Η Νέα Μονή χτίστηκε τον 11ο αιώνα (ανάμεσα στο 1042-1056) και αφιερώθηκε στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Καλύπτει μια έκταση 17000 τετραγωνικών μέτρων περίπου και βρίσκεται στο κέντρο του νησιού.
Το Μοναστήρι κατατάσσεται στα μνημεία που είναι υπό την προστασία της Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Περιλαμβάνει τον κύριο ναό, δύο μικρότερες εκκλησίες, την τράπεζα, όπου δειπνούσαν οι μοναχοί, τα καταλύματα (κελιά) των μοναχών και υπόγειες δεξαμενές που δημιουργήθηκαν για την αποθήκευση νερού. Στο βορειοδυτικό τμήμα της Μονής υπάρχει ένας επιβλητικός αμυντικός πύργος. Όλα τα τμήματα του Μοναστηριού περιβάλλονται από ψηλά πέτρινα τείχη.
Σύμφωνα με την μοναστική παράδοση, ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο Μονομάχος χρηματοδότησε το Μοναστήρι για να ανταποδώσει στους τρεις Χιώτες μοναχούς, Νικήτα, Ιωσήφ και Ιωάννη, οι οποίοι προέβλεψαν ότι η εξορία του στη Λέσβο ήταν προσωρινή και τελικά θα επιστρέψει στον θρόνο. Οι τρεις μοναχοί ανακάλυψαν την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας σε μια μυρτιά στην τωρινή τοποθεσία του Μοναστηριού. Αυτή ήταν και η τοποθεσία όπου αρχικά έχτισαν ένα μικρό εκκλησάκι με μερικά κελιά.
Ο Αυτοκράτορας Μονομάχος παρέδωσε στο Μοναστήρι ιδιοκτησίες και έσοδα, κάτι το οποίο ήταν πολύ σπάνιο για το βυζαντινό οικονομικό σύστημα. Το Μοναστήρι της Νέας Μονής έγινε ένα από τα πιο πλούσια και γνωστά μοναστήρια του Αιγαίου. Η ακμή συνεχίστηκε μέχρι την Σφαγή της Χίου το 1822 και λεηλάτησαν το Μοναστήρι. Από τότε άρχισε η οικονομική παρακμή.
Ο ναός βρίσκεται στο κεντρικό σημείο του Μοναστηριού. Αποτελείται από τον κύριο ναό, τον εσωνάρθηκα και τον εξωνάρθηκα. Η αρχιτεκτονική του ναού είναι νησιωτικού οκταγωνικού συστήματος με τρούλο. Τα μοναδικά δείγματα ύπαρξης αυτού του τύπου αρχιτεκτονικής σήμερα υπάρχουν στη Χίο και στην Κύπρο.
Τα υπόλοιπα κτίρια που βρίσκονται μέσα από τα όρια των τοίχων είναι:
Ο ναός του Αγίου Παντελεήμονα, ένας μικρός ναός στα δεξιά του δρόμου που οδηγεί στον πύργο.
Το Μουσείο, τα εκθέματα των λειψάνων του Μοναστηριού άνοιξαν για το κοινό το 1992.
Ο ναός του Τιμίου Σταυρού, ένας μικρός ναός χτισμένος δίπλα στην πύλη εισόδου, όπου υπάρχουν τα εναπομείναντα οστά των μαρτύρων και των μαχόμενων της σφαγής της Χίου.
Τα ψηιδωτά της Νέας Μονής χρονολογούνται από τον 11ο αιώνα. Σήμερα είναι μια από τις τρεις εναπομείνασες συλλογές στην Ελλάδα της βυζαντινής περιόδου και παραμένουν σε σχετικά καλή κατάσταση. Η εξαιρετική ποιότητά τους και το γεγονός ότι αποτελούν έργο καλλιτεχνών που συνδέονταν με τα μεγαλύτερα εργαστήρια της Κωνσταντινουπόλης, τα κατατάσσει ανάμεσα στα πιο σημαντικά δημιουργήματα της βυζαντινής τέχνης.
Χαρακτηριστικά της τεχνικής που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή των ψηφιδωτών είναι η δραματική έκφραση και η μοναστική απλότητα. Ένα μεγάλο τμήμα της επιφάνειας της ζωγραφιάς είναι από χρυσό και όπως αντανακλά το φως πάνω του, τονίζει την υπερβατικότητα των εικόνων και των σχημάτων δίνοντας την εντύπωση ότι μετακινούνται σ' έναν ανώτερο και πνευματικό κόσμο.