Ημέρα Μνήμης: Για πρώτη φορά στο Πλωμάρι της Λέσβου θα πραγματοποιηθεί σήμερα (26/08) εκδήλωση τιμής και μνήμης για τους 35 Πλωμαρίτες που έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια της Κατοχής 1941-1945, στην πλατεία Εθνικής Αντίστασης.
Την εκδήλωση διοργανώνει ο πολιτιστικός Σύλλογος «Πόλιον», αλλά και οι «Φίλοι Ιστορικής Μνήμης και Πολιτιστικής Δημιουργίας», μια ομάδα οχτώ Λέσβιων με θητείες σε κοινωνικούς και πολιτιστικούς φορείς (Αλβανός Δούκας, Βλαστάρης Στρατής, Γαλέτσας Γιώργος, Κομνηνάκας Απόστολος, Κουτσκουδής Παναγιώτης, Μπουρνούς Δημήτρης, Τσιριγώτης Νίκος, Χατζηλίας Χρίστος) με σκοπό να κάνουν γνωστές στη λεσβιακή κοινωνία πλευρές της νεότερης ιστορίας του νησιού.
Με την ευκαιρία αυτή οι «Φίλοι Ιστορικής Μνήμης» έδωσαν στη δημοσιότητα – για πρώτη φορά – πίνακα με τα 35 ονοματεπώνυμα θυμάτων με καταγωγή από την συμπεριλαμβάνοντας σε κάθε εγγραφή τον τόπο και το έτος γέννησης, την ημερομηνία θανάτου και συνοπτικά τον τρόπο που ο καθένας απ’ αυτούς έχασε τη ζωή του.
Ο κατάλογος αυτός συντάχθηκε με βάση τα δυο βιβλία του Γιώργου Γαλέτσα, «Στο σημάδι…» και «Λέσβιοι στην Εθνική Αντίσταση – πορεία προς το θάνατο», αλλά και του τρίτου βιβλίου που θα κυκλοφορήσει το πρώτο εξάμηνο του 2018 με το οποίο ολοκληρώνεται η έρευνά του για την περίοδο αυτή.
Ανάμεσα στα έγγραφα, τις φωτογραφίες και τα ντοκουμέντα που έχουν σχέση με τους θανάτους αυτούς, στην έρευνα του κ. Γαλέτσα περιλαμβάνεται και η ιστορία του Μαθιού Πρωτόγυρου. Είναι άνοιξη του 1942 και οι νέοι αναζητούν μια ευκαιρία για να εγκαταλείψουν το νησί.
«Αδειες μετακίνησης για άλλα μέρη της Ελλάδας, δεν χορηγούνται από τις αρχές Κατοχής, οπότε η μόνη διέξοδος είναι η φυγή τις μικρασιατικές ακτές και απ' εκεί, μέσω αγγλικών συνδέσμων, στη Μέση Ανατολή. Ο κίνδυνος της αποτυχημένης διαφυγής, μεγάλος, και το κόστος της, που είναι η εκτέλεση, ακόμα μεγαλύτερο. Η εμπειρία του περασμένου φοβερού χειμώνα της ανεργίας, της ανέχειας, των στερήσεων, της πείνας είναι ακόμα νωπή» εξηγεί ο συγγραφέας.
Μυστικά οργανώνονται ομάδες 3-5 ατόμων με σκοπό την διαφυγή. Σε μια από αυτές και ο 22χρονος, ξυλουργός στο επάγγελμα, Μαθιός Πρωτόγυρος. Η ομάδα του, φτάνοντας στις μικρασιατικές ακτές πέφτει στα χέρια τουρκικού φυλακίου γερμανικών «συμφερόντων» και τους διατάσσει να κινηθούν προς τη Μυτιλήνη. Κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες, ο Μαθιός αποκόπτεται από τους υπόλοιπους και άγνωστο πώς, σε λίγες μέρες εμφανίζεται στην περιοχή του Παλαιοχωρίου στο «Αυτό ήταν και το μεγαλύτερο του λάθος» λέει ο κ. Γαλέτσας.
Κάποιος ειδοποίησε τους Γερμανούς και την ίδια μέρα τοιχοκολλήθηκε διαταγή στο Παλαιοχώρι ότι «αν εντός 24ώρου δεν παρουσιαστεί ο Μαθιός, οι γονείς θα συλληφθούν και θα δικαστούν αυτοί σε θάνατο». Ο Μαθιός παρουσιάζεται και παραδίδεται στους Γερμανούς, θεωρώντας ότι θα φανούν ελαστικοί μαζί του.
Την Πέμπτη 14 Μαΐου, μια ομάδα Παλαιοχωριανών θα επισκεφθεί τις ποινικές φυλακές Μυτιλήνης, όπου και θα συνομιλήσει με τον Μαθιό, ο οποίος ζήτησε να παραγγείλουν στη μάνα του καθαρά ρούχα. Πρωινές ώρες Σαββάτου, οι γονείς του με τα πόδια και με καϊκι θα φτάσουν στο Πέραμα, στις ποινικές φυλακές. Ζητούν απ' τη φρουρά, το γιο τους και αυτοί αμέσως τους οδηγούν στο διευθυντή των φυλακών.
Αυτός τους ανακοινώνει ότι ο γιος τους, το πρωινό της Παρασκευής, παρελήφθη από γερμανικό καμιόνι μαζί με τους έξι μελλοθάνατους και οδηγήθηκαν στα «Τσαμάκια» όπου και εκτελέστηκαν με ριπές οπλοπολυβόλου, ενώ στη συνέχεια Γερμανός αξιωματικός τους έριξε τη «χαριστική» βολή.
Οι γονείς ζητούν από τον διερμηνέα να μάθουν περισσότερες λεπτομέρειες για τις τελευταίες στιγμές του γιου τους. Το μόνο που έκανε, είναι να τους δείξει στην αριστερή πλευρά ακάλυπτου χώρου, το τρίτο πεύκο όπου είχαν δεμένο τον Μαθιό.
-Και πού είναι το σώμα του, κύριε; Ρώτησαν και οι δυο με μια φωνή. Πρέπει να τον πάρουμε στο χωριό, να τον πλύνουμε, να τον ντύσουμε, να τον κλάψουμε, να τον κηδέψουμε και να τον θάψουμε!
-Οι Γερμανοί δεν παραδίδουν τα σώματα των εκτελεσμένων!
-Και τί τα κάνουν;
-Τα πετάνε στη θάλασσα, ψιθύρισε ο διερμηνέας και απομακρύνθηκε από τον χώρο εκτέλεσης.
Κατάπληκτος ο πατέρας, θα φωνάξει: -Εμείς κύριε... ακόμη και τα σκυλιά μας, ακόμη και τα γατιά μας τα θάβουμε, γιατί κι αυτά έχουν ψυχή!
Αποσβολωμένη η μάνα κοιτάει το πέλαγος και ψιθυρίζει:
-Τους αντίχριστους, ούτε σκουπίδι νά’ταν ο Μαθιός μου. «Και γυρίζοντας τη πλάτη», όπως περιγράφει ο κ. Γαλέτσας «θα πλησιάσει το τρίτο πεύκο αριστερά και θα γείρει πάνω στο γρατσουνισμένο κορμό του αγκαλιάζοντας τον, βουβή. Στη συνέχεια σκύβοντας στη βάση του κορμού, χαϊδεύει το χώμα κι απαλά-απαλά μαζεύει μια χούφτα κόκκινη λάσπη και τη δένει μέσα στο τσεμπέρι που φορούσε στο κεφάλι της, για να την πάει στο χωριό, να κάνει την κηδεία και το μνημόσυνο του Μαθιού της.
Ο πατέρας, πενήντα μέτρα πιο κάτω, πλένει το πρόσωπό του με τη θάλασσα και κουνώντας τα χέρια προς το πέλαγος αποχαιρετά το Μαθιό του».
Πηγή: