραστηριότητες τους αυτές επιδείκνυαν πλαστά, νοθευμένα ή υφαρπαχθέντα έγγραφα με σκοπό την επίτευξη:
Για την πραγμάτωση των παραπάνω σκοπών τα αρχηγικά μέλη, είχαν διαμορφώσει ένα δίκτυο επιμέρους υποδομών και συγκεκριμένα:
Τα έγγραφα που χρησιμοποιούσε το εγκληματικό δίκτυο για να εξαπατήσει τις Υπηρεσίες του Δημοσίου και τα Τραπεζικά Ιδρύματα ήταν κυρίως:
διαβατήρια με αλλοιωμένο περιεχόμενο, που είχαν εκδοθεί από Αρχές του Πακιστάν και Μπαγκλαντές, στα οποία είχαν αντικατασταθεί οι φωτογραφίες των πραγματικών κατοχών και είχαν επικολληθεί φωτογραφίες μελών της οργάνωσης, ενώ είχαν πλαστογραφηθεί και οι υπόγραφες τους, και πλαστά εξ υπαρχής καταρτισθέντα έγγραφα, όπως άδειες διαμονής αλλοδαπών και βεβαιώσεις αιτήσεων αδειών διαμονής εκδοθείσες από διάφορες Διευθύνσεις Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, στα οποία είχαν επικολληθεί επίσης φωτογραφίες μελών της οργάνωσης.
Αναφορικά με τη μεθοδολογία δράσης τους ( modus operandi ) προκύπτει ότι τα αρχηγικά μέλη, ανέθεταν σε μέλη της οργάνωσης (κυρίως αυτών που είχε επικολληθεί η φωτογραφία στα παραπάνω έγγραφα) και σε άλλα πρόσωπα τα οποία εφοδίαζαν με ψευδείς εξουσιοδοτήσεις, να τα καταθέσουν στις αρμόδιες Υπηρεσίες του Ελληνικού Δημοσίου όπως ΔΟΥ, ΟΑΕΕ, ΕΦΚΑ, Εμπορικά Βιομηχανικά Επιμελητήρια κ.α καθώς και σε Τραπεζικά Ιδρύματα της χώρας, παραπλανώντας και εξαπατώντας τους αρμόδιους υπαλλήλους, οι οποίοι κατά περίπτωση προέβησαν στην έκδοση διοικητικών και άλλων πράξεων.
Με την διαδικασία αυτή κατάφεραν:
Επίσης από τον διασταυρωτικό έλεγχο φορολογικών στοιχείων και των κινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών, που πραγματοποίησε η Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας, διαπιστώθηκε ότι απέκρυψαν έσοδα ποσού 5.905.624,00 (πλέον ΦΠΑ) περίπου, ενώ προέκυψε και ανακριβής δήλωση εισροών (φαινομενική αγορά εμπορευμάτων) συνολικού ποσού 11.347.525,18 ευρώ, προς συμψηφισμό του ΦΠΑ.
Χαρακτηριστικό είναι ότι όλες αυτές οι «εικονικές» ατομικές επιχειρήσεις, λειτουργούσαν για βραχυχρόνιο διάστημα και διαδοχικά μεταξύ τους, κατά τρόπο όπου η παύση της δραστηριότητας κάθε από αυτές, κατά περίπτωση, σχεδόν συνέπιπτε χρονικά με την έναρξη δραστηριότητας της επόμενης.
Για την υλοποίηση των παράνομων δραστηριοτήτων τους, μίσθωσαν χώρους, οι οποίοι δηλώθηκαν ως δήθεν έδρες των «εικονικών» επιχειρήσεων, πλην όμως στις διευθύνσεις αυτές δεν αναπτύσσονταν πραγματική δραστηριότητα.
Ο «πραγματικός» συντονισμός των διαδικασιών που εξασφάλιζαν την εμπορική δραστηριότητα των περισσότερων εικονικών επιχειρήσεων και τη διαχείρισή τους, πραγματοποιούνταν σε τρείς μισθωμένους χώρους στο κέντρο της Αθήνας, όπου υπήρχε φυσική παρουσία των μελών της οργάνωσης.
Με σκοπό μάλιστα να αποκρύπτουν την πραγματική διαχείριση των «εικονικών ατομικών επιχειρήσεων δήλωναν ανακριβή στοιχεία στις φορολογικές αρχές, αποκρύπτοντας, συμψηφίζοντας και εκπίπτοντας τον οφειλόμενο φόρο προς το Ελληνικό Δημόσιο και προέβαιναν σε παύση των δραστηριοτήτων των εν λόγω επιχειρήσεων.
Τα αρχηγικά μέλη της εγκληματικής οργάνωσης εκτός των προαναφερόμενων «εικονικών ατομικών επιχειρήσεων», που κατάφεραν να δημιουργήσουν με τη παραπάνω διαδικασία, διαχειρίζονταν πραγματικά ακόμη δύο εταιρείες που δραστηριοποιούνταν στο χονδρικό εμπόριο κινητών τηλεφώνων και άλλων ηλεκτρονικών ειδών.
Για την «προσέλκυση» πελατών και τη τελική διάθεση των προϊόντων τους, τα μέλη της οργάνωσης προέβαιναν συστηματικά στην υποτιμολόγηση των ειδών κινητής τηλεφωνίας και άλλων ηλεκτρονικών ειδών που αποκτούσαν με ενδοκοινοτικές συναλλαγές.
Έτσι καταλάμβαναν σημαντικό μερίδιο στην εσωτερική αγορά, έχοντας αθέμιτο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, έναντι άλλων επιχειρήσεων με ομοειδή δραστηριότητα και κατά συνέπεια ελάττωναν την αξία του προς είσπραξη ΦΠΑ του Ελληνικού Δημοσίου.
Μάλιστα, ένα από τα αρχηγικά μέλη είχε αναπτύξει επιχειρηματική συνεργασία με πολυάριθμες εταιρείες που δραστηριοποιούνταν στο χονδρικό εμπόριο ειδών κινητής τηλεφωνίας και άλλων ηλεκτρονικών προϊόντων, οι οποίες είχαν τις έδρες τους σε χώρες Κ-Μ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είχαν την έγκριση για πραγματοποίηση ενδοκοινοτικών παραδόσεων στη χώρα μας.
Η συνολική αξία των ενδοκοινοτικά αποκτηθέντων εμπορευμάτων ανέρχεται, κατά προσέγγιση, στο ποσό των 58.000.000 ευρώ περίπου. Κατά τις έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε οικίες, καταστήματα και εταιρείες των δραστών, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν μεταξύ άλλων:
Οι συλληφθέντες με τη σχηματισθείσα σε βάρος τους δικογραφία οδηγήθηκαν χθες στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών και η υπόθεση παραπέμφθηκε σε Ειδικό Ανακριτή.