«Οι αλβανοελληνικές σχέσεις είναι άριστες» τόνισε ο πρωθυπουργός της Αλβανίας, Εντι Ράμα, στο συνέδριο των Δελφών.
«Συνεργαζόμαστε πολύ στενά και υπάρχουν προοπτικές να κάνουμε πολλά ακόμη μαζί. Υπάρχει η αίσθηση ότι οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων είναι τόσο καλές και, στο τέλος της ημέρας, οι πολιτικοί πρέπει αυτό να το υιοθετήσουν. Οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων μας είναι φανταστικές» ανέφερε ο κ. Ράμα και συνέχισε: «Οι σχέσεις με τους γείτονες είναι οι πιο σημαντικές».
Ο κ. Ράμα υπενθύμισε «δυσκολίες» στο παρελθόν μεταξύ των δύο χωρών, όπως η διαπραγμάτευση για τη θαλάσσια οριοθέτηση και η συμφωνία για προσφυγή στη Χάγη, αλλά και η εσωστρέφεια της Ελλάδας, όπως ανέφερε στη διάρκεια – και εξαιτίας – της οικονομικής κρίσης, αλλά τώρα, όπως είπε, επανήλθε δυναμικά στην ευρύτερη περιοχή και πρόσθεσε: «Εδώ και μερικά χρόνια και ειδικότερα επί πρωθυπουργίας του Κυριάκου Μητσοτάκη, η Ελλάδα είναι πίσω στην περιοχή. Και είναι ένα καλό πράγμα για όλους εμάς. Και έτσι μπορούμε να δουλέψουμε μαζί πολύ καλύτερα τώρα, γιατί η Ελλάδα είναι ένας πολύ κρίσιμος και στρατηγικός εταίρος, σε ότι αφορά την ευρωπαϊκή μας προοπτική. Προσφέρει πολύ μεγάλη στήριξη σε μας και στη Β. Μακεδονία μετά και τη διευθέτηση του ονόματος και άλλων θεμάτων σχετικά με αυτό, αλλά και στην περιοχή συνολικά».
«Να ανακτήσουμε τον χαμένο χρόνο»
«Πρέπει να συνεργαστούμε με την Ελλάδα» συνέχισε ο κ. Ράμα και πρόσθεσε: «Η σύσφιξη των σχέσεών μας με την Ελλάδα είναι επίσης σημαντική για την ευρωπαϊκή μας προοπτική. Τώρα, η Ελλάδα είναι πίσω στην περιοχή, έχει φιλόδοξη ατζέντα, πρέπει να ανακτήσουμε τον χρόνο που χάθηκε».
Ο πρωθυπουργός της Αλβανίας χαιρέτισε ως «πολύ καλά νέα» την προοπτική δημιουργίας ελληνοαλβανικού επιμελητήριου και τις προοπτικές για διμερείς επενδύσεις. Ο κ. Ράμα επεσήμανε ότι το εμπορικό ισοζύγιο των δύο χωρών «είναι πολύ χαμηλότερο απ’ ότι πρέπει»- σχολίασε μάλιστα με χιούμορ, ότι είναι κάτω από την ποδοσφαιρική αξία του… Κριστιάνο Ρονάλντο – και πρόσθεσε ότι «οι δυνατότητες είναι πολύ μεγάλες».
Σημείωσε επίσης ότι οι δύο χώρες συνεργάζονται στενά στην ενεργειακή ασφάλεια, ενώ σε ό, τι αφορά τις εμπορικές συναλλαγές πρόσθεσε: «Μπορούμε να πάμε καλύτερα και να προσπαθήσουμε να τις βελτιώσουμε περισσότερο».
Ο κ. Ράμα υπογράμμισε ότι χώρα του είναι αφοσιωμένη στην ευρωπαϊκή της προοπτική, ιδιαίτερα μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, καθώς, όπως ανέφερε, «ο πόλεμος κάθε φορά μπορεί να επιστρέφει και η Ε.Ε. είναι ένα μεγάλο πρόγραμμα ειρήνης ενάντια στον πόλεμο». Ωστόσο, την επέκρινε επειδή κατά περιόδους «λειτούργησε ως μια ομοσπονδία από «εθνικά οικονομικά “εγώ” όμως τώρα» όπως είπε, «υπάρχει ένα νέο πνεύμα» και πρόσθεσε: «Αυτό που θέλουμε εμείς να πετύχουμε πάση θυσία είναι το άνοιγμα των κεφαλαίων ένταξης στην Ε.Ε. Η Ε.Ε. ήθελε να προχωρήσει ο “γάμος” αλλά δεν ήθελε να συζητήσει. Πώς θα γίνει ο γάμος χωρίς συνεννόηση; Αυτό μας είχε απογοητεύσει αρκετά. Τώρα συζητάμε, άρα ο “γάμος” είναι μπροστά. Το μόνο σίγουρο είναι ότι εμείς είμαστε αφοσιωμένοι σε αυτή την “ιστορία αγάπης” από την οποία δεν παραιτούμαστε από δω και πέρα. Εάν παραιτηθεί η Ευρώπη, κάποια μέρα, γιατί η ίδια θέλει να παραιτηθεί, αυτό δεν το ξέρω».
Η Ε.Ε. είναι η μόνη πηγή ελπίδας για μία δημοκρατική πολιτεία
Ο κ. Ράμα επεσήμανε, ωστόσο, ότι πρέπει όλες οι χώρες των δυτικών Βαλκανίων να συνεργαστούν για την ενότητα και για την ευρωπαϊκή τους προοπτική και η Ε.Ε. να δίνει έμφαση στην προσπάθειά τους και να τις στηρίζει. Σημείωσε ως αρνητική εμπειρία το γεγονός ότι στην αρχή της πανδημίας του κορωνοϊού, χώρες των δυτικών Βαλκανίων στράφηκαν για βοήθεια εκτός Ε.Ε. π.χ. «η Σερβία κατέφυγε για βοήθεια στην Κίνα, η Αλβανία στην Τουρκία και ο καθένας όπου μπορούσε για να βρει λύση». Ο πρωθυπουργός της Αλβανίας εξήγησε, ωστόσο, ότι είναι αναγκαίο το know how και η βοήθεια της Ε.Ε. προς τις χώρες αυτές.
«Η Ε.Ε. είναι η μόνη πηγή γνώσης και ελπίδας για να χτίσεις μια λειτουργική δημοκρατική πολιτεία» είπε ο κ. Ράμα και πρόσθεσε: «Αν δεν κάνεις αυτές τις μεταρρυθμίσεις, δεν μπορείς να έχεις δημοκρατική λειτουργία».
Στη συνέχεια, ο κ. Ράμα υπογράμμισε τις διαφοροποιήσεις μεταξύ των χωρών των δυτικών Βαλκανίων, όπως π.χ. τη διαφορετική επίδραση που ασκούν στους λαούς τους οι μεγάλες δυνάμεις, φέρνοντας, ως παράδειγμα, το γεγονός ότι η ρωσική επιρροή στον λαό της χώρας του είναι σχεδόν μηδενική, ενώ στη Σερβία και στη Βοσνία πλειοψηφική, κάτι το οποίο αντικατοπτρίζεται, όπως είπε, και αντιστοιχεί και στις οικονομικές και στρατηγικές σχέσεις των δύο χωρών με τη Ρωσία. Σημείωσε, επίσης, ότι κάποιες χώρες είναι στο ΝΑΤΟ και άλλες όχι και πρόσθεσε: «Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, όμως, γιατί πιέζοντας τη Σερβία πολύ μπορεί να καταστρέψουμε όλα όσα χτίζαμε τόσο καιρό».
Για το Κόσοβο και τη Σερβία
Ο πρωθυπουργός της Αλβανίας αναφέρθηκε και στο θέμα του Κοσόβου, λέγοντας: «Ο διάλογος της Σερβίας με το Κόσοβο παραμένει το μεγάλο θέμα και λύνοντάς το, αυτό σημαίνει ότι πλησιάζουμε στο να κλείσουμε το κεφάλαιο μιας μακράς ιστορίας αίματος και συγκρούσεων. Είναι κρίσιμος και στρατηγικός στόχος. Αλλά ακόμη και σε αυτό το θέμα, Σερβία και Κόσσοβο δεν είναι στο σημείο που ήταν, είναι σε πολύ καλύτερη θέση αν σκεφτεί κανείς από πού ξεκίνησε. Βεβαίως, πολλά ακόμη πρέπει να γίνουν».
Σε ερώτηση για τον πόλεμο στην Ουκρανία ο κ. Ράμα σημείωσε ότι «όλοι είμαστε με την Ουκρανία, χωρίς αμφιβολία» αλλά πρέπει «να ξεκαθαρίσουμε τι σημαίνει να κερδίσει η Ουκρανία τον πόλεμο» και πώς να τελειώσει αυτή η «μεγάλη, αιματηρή» σύγκρουση. «Εννοώ, εάν δεν έχουμε μια ευκρινή εικόνα για το τι σημαίνει νίκη, αυτό μπορεί να συνεχιστεί για πάντα», τόνισε.
Ο κ. Ράμα επέκρινε επίσης τη στάση Ευρωπαίων ηγετών απέναντι στα δυτικά Βαλκάνια, τονίζοντας ότι «προσπαθούν να συμπεριφερθούν στα Βαλκάνια, σαν ο πόλεμος να ήταν στο Netflix».
Σχετικά με τα αρνητικά σχόλια για Αλβανούς υπηκόους που διαμένουν στη Βρετανία, ο κ. Ράμα ανέφερε ότι «δημιούργησαν ένα νευρικό κλονισμό στη χώρα του» και, αφού σημείωσε ότι τρέφει «μεγάλο σεβασμό» για τη Βρετανία και την ιστορία της, εξέφρασε την ελπίδα ότι «θα υπερβούμε αυτήν την κακή κατάσταση».
Τέλος, αναφορικά με τις εκλογές στην Τουρκία, ο κ. Ράμα τόνισε στον διεθνή ανταποκριτή του CNN, Φρεντ Πλέιτγκεν, ότι ο Ταγίπ Ερντογάν είναι «πολύ, πολύ στενός φίλος» του και πως έχει κάνει «εκπληκτική δουλειά» για την Τουρκία, αλλά απέφυγε να σχολιάσει περαιτέρω για τις τουρκικές εκλογές. Υποστήριξε πάντως ότι η Ε.Ε. «έκλεισε την πόρτα» στην Τουρκία κατά τη διάρκεια των δικών της μεταρρυθμίσεων για τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις και πρόσθεσε: «Ένα πράγμα είναι αδιαμφισβήτητο. Με ή χωρίς τον Ερντογάν, η Τουρκία είναι κρίσιμη για την ασφάλεια της Ε.Ε. Και η Ε.Ε. πρέπει να λάβει υπόψη την Τουρκία πολύ σοβαρά».