Η καθημερινότητα του καθηγητή Ιατροδικαστικής Παύλου Παυλίδη είναι συνυφασμένη με τον θάνατο. Έχει περάσει τα τελευταία 20 χρόνια εξετάζοντας ανθρώπινες σορούς που έχουν βρεθεί στον ποταμό Έβρο, στα σύνορα με την Τουρκία.
«Σήμερα μου έφεραν μία σορό από τον ποταμό, πιθανότατα πρόσφυγα», εξηγεί σε μέλη προσωπικού της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες κατά τη διάρκεια πρόσφατης επίσκεψής τους στο γραφείο του καθηγητή στην Αλεξανδρούπολη. «Θα συλλέξουμε πληροφορίες από τη σορό και από τα ρούχα» προσθέτει.
Ο κ. Παυλίδης αναφέρει ότι αυτή είναι η δωδέκατη σορός που του έχει φέρει φέτος η αστυνομία «και περιμένουμε περισσότερες». Έχει αρχεία στο γραφείο του για ακόμα 359 σορούς που έχει εξετάσει από το 2000 ως το 2017, όλες από την ελληνική πλευρά του ποταμού. Οι αριθμοί υπογραμμίζουν τους κινδύνους που οι άνθρωποι είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν.
Ο καθηγητής έχει πάθος με το επάγγελμά του και το βλέπει ως καθήκον του να καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να βοηθήσει τις οικογένειες να βάλουν ένα τέλος στην αγωνία τους με την ταυτοποίηση των αγνοούμενων συγγενών τους, οι περισσότεροι από τους οποίους, τα τελευταία χρόνια, ήταν πρόσφυγες που είχαν τραπεί σε φυγή για να γλυτώσουν από τον πόλεμο σε χώρες όπως η Συρία, το Ιράκ και το Αφγανιστάν.
«Προσπαθώ να βρω τον συνδετικό κρίκο μεταξύ των νεκρών και των εν ζωή συγγενών τους. Είναι πολύ σημαντικό για μένα και θέλω να δώσω μία απάντηση σε ανθρώπους που περιμένουν ένα τηλεφώνημα από τον γιο ή την κόρη τους (που αγνοείται)» σημειώνει.
Δεν είναι καθόλου εύκολη δουλειά, οι σοροί αποσυντίθενται γρηγορότερα στο γλυκό νερό από ό,τι στο θαλασσινό, τα έγγραφα διαλύονται, τα κινητά τηλέφωνα καταστρέφονται, τα πτώματα παραμορφώνονται και ως εκ τούτου δυσκολεύεται η ταυτοποίηση.
Όμως, συλλέγεται γενετικό υλικό (DNA) κατά της διάρκεια της νεκροτομής και προωθείται στην αστυνομία, ενώ τυχόν υπάρχοντα, όπως δαχτυλίδια, κλειδιά, κοσμήματα, ρούχα, παπούτσια, ρολόγια, πορτοφόλια, καθώς και τατουάζ ή άλλα χαρακτηριστικά σημάδια, αποτελούν στοιχεία τα οποία φωτογραφίζονται.
Μέχρι πέρυσι, ο κ. Παυλίδης, χάρη στο πολύτιμο ερευνητικό ταλέντο του, μπόρεσε να εξακριβώσει την ταυτότητα 103 νεκρών. Μερικές οικογένειες έρχονται και παίρνουν τις σορούς, άλλες τις αφήνουν να ταφούν στην Ελλάδα, το μέρος όπου έλαβε πικρό τέλος το ταξίδι τους προς την ελπίδα.
Η βασική αιτία θανάτου είναι ο πνιγμός, ενώ άλλοι πεθαίνουν από υποθερμία κατά τη διάρκεια του τσουχτερού χειμώνα ή από παθολογικά αίτια. Ένα μικρότερο ποσοστό χάνουν τη ζωή τους στην προσπάθειά τους να διασχίσουν σιδηροδρομικές γραμμές ή επειδή πάτησαν πάνω σε νάρκες κοντά στον ποταμό πριν γίνει η αποναρκοθέτηση.
Ο καθηγητής μπορεί να κρατάει καμιά δεκαριά σορούς για τρεις έως επτά μήνες στο νεκροτομείο και σε ειδικό κοντέινερ-ψυγείο που αποτελεί δωρεά της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού, ενώ στο μεταξύ καταβάλλει προσπάθειες για την ταυτοποίησή τους. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης με τα μέλη του προσωπικού της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, παρακολουθεί στενά και δίνει σχετικές οδηγίες στην έμπειρη βοηθό του, η οποία απομακρύνει με ψαλίδι τα ρούχα τής σορού που είχαν φέρει εκείνο το πρωί.
Ένα δαχτυλίδι στο χέρι αποτελεί ένδειξη της χώρας καταγωγής, αλλά ο κ. Παυλίδης υπολογίζει ότι ο άνδρας βρισκόταν μέσα στο νερό για τρεις εβδομάδες. «Είναι πολύ δύσκολο να γίνει η ταυτοποίηση» τονίζει.
Ταυτόχρονα, στον βόρειο Έβρο, ένα ζευγάρι από το Ιράκ, ψυχικά καταρρακωμένο, θρηνεί τον χαμό του ανιψιού του, Ahmed Fadhil, που έπεσε στα κρύα νερά του ποταμού όταν αναποδογύρισε η φουσκωτή βάρκα στην οποία επέβαιναν, στην προσπάθειά τους να περάσουν από την Τουρκία στην Ελλάδα μία νύχτα στις αρχές Απριλίου. Αυτοί ακριβώς είναι οι άνθρωποι που προσπαθεί να βοηθήσει ο κ. Παυλίδης.
«Ο Ahmed χάθηκε την ημέρα των γενεθλίων του, στις 4 Απριλίου. Μόλις είχε γίνει τεσσάρων…» εξηγεί με λυγμούς η θεία του Jihan, συνομιλώντας με το προσωπικό της Ύπατης Αρμοστείας στο Κέντρο Καταγραφής και Ταυτοποίησης, στο φυλάκιο στον Έβρο. Σε αυτό το Κέντρο, το οποίο διαχειρίζονται κρατικές Αρχές, γίνεται καταγραφή των νεοαφιχθέντων και ενημερώνονται για τα δικαιώματά τους. Η Jihan είχε αφιερωθεί στην ανατροφή του Ahmed, του μικρότερου γιου του αδερφού της, όταν η μητέρα του σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Ο σύζυγός της, Dilshad, φοβόταν για τη ζωή του. Μέχρι και σήμερα υποφέρει από ψυχολογικά προβλήματα και χρειάζεται θεραπεία.
Ο χαμός του Ahmed ήταν ένα σκληρό χτύπημα για το ζευγάρι, που δεν μπορούσε να κάνει δικά του παιδιά. Περίμεναν όλη μέρα δίπλα στο ποτάμι ψάχνοντας για το παιδί. «Δεν έχω καμία ελπίδα ότι μπορεί να ζει ο Ahmed» είπε αργότερα η Jihan, ιδιαίτερα συγκινημένη, προσθέτοντας ότι ο αδερφός της την παίρνει τηλέφωνο καθημερινά για να ρωτήσει εάν έχει καθόλου νέα. Το μόνο που της έχει απομείνει είναι οι φωτογραφίες ενός χαμογελαστού παιδιού που κρατούσε προστατευμένες σε μία πλαστική σακούλα.
«Εάν γνωρίζει κανείς τίποτα για τον Ahmed, πείτε μας εάν είναι ζωντανός ή νεκρός», εκλιπαρεί ο Dilshad. Στα τέλη Μαΐου, η σορός του Ahmed βρέθηκε στην τουρκική πλευρά. Τον αναγνώρισαν η Jihan και ο Dilshad από τα ρούχα του.
Ο κ. Παυλίδης, που είχε ακούσει για την περίπτωση του Ahmed, προβλέπει ότι θα συνεχίσει να είναι απασχολημένος όσο οι άνθρωποι εξακολουθούν να διασχίζουν τον ποταμό Έβρο. «Υπάρχουν νεκροί στα βάθη του ποταμού» επισημαίνει. Εν τω μεταξύ, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες προειδοποιεί για τους κινδύνους που κρύβουν αυτά τα ταξίδια και συνεχίζει να απευθύνει εκκλήσεις για ασφαλείς οδούς.