Άγιος Παΐσιος Όλα όσα πρέπει να ξέρουμε για τον πιο tredy άγιο της ορθόδοξης εκκλησίας

 
agios paisios

Ενημερώθηκε: 12/07/22 - 09:21

Του αγίου Παϊσίου σήμερα 12 Ιουλίου, , ημέρα της κοίμησής του το 1994. για την ορθόδοξη εκκλησία.

Ο άγιος Παΐσιος είναι ίσως η πλέον δημοφιλής μορφή μεταξύ των συγχρόνων, καθ' όλα υπαρκτών ανθρώπων, οι οποίοι οσιοποιήθηκαν και τιμώνται επισήμως σαν άγιοι. Ανακηρύχθηκε Άγιος της Ορθοδόξου Εκκλησίας από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως το 2015.

Κάθε χρόνο στις 11 προς 12 Ιουλίου, στην επέτειο της κοίμησής του, τελείται αγρυπνία στο Ιερό Ησυχαστήριο, με συμμετοχή εκατοντάδων πιστών.

Το όνομα του Παΐσιου έχει αποκτήσει στις μέρες μας μυθικές διαστάσεις. Εγινε, τρόπον τινά, «trendy» και «viral», ιδιαίτερα κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης. Η μορφή του προσέλκυσε πρωτοφανή δημοφιλία και πολύ συχνά στις καθημερινές συζητήσεις η προφητική διορατικότητα του Αγίου Παϊσίου χρησιμοποιείται καταχρηστικά για να περιβάλλει με το κύρος της μεταφυσικής αυθεντίας αποκαλύψεις για το ζοφερό μέλλον του Ελληνισμού, της οικουμένης κ.λπ. Η διδασκαλία και ο λόγος του συχνά πυκνά ευτελίζεται από τους «ψεκασμένους». Το ενδιαφέρον για τον Παΐσιο ενισχύθηκε ιδιαίτερα την περίοδο της οικονομικής κρίσης και κατά τις ημέρες της υγειονομικής κρίσης..

Η ζωή του Αγίου Παϊσίου μεταφέρθηκε με ιδιαίτερη επιτυχία στη μικρή οθόνη, στην τηλεοπτική σειρά του MEGA «Άγιος Παίσιος, από τα Φάρασα στον Ουρανό» (2022). Με την ενδεχόμενη εξαίρεση κάποιων λεπτομερειών, η σειρά εντυπωσίασε για την υψηλή ποιότητα της παραγωγής, την πειστικότητα της αναπαράστασης, τις ερμηνείες των ηθοποιών, αλλά ακόμη και με την πρωτοτυπία της όλης σύλληψης. Η σειρά αγκαλιάστηκε από το τηλεοπτικό κοινό προσελκύοντας αναλογικά ουρανομήκη ποσοστά τηλεθέασης (33% στο σύνολο του κοινού, 32,3% στο δυναμικό κοινό 18-54 ετών, μέγιστο 40,6% και κάλυψη άνω των 2,5 εκατ. τηλεθεατών). Ο «Άγιος» ανέβηκε ακόμη ψηλότερα με το 2ο επεισόδιο, φτάνοντας έως και το 47,9% στο κοινό των γυναικών ηλικίας 18-34 ετών, στο 37,6% στο σύνολο και στο 38,1% στο κοινό 18-54 ετών. Στα δε social media, τα σχόλια για τη σειρά -διθυραμβικά κατά το πλείστον- άγγιξαν τα 10.000 σε πλήθος την πρώτη εβδομάδα, ωθώντας το trend #AgiosPaisios ως το Νο.1 του ελληνικού Twitter.


Ο όσιος Παΐσιος

«Ο μεγαλύτερος εχθρός μου είναι το όνομά μoυ. Αλίμονο στον μοναχό που βγάζει όνομα, διότι μετά δεν θα έχει ησυχία, αλλά και οι άνθρωποι θα αρχίσουν να πλάθουν διάφορα πράγματα, τα οποία δεν είναι πραγματικότητα».Ο όσιος Παΐσιος είναι από τους αγίους που παρερμηνεύτηκε από πολλούς επειδή ήταν συγχρονός μας.

Ο Παΐσιος δεν ήταν μορφωμένος. Δεν ήταν άνθρωπος που παρακολουθούσε τα σύγχρονα προβλήματα μέσα από τις εφημερίδες και τα άλλα μέσα ενημέρωσης και δεν διάβαζε τίποτε άλλο παρά βίους αγίων.
Ένα σχισμένο ράσο, λίγα χόρτα και δυο σανίδες για κρεβάτι ήταν αρκετά για τον λιπόσαρκο μοναχό, ο οποίος νήστευε πολύ και προσευχόταν ακόμη περισσότερο. Όλο του το νοικοκυριό ήταν ένα κονσερβοκούτι, το οποίο χρησιμοποιούσε για κατσαρόλα, ποτήρι και φλιτζάνι, και ένα κουτάλι
Επειδή υπηρέτησε στον Στρατό ως ασυρματιστής, παρομοίαζε τον μοναχό ως «ασυρματιστή του Θεού», ο οποίος όσο απομακρυνόταν από τις πόλεις και όσο πιο ψηλά ανέβαινε στα βουνά τόσο πιο καλή επικοινωνία θα είχε, όπως έλεγε, με τον «δημιουργό του».

Ο Παΐσιος γεννήθηκε τον Ιούλιο του 1924 και εκοιμήθη τον Ιούλιο του 1994, ακριβώς μετά από 70 χρόνια.

Λίγο μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και όταν οι Μεγάλες Δυνάμεις προσπαθούσαν να βάλουν «τέλος στο ελληνοτουρκικό πρόβλημα», προκρίνοντας τη λύση της ανταλλαγής των πληθυσμών, στα Φάρασα της Καππαδοκίας η οικογένεια του Πρόδρομου και της Ευλογίας Εζνεπίδη αποκτούσε ένα ακόμη υγιέστατο αγοράκι, στις 25 Ιουλίου 1924. Μέσα στην τρέλα της εποχής, λίγες μόλις μέρες μετά τη γέννηση του παιδιού, έγινε η βάπτισή του. Αυτή όμως αποδείχτηκε ότι είχε και συμβολικό χαρακτήρα. Το νεογέννητο το βάπτισε ένας από τους πλέον σεβάσμιους ιερείς της ευρύτερης περιοχής της Καππαδοκίας, ο Αρσένιος, συγγενής της μητέρας του, ο οποίος μετά την κοίμησή του ανακηρύχθηκε άγιος από την επίσημη Εκκλησία.

Ο πατέρας του Παΐσιου ονομαζόταν Προκόπιος Θεοδοσίου. Για να γλυτώσει από τους Τούρκους, όμως, άλλαξε το όνομά του και το έκανε «Εζνεπίδης», που σημαίνει «αλλοδαπός». Η μητέρα του, Ευλογία, ανήκε στο γένος Φραγκοπούλου και ήταν συγγενής του Αρσένιου. Παντρεύτηκε σε ηλικία 15 χρόνων τον Πρόδρομο Εζνεπίδη, με τον οποίο απέκτησε δέκα παιδιά, από τα οποία τα δύο πρώτα πέθαναν. Το τρίτο το βάπτισε ο Αρσένιος και του έδωσε το όνομα Ζωή. Από τότε όλα τα υπόλοιπα έζησαν και μεγάλωσαν φυσιολογικά.

Τα δύο κορίτσια που πέθαναν ήταν η Αικατερίνη και η Σωτηρία. Τα υπόλοιπα παιδιά ήταν: η Ζωή, η Μαρία, ο Ραφαήλ, η Αμαλία, ο Χαράλαμπος, ο Αρσένιος (ο γέροντας Παΐσιος), η Χριστίνα και ο Λουκάς.

Το 1924, η οικογένεια Εζνεπίδη, όπως και εκατοντάδες άλλες, επιβιβάστηκε σε πλοίο για τον Πειραιά. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού και μέσα στον συνωστισμό που επικρατούσε, κάποιος πάτησε το βρέφος, αλλά τελικά το παιδί σώθηκε. Η οικογένεια έμεινε για λίγο στον Πειραιά και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο κάστρο της Κέρκυρας. Εκεί εκοιμήθη και ετάφη ο Άγιος Αρσένιος, ακριβώς σαράντα ημέρες από τον ερχομό του στην Ελλάδα. Μετά την Κέρκυρα, η οικογένεια πέρασε στην Ηγουμενίτσα, για να καταλήξει στην Κόνιτσα.

Ο γέροντας Παΐσιος έτρωγε άνοστα φαγητά (δεν έβαζε αλάτι για να μην πίνει πολύ νερό). Έπλενε μόνος του τα ρούχα του και όταν δεν πήγαινε με τους δικούς του στα χωράφια, έβγαζε τα παπούτσια του και έτρεχε ξυπόλυτος. Τα πόδια του μάτωναν, αλλά αυτός υπέμενε τον πόνο, μιμούμενος τους μάρτυρες. Την ίδια στιγμή διάβαζε και αποκτούσε αρκετές γνώσεις για τους αγίους και τον Χριστό, τις οποίες μετέφερε στους φίλους του.

Μετά τον Στρατό, έμεινε για λίγο στην Κόνιτσα και στη συνέχεια, φορώντας ακόμη τα στρατιωτικά ρούχα, ταξίδεψε για το Άγιον Όρος.Στην αρχή φιλοξενήθηκε στο κελί του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, που ανήκε στη Μονή Μεγίστης Λαύρας. Εκείνη την περίοδο, η οικογένειά του αντιμετώπιζε προβλήματα και του ζήτησε να επιστρέψει στην Κόνιτσα. Η πρώτη του επίσκεψη στο Άγιον Όρος δεν ήταν όπως την είχε φανταστεί και έτσι επέστρεψε στην οικογένειά του.

Στην Κόνιτσα ο Παΐσιος άρχισε να εργάζεται ως μαραγκός. Τον Μάρτιο του 1953 ήταν πιο έτοιμος από ποτέ να γίνει μοναχός. Έναν χρόνο αργότερα, στις 27 Μαρτίου 1954, πήρε ρασοευχή και του δόθηκε το όνομα Αβέρκιος. Στις 12 Μαρτίου 1956 άφησε τη Μονή Εσφιγμένου και εγκαταστάθηκε στη Φιλοθέου. Στις 3 Μαρτίου 1957 εκάρη μοναχός και πήρε το όνομα Παΐσιος. Η χαρά του δεν κράτησε πολύ, αφού τότε εμφανίστηκαν και τα πρώτα προβλήματα υγείας, και αναγκάστηκε πάλι να επιστρέψει στην Κόνιτσα.

Στη χαράδρα του Αώου, περίπου τρεις ώρες δρόμο από την Κόνιτσα, στην κορυφή της Γκαμήλας, υπάρχει η Ιερά Μονή Στομίου, την οποία είχαν κάψει οι Γερμανοί. Τον Αύγουστο του 1958 ο Παΐσιος πήγε εκεί και άρχισε την ανοικοδόμησή της με πενιχρά μέσα, καθώς η πρόσβαση στο μοναστήρι δεν ήταν καθόλου εύκολη.

Τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου ο Παΐσιος πήγε στην Κέρκυρα προκειμένου να κάνει ανακομιδή των λειψάνων του Αγίου Αρσενίου, του ανθρώπου που τον βάφτισε στα Φάρασα και του έδωσε το όνομά του. Όταν επέστρεψε με τα οστά του «αγίου του», με πολλή προσωπική δουλειά έδωσε ζωή στο μοναστήρι, δεχόταν εκεί πιστούς, συζητούσε μαζί τους και παράλληλα βοηθούσε τους φτωχούς της περιοχής.

Τον Οκτώβριο του 1961 η Μονή Φιλοθέου του έδωσε το τυπικό απολυτήριο και τον «απελευθέρωσε» για τις μελλοντικές του κινήσεις.

Στις 30 Σεπτεμβρίου 1962 παρέδωσε τη Μονή Στομίου και πήρε τη μεγάλη απόφαση να φύγει για τρίτη φορά από την Κόνιτσα. Το 1966 όμως η υγεία του επιβαρύνθηκε ακόμη περισσότερο και αφού δεν είχε άλλη επιλογή πήγε στη Θεσσαλονίκη, όπου έκανε εγχείρηση και του αφαιρέθηκε τμήμα από τα πνευμόνια του. Εκεί, στο κελί του Τιμίου Σταυρού έμεινε περίπου 10 χρόνια. Το 1968 η Μονή Μεγίστης Λαύρας έδωσε απολυτήριο στον Παΐσιο.
Το 1970 μετέφερε από την Κόνιτσα στο ησυχαστήριο της Σουρωτής τα λείψανα του Αγίου Αρσενίου με την ευχή να ταφεί και αυτός μια μέρα δίπλα «στον γέροντά του».

Στις 29 Οκτωβρίου 1972 επισκέφθηκε για πρώτη φορά τη γενέτειρά του, τα Φάρασα, προσκύνησε και έφυγε παίρνοντας μαζί του λίγο χώμα από την πατρίδα που δεν γνώρισε.

Στις 13 Μαΐου 1979 άφησε το κελί του Τιμίου Σταυρού και εγκαταστάθηκε στην Παναγούδα, κοντά στη Μονή Κουτλουμουσίου. Από εκεί και πέρα άνοιξε ο σημαντικότερος για τον ίδιο και τους γύρω του κύκλος της μοναστικής του ζωής.

Το 1970 μετέφερε από την Κόνιτσα στο ησυχαστήριο της Σουρωτής τα λείψανα του Αγίου Αρσενίου με την ευχή να ταφεί και αυτός μια μέρα δίπλα «στον γέροντά του».

Το 1993, ο γέροντας, προκειμένου να αντιμετωπίσει την αρρώστια που τον ταλαιπωρούσε, πήγε στη Θεσσαλονίκη και έκανε μια σειρά από εξετάσεις, από τις οποίες προέκυψε η σοβαρότητα της κατάστασής του. Όλο αυτό το διάστημα του συμπαρίσταντο οι μοναχές της Σουρωτής, που άλλωστε ήταν και πνευματικά τέκνα του γέροντα.

Στις 4 Φεβρουαρίου 1994 υπεβλήθη σε εγχείρηση στο έντερο και οι γιατροί διαπίστωσαν ότι ο καρκίνος που τον ταλαιπωρούσε είχε επεκταθεί σε πολλά σημεία του σώματός του. Ο ίδιος έλεγε ότι, αν γινόταν καλά, θα επέστρεφε στο Άγιον Όρος. Όμως η υγεία του δεν του το επέτρεψε. Όταν διαισθάνθηκε το τέλος του, εξέφρασε την επιθυμία του να ταφεί στη Σουρωτή.

Στις 12 Ιουλίου 1994, ημέρα Τρίτη, σε ηλικία 70 χρόνων, ο γέροντας Παΐσιος εκοιμήθη και ετάφη στο ησυχαστήριο που είναι δίπλα στον Ναό του Αγίου Αρσενίου.

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ