Ακριβότερα σε ποσοστό από 10% έως και 50%, θα προμηθευτούν φέτος την Καθαρά Δευτέρα την παραδοσιακή λαγάνα οι καταναλωτές στον νομό Θεσσαλονίκης, με τους αρτοποιούς να δηλώνουν πλέον αδυναμία να απορροφήσουν τις μεγάλες αυξήσεις στις πρώτες ύλες, όπως τόνισε μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η πρόεδρος του σωματείου τους «Ο Προφήτης Ηλίας», Έλσα Κουκουμέρια.
Ακριβότερο και το Σαρακοστιανό τραπέζι
Σε σχέση με το προηγούμενο έτος εκτιμάται ότι θα υπάρξει αύξηση κατά 7,79% στο κόστος του καλαθιού με είδη που καταναλώνονται τη Σαρακοστή.
Αυτό πρόεκυψε από έρευνα που πραγματοποίησε η γενική γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, στο πλαίσιο έναρξης της περιόδου της Σαρακοστής, αναφορικά με τις τιμές των προϊόντων που λόγω των ημερών παρουσιάζουν αυξημένη ζήτηση.
Όπως σημειώνεται σε σχετική ανακοίνωση, η προαναφερόμενη αύξηση οφείλεται κυρίως στην αύξηση των τιμών των οπωρολαχανικών (ενδεικτικά αναφέρεται ότι το ξερό κρεμμύδι παρουσιάζει αύξηση 98,25%, η πατάτα 48,61%, οι τομάτες 20,56 %, το λάχανο 50%). Οι κατεψυγμένες γαρίδες παρουσιάζουν επίσης μία αύξηση της τάξης του 17%. Στο είδος αυτό όμως, υπάρχει μεγάλη διαφοροποίηση των τιμών (μεγέθη, προέλευση κλπ) και οι καταναλωτές έχουν δυνατότητα φθηνότερης επιλογής. Στα ίδια επίπεδα κυμαίνεται η τιμή του χαλβά.
Συνοπτικά το μέσο κόστος του καλαθιού υπολογίζεται ότι ανέρχεται σε 60,40 ευρώ, ενώ η αξία αυτή κυμαίνεται μεταξύ 31,49 ευρώ και 107,40 ευρώ.
ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΣΑΡΑΚΟΣΤΙΑΝΕΣ ΣΥΝΤΑΓΕΣ
Η τιμή της Λαγάνας
«Μετά από τέσσερα χρόνια σταθερών τιμών, στα 2 ευρώ/τεμάχιο, φέτος οι καταναλωτές θα προμηθευτούν την Καθαρά Δευτέρα την παραδοσιακή λαγάνα σε τιμή από 2,20 ευρώ/τεμάχιο έως και 3 ευρώ/τεμάχιο», υπογράμμισε η ίδια, σπεύδοντας να επισημάνει, «μόνο το σουσάμι το τελευταίο τετράμηνο το πληρώνουμε ακριβότερα κατά 50 λεπτά/κιλό, με την τιμή του στα 2,25 ευρώ/κιλό, από 1,75 ευρώ/κιλό. Εάν συμπεριλάβει κάποιος και τις δύο αθόρυβες αυξήσεις στο αλεύρι τον Σεπτέμβριο και την υψηλή του βουτύρου και συνυπολογίσει και τα πάγια έξοδα του αρτοποιείου, αλλά και τις φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις του επαγγελματία, αντιλαμβάνεται αμέσως ότι η μικρή αυτή αύξηση είναι μονόδρομος».
Χαρακτηριστικά η ίδια επισήμανε ότι μπορεί μεν την ημέρα της Καθαράς Δευτέρας, να σχηματίζονται ουρές έξω από τους φούρνους, αλλά «στην τσέπη του φούρναρη ζήτημα να μπαίνουν 10-20 λεπτά/τεμάχιο και το ποσό αυτό δεν αποτελεί καν καθαρό κέρδος, αφού δεν συνυπολογίζονται τα εργατικά και οι οικονομικές υποχρεώσεις. Το 69,5% τουλάχιστο, επί της τιμής του κάθε προϊόντος που πουλάμε, πάει απευθείας στο κράτος», υπενθύμισε
Στο πλαίσιο αυτό, υπογράμμισε ότι ο φούρναρης ναι μεν θέλει να διατηρήσει ή και να αυξήσει την πελατεία του, αλλά φροντίζει τουλάχιστον να μην βουλιάξει ακόμη πιο βαθιά στα χρέη και στο πλαίσιο αυτό επισήμανε ότι ήδη ο νομός Θεσσαλονίκης μετρά κατά 30 λιγότερα αρτοποιεία και πρόσθεσε ότι «από τα εναπομείναντα 616 τα 50 φυτοζωούν, βρίσκονται στο κόκκινο». Επισημαίνεται ότι συνολικά στα αρτοπωλεία του νομού Θεσσαλονίκης κατασκευάζονται και πωλούνται πάνω από 450.000 λαγάνες την Καθαρά Δευτέρα.
«Ευχές» για τόνωση τουλάχιστον της ψυχολογίας
Την ευχή «τουλάχιστον την ημέρα της Καθαράς Δευτέρας να τονωθεί η ψυχολογία του φούρναρη», εξέφρασε η κ. Κουκουμέρια, προσθέτοντας ότι οι επαγγελματίες του κλάδου «το έχουν πραγματικά ανάγκη, αφού το δίμηνο Ιανουαρίου -Φεβρουαρίου καταγράφηκε μείωση τζίρου κατά 30% τουλάχιστον, συγκριτικά με το αντίστοιχο περσινό διάστημα».
Υπογραμμίζοντας ότι «κάποτε οι 40 ημέρες της Σαρακοστής αποτελούσαν τις πιο δυνατές ημέρες για τον φούρναρη», η ίδια αναγνώρισε ότι «έχουν περάσει ανεπιστρεπτί οι εποχές που οι καταναλωτές χτυπούσαν την πόρτα του εργαστηρίου μας στις 5 το πρωί προκειμένου να αγοράσουν λαγάνα, αφού από τους 100 προς 10ετίας, σήμερα ζήτημα να προσέλθουν 15» και σημείωσε ότι, «ακόμη και αυτοί οι λίγοι που έρχονται ειλικρινά βάζουν ένα χαμόγελο στα χείλη μας».
Μεταξύ άλλων η ίδια τόνισε ότι η «παρασκευή της παραδοσιακής λαγάνας που γίνεται με το χέρι, αποτελεί μια επίπονη διαδικασία 12 ωρών. Την Καθαρά Δευτέρα, θα πρέπει ο κάθε φούρνος να δουλέψει από τις 21:00 το βράδυ της Κυριακής, μέχρι τις 15:00 το μεσημέρι της επομένης», προκειμένου να ανταποκριθεί στη μεγάλη ζήτηση. «Όπως γίνεται αντιληπτό», πρόσθεσε, «για να ψηθούν οι ποσότητες που απαιτούνται (ως και 700 τεμάχια η μέση κατανάλωση ανά μαγαζί), θα πρέπει ο φούρναρης να πληρώσει τριπλό μεροκάματο, τη στιγμή που το περιθώριο κέρδους για τον αρτοποιό είναι συμπιεσμένο».
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση του ΑΠΕ-ΜΠΕ, η κ. Κουκουμέρια επισήμανε ότι δυστυχώς οι Έλληνες καταναλωτές εξακολουθούν να μην είναι «εκπαιδευμένοι» στην αγορά ψωμιού, αφού συχνά αγοράζουν κατεψυγμένο χωρίς να το γνωρίζουν. «Διαπιστώνουμε κάθε χρόνο το ίδιο σκηνικό να επαναλαμβάνεται. Επειδή ακριβώς την ημέρα της Καθαράς Δευτέρας τα περισσότερα καταστήματα είναι κλειστά, οι καταναλωτές προμηθεύονται από το φούρνο το φρέσκο και παραδοσιακό και μετά, για έναν μήνα τουλάχιστον, μάς προτιμούν στις αγορές τους, αφού φυσικά καταλαβαίνουν τη διαφορά στον ουρανίσκο τους».
«Εμπλουτισμένη» ή παραδοσιακή λαγάνα;
Αναφορικά με τις ...εμπλουτισμένες λαγάνες που κυκλοφορούν, με λιαστή τομάτα και ελιά ή και άλλα είδη, η ίδια σημείωσε «το μάρκετινγκ δεν έχει μόνο θετικό αντίκτυπο. Και όταν μιλάμε για αλλοίωση των εθίμων και της παράδοσης, εμένα δεν με βρίσκει σύμφωνη». Επισήμανε, δε, ότι ορισμένα αρτοποιεία στον νομό Θεσσαλονίκης δοκιμάζουν «προσμίξεις» για χάρη του μάρκετινγκ, αλλά γενικά, όπως τόνισε «είμαστε παραδοσιακοί στις προτιμήσεις μας. Ο κύριος όγκος αφορά σε παραδοσιακό προϊόν τόσο σε επίπεδο κατασκευής, όσο και κατανάλωσης».
Το...παραδοσιακό έθιμο της λαγάνας
Το παραδοσιακό έθιμο της λαγάνας παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στο νηστίσιμο τραπέζι της Καθαράς Δευτέρας. Η λαγάνα είναι άζυμος άρτος, που σημαίνει ότι παρασκευάζεται χωρίς προζύμι και φαίνεται ότι χρησιμοποιήθηκε από τους Ισραηλίτες κατά τη νύχτα της Εξόδου τους από την Αίγυπτο, υπό την καθοδήγηση του Μωυσή. Έκτοτε, επιβαλλόταν από τον Μωσαϊκό Νόμο για όλες τις ημέρες της εορτής του Πάσχα, μέχρι που ο Χριστός στο τελευταίο του Πάσχα ευλόγησε τον ένζυμο άρτο.
Η ιστορία της λαγάνας διατρέχει όλη τη διατροφική παράδοση από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Ο Αριστοφάνης στις «Εκκλησιάζουσες» λέει «Λαγάνα πέττεται», ενώ ο Οράτιος στα κείμενά του, αναφέρει τη λαγάνα ως «Το γλύκισμα των φτωχών».
Το έθιμο της λαγάνας παρέμεινε αναλλοίωτο ανά τους αιώνες και συνηθίζεται να παρασκευάζεται με μεράκι από τον αρτοποιό της γειτονιάς, τραγανή λαχταριστή και σουσαμένια και να καταναλώνεται κατά την Καθαρά Δευτέρα, την Πρωτονήστιμη Δευτέρα της Σαρακοστής. Γιατί η συγκεκριμένη Δευτέρα λέγεται «Καθαρά»; Η ονομασία προήλθε από τη συνήθεια που είχαν οι νοικοκυρές το πρωί της ημέρας αυτής, να πλένουν με ζεστό νερό και στάχτη όλα τα μαγειρικά σκεύη, ως «ημέρα κάθαρσης». Στη συνέχεια τα κρεμούσαν στη θέση τους, όπου και παρέμεναν μέχρι τη λήξη της νηστείας. Επίσης, κατά την ημέρα αυτή εξέρχονταν όλοι οικογενειακώς στην ύπαιθρο και έστρωναν κάτω στη γη και έτρωγαν νηστίσιμα φαγητά όπως χαλβά, ελιές, ταραμά και -φυσικά- λαγάνα.