Ο ρόλος της Εκκλησίας το 1821 μέσα από τα μάτια των ηρώων και των ιστορικών
Πολλά έχουν ακουστεί και έχουν γραφεί κατά καιρούς για τον ρόλο της Εκκλησίας κατά την επανάσταση του 1821.Οι αγωνιστές και οι ιστορικοί παρά τα όποια προβλήματα γέννησε η στάση ορισμένων κληρικών εκτιμούν ως θετικό τον ρόλο της Εκκλησίας.
" Ο θάνατος του Πατριάρχου και άλλων επισήμων κληρικών, εκτελεσθείς κατά την ημέραν του Πάσχα, προς εκφόβισιν ίσως, εθεωρήθη ως θρησκευτική περιφρόνησις· αι φυλακίσεις, oι φόνοι και αι αιχμαλωσίαι, γενόμεναι άνευ διακρίσεως, ενοχής ή αθωότητος και με τρόπον απηνή και απάνθρωπον, ενέπνευσαν τοσούτον τρόμον εις τους Έλληνας ώστε εθεώρησαν ότι ουδέν μέσον συμβιβασμού έμενε", γράφει ο Δ. Αινιάνος στο βιβλίο του" Το θρησκευτικόν αίσθημα πηγή του ΑγώνοςΑπομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως.
Μετά το τέλος της επανάστασης πολλοί κληρικοί ελάμβαναν "αποδεικτικόν δράσης" το οποίο υπέγραφαν οι καπεταναίοι. Χαρακτηριστικό είναι το κείμενο που υπογράφουν οι Μεσολογγίτες καπεταναίοι για τον επίσκοπο Ρωγών Ιωσήφ
"Άπαντες οι το πολιορκούμενον Μεσολόγγιον αγρύπνως διαφυλάξαντες στρατηγοί, αντιστράτηγοι και χιλίαρχοι, οι υπογεγραμμένοι, αποδεικνύομεν διά του παρόντος ότι ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Ρωγών Ιωσήφ, ως εξ ακοής βεβαίως εμάθομεν μερικοί και μερικοί είδομεν την Θεοφιλίαν του με τα ομμάτιά μας, εστάθη εις αυτήν την πόλιν και εις την πρώτην πολιορκίαν, την επί του Ομέρ-πασά και Κιουταχή, και εις μεν την δευτέραν του Σκόνδα-πασά, γενναίος και ακαταπτόητος, συνκινδυνεύσας τοις πολεμικοίς και συναγωνισθείς τοις πολιτικοίς και αόκνως καθ' ημέραν δεήσεις, παρακλήσεις και λιτανείας εκτελών προς Θεόν υπέρ ελευθερώσεως της Ελλάδος αμισθί. Ωσαύτως δε και εις την παρούσαν, φρικωδεστάτην πολιορκίαν του Κιουταχή εστάθη γενναίος και ακαταπτόητος, καθ' ημέραν περιερχόμενος εις τους προμαχώνας του φρουρίου τούτου και κατά νύκτα, ενθαρρύνων με την θείαν ελπίδα άπαν το στρατόπεδον και με την δύναμιν του Tιμίoυ Σταυρού παρακλήσεις τε και λιτανείας ποιών εν πάσαις ταις εκκλησίαις ακαταπαύστους, επισκεπτόμενος και παρηγορών τους πληγωμένους αόκνως και επιμελώς και κηδεύων τους θανατωθέντας σχεδόν άπαντας με πόνον και συμπάθειαν ψυχικήν του, χωρίς να αποβλέψη εις χρηματικήν απόλαυσιν και χωρίς να απολαμβάνη εκ της ενταύθα τοπικής Διοικήσεως μηνιαίον μισθόν ή τροφήν. Εις ένδειξιν λοιπόν των πιστών εκδουλεύσεών του και του μεγάλου προς την Ελλάδα πατριωτισμού του, δεδώκαμεν το παρόν αποδεικτικόν προς την Θεοφιλίαν του".
Του ρόλου των παπάδων υπεραμύνθηκε στα απομνημόνευμά του ο στρατηγός Μακρυγιάννης μετά το τέλος της επανάστασης και τους διωγμούς που υπέστησαν από τους Βαυαρούς:
«...και βρίζουν, οι πουλημένοι εις τους ξένους, και τους παπάδες μας, οπού τους ζυγίζουν άναντρους και απόλεμους. Εμείς τους παπάδες τούς είχαμε μαζί εις κάθε μετερίζι, εις κάθε πόνον και δυστυχίαν. Όχι μόνον διά να βλογάνε τα όπλα τα ιερά, αλλά και αυτοί με ντουφέκι και γιαταγάνι, πολεμώντας ωσάν λεοντάρια. Ντροπή, Έλληνες!».
Ωστόσο δεν ήταν το μετά.Στην ιδέα και την έναρξη της επανάστασης σημαντικός ήταν ο ρόλος των κληρικών :
«Την επανάστασιν εκίνησαν και ενεψύχωσαν οι κληρικοί ... άνευ των οποίων ο λαός δεν ήθελε κινηθή...»,γράφει οΦιλικός Εμμανουήλ Ξάνθος
Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης ανέφερε: «Είναι καιρός ... να κρημνίσωμεν από τα νέφη την ημισέληνον και να υψώσωμεν το σημείον, δι᾿ ου πάντοτε νικώμεν, λέγω τον Σταυρόν, και ούτω να εκδικήσωμεν την πατρίδα και την Ορθόδοξον ημών πίστιν από την ασεβή των ασεβών καταφρόνησιν».
Ενώ για τον Αδαμάντιο Κοραή «μόνον του Ευαγγελίου η διδαχή εμπορεί να σώση την αυτονομίαν του Γένους. Οι Έλληνες πολέμησαν όχι μόνο υπέρ πατρίδος, αλλά και υπέρ πίστεως».
Ο πρόξενος της Ολλανδίας Ντομένικο Οριγκόνο περιγράφει τη συμπεριφορά των Τούρκων κατά των παπάδων:
«Οι Τούρκοι στην Αθήνα κάνουν τα πάντα για να συλλάβουν παπάδες, γιατί, όπως διαδίδεται, οι παπάδες είναι αρχηγοί των επαναστατών».
Κατά καιρούς πολύς λόγος έχει γίνει για τον αφορισμό της επανάστασης από τον Πατριάρχη Γρηγόριο.Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης σε επιστολή του προς τον Κολοκοτρώνη αναφέρει:
«Ο Πατριάρχης, βιαζόμενος υπό της Πόρτας (Υψηλή Πύλη), σας στέλλει αφοριστικά και εξάρχους, παρακινώντας σας να ενωθήτε με την Πόρταν. Εσείς όμως να τα θεωρήτε αυτά ως άκυρα, καθότι γίνονται με βίαν και δυναστείαν και άνευ της θελήσεως του Πατριάρχου».
Ο Τούρκος ιστορικός Μώραλη Μελίκ Μπέη εξαίρει τον ρόλο του κλήρου:
«Τον λαόν υπεκίνησαν οι έχοντες συμφέροντα και σχέσεις μετά τούτων, οι έμποροι, οι πρόκριτοι και κυρίως οι μητροπολίται και γενικώς οι ανήκοντες εις τον Κλήρον, δηλαδή οι πραγματικοί ηγέται του Έθνους» .
Ο Διονύσιος Κόκκινος στο βιβλίο του "Η Ελληινκή Επανάστασης" σημειώνει: «Ο παπάς κάτω από τα ράκη του ράσου του κρατεί το ψαλτήρι και πηγαίνει να μάθη τα παιδιά, που τον περιμένουν, να διαβάζουν. Ομιλεί ακόμη εις τα παιδιά και διά τους μεγάλους ανθρώπους που εδόξασαν άλλοτε αυτόν τον τόπον. Διδάσκει την ολίγην ιστορίαν που γνωρίζει και αυτός. Το Κρυφό Σχολειό δεν είναι θρύλος. Το συνετήρησε παρά τας διώξεις, παρά την αξιοθρήνητον έλλειψιν παντός μέσου, παρά την φοβεράν πίεσι τόσων αμέσων αναγκών, που θα ήτο φυσικόν να οδηγήσουν προς τον εξισλαμισμόν, ο βαθύτατος πόθος του τυραννουμένου έθνους να υπάρξη» .
Για τον ρόλο της Εκκλησίας στην Παιδεία ο Νίκος Σβορώνος γράφει: «Οι αξιόλογες προσπάθειες της Ορθόδοξης Εκκλησίας για την εκπαίδευση, η οποία στους πρώτους αιώνες της Τουρκοκρατίας βρίσκεται αποκλειστικά στα χέρια της, με μοναδικούς δασκάλους τους μοναχούς και τον κατώτερο κλήρο (στα σχολεία που λειτουργούσαν στις εκκλησίες και στα μοναστήρια ως την κάποιαν ανώτερη παιδεία των διαφόρων μητροπόλεων και της Πατριαρχικής Ακαδημίας, που ίδρυσε αμέσως μετά την Άλωση ο Γεννάδιος και αναδιοργάνωναν οι διάδοχοί του), οι αγώνες για τη διαφύλαξη της Χριστιανικής πίστης και την καθαρότητα της Ορθοδοξίας, τα μέτρα για το σταμάτημα των εξισλαμισμών αποτελούν θεμελιακή συμβολή για τη διατήρηση της εθνικής συνείδησης των Ελλήνων.
Ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδος Ιωάννης Καποδίστριας ανντούσε δύναμη από την πίστη του:
«Ο Θεός είναι μετά της Ελλάδος και υπέρ της Ελλάδος και αύτη σωθήσεται. Επί ταύτης της πεποιθήσεως αντλώ πάσας μου τας δυνάμεις και πάντας τους πόρους».