Η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί με αυξημένο ενδιαφέρον τις πρόσφατες εξελίξεις γύρω από το ενδεχόμενο μιας εκεχειρίας στην Ουκρανία, καθώς μια ομάδα στρατιωτικών και πολιτικών εμπειρογνωμόνων έδωσε στη δημοσιότητα μια λεπτομερή πρόταση για την εφαρμογή της.
Οι συναντήσεις της συγκεκριμένης ομάδας στη Γενεύη άρχισαν την άνοιξη του 2022, αναφέρουν οι New York Times.
Την περασμένη εβδομάδα, η ομάδα των ειδικών εμφανίστηκε δημόσια για πρώτη φορά, δημοσιεύοντας ένα έγγραφο 31 σελίδων που αναλύει τις τεχνικές λεπτομέρειες σχετικά με το πώς μια εκεχειρία θα μπορούσε να διασφαλιστεί σε ένα μέτωπο άνω των 700 μιλίων.
Το έγγραφο κοινοποιήθηκε τον περασμένο μήνα μέσω ενός άλλου εμπιστευτικού διαύλου: μιας συνάντησης στη Γενεύη μεταξύ Αμερικανών, Ρώσων και Ουκρανών ειδικών σε θέματα εξωτερικής πολιτικής.
Το έγγραφο, ένα από τα πιο λεπτομερή σχέδια που έχουν δημοσιευθεί για την εκεχειρία στην Ουκρανία, αποτελεί ένδειξη του πόσο γρήγορα το θέμα του σχεδιασμού της έχει περάσει από τη θεωρητική προσέγγιση σε ένα επείγον και πρακτικό ζήτημα.
Η Γαλλία και η Βρετανία έχουν αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο αποστολής χιλιάδων στρατευμάτων στην Ουκρανία μετά τη λήξη των εχθροπραξιών, αν και δεν είναι σαφές το ποια θα είναι η ευθύνη αυτής της δύναμης. Η Ρωσία δεν έχει δείξει κανένα σημάδι ότι θα συμφωνήσει με την ανάπτυξη ειρηνευτικών στρατευμάτων, ενώ ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντα Τραμπ έχει δώσει ελάχιστες διαβεβαιώσεις για οποιαδήποτε αμερικανική υποστήριξη.
Το έγγραφο της περασμένης εβδομάδας, που εκπονήθηκε από ένα ερευνητικό ινστιτούτο χρηματοδοτούμενο από την ελβετική κυβέρνηση, το Geneva Center for Security Policy, παρουσίασε συγκεκριμένα αριθμητικά δεδομένα.
Προτείνει τη δημιουργία μιας ζώνης ασφαλείας τουλάχιστον έξι μιλίων πλάτους για να διαχωρίζει τους δύο στρατούς, καθώς και την εγκατάσταση 5.000 πολιτών και αστυνομικών που θα την περιπολούν. Το έγγραφο υποστηρίζει ότι μπορεί να χρειαστούν περίπου 10.000 ξένοι στρατιώτες για να παρέχουν ασφάλεια στους παρατηρητές.
Οι παρατηρητές θα αναφέρουν εάν οι δύο πλευρές τηρούν την εκεχειρία και αν τα βαρέα όπλα έχουν αποσυρθεί στη συμφωνημένη απόσταση από τη ζώνη ασφαλείας. Η αποστολή θα λειτουργεί υπό τις εντολές των Ηνωμένων Εθνών ή άλλου διεθνούς οργανισμού.
Μια τέτοια δύναμη θα μπορούσε να αποτρέψει την κλιμάκωση των εντάσεων και των ενεργειών που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αναζωπύρωση των συγκρούσεων. Ωστόσο, θα διαχωρίζεται από οποιαδήποτε δύναμη «αναχαίτισης» που θα παρείχε εγγύηση ασφαλείας στην Ουκρανία σε περίπτωση νέας ρωσικής εισβολής.
Ο Thomas Greminger, διευθυντής του Geneva Center, επέβλεπε την παρακολούθηση της εκεχειρίας στην Ουκρανία από το 2017 έως το 2020, ως γενικός γραμματέας του οργανισμού που είχε αναλάβει την αποστολή, του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ), με έδρα τη Βιέννη.
Όπως ανέφερε, συγκέντρωσε μια ομάδα ειδικών σε θέματα εκεχειρίας λίγο μετά την εισβολή του 2022, με στόχο να καταθέσουν προτάσεις για το πώς μια μελλοντική ανακωχή στην Ουκρανία θα μπορούσε να είναι πιο ανθεκτική από την προηγούμενη.
Στους ειδικούς περιλαμβάνονταν στελέχη διεθνών οργανισμών και πρώην στρατιωτικοί διοικητές με εμπειρία στις ειρηνευτικές αποστολές, είπε. Ζήτησαν να μην κατονομαστούν δημόσια λόγω της ευαισθησίας του θέματος.
«Έπρεπε να είμαστε αρκετά διακριτικοί», δήλωσε.
Παράλληλα, ο Greminger επέβλεψε εμπιστευτικές συζητήσεις μεταξύ ειδικών της εξωτερικής πολιτικής από την Ουκρανία, τη Ρωσία, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη.
Οι συμμετέχοντες σε αυτές τις συναντήσεις, των οποίων την ταυτότητα ο Greminger δεν αποκάλυψε, ενήργησαν με προσωπική ιδιότητα, όπως είπε, αν και ενημέρωναν τις κυβερνήσεις τους εκ των υστέρων.
Ανέφερε ότι ο αρχικός σκοπός των συναντήσεων, που ξεκίνησαν το 2022, ήταν «να δημιουργηθεί ένας δίαυλος επικοινωνίας» με τη Μόσχα και ότι συζητήθηκαν επίσης σενάρια για εκεχειρία ή διευθέτηση της σύγκρουσης.
Δεν είναι σαφές ποια επίδραση, αν υπάρξει, θα έχει η πρόταση για τη διατήρηση της εκεχειρίας στις ίδιες τις διαπραγματεύσεις, ιδίως δεδομένης της προσωπικής προσέγγισης που υιοθετούν ο Τραμπ και ο Πούτιν.
Ωστόσο, οι προσπάθειες του Geneva Center ρίχνουν επίσης φως στη μυστική διπλωματία που έχει αποτελέσει χαρακτηριστικό αυτού του πολέμου, στη διάρκεια του οποίου η Δύση και η Ουκρανία επιδίωξαν να απομονώσουν τη Ρωσία στη διεθνή σκηνή, ενώ ταυτόχρονα διατηρούσαν ιδιωτικές επαφές με τη Μόσχα για ορισμένα ζητήματα.
Οι παρασκηνιακές διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία, για παράδειγμα, οδήγησαν σε μια σειρά ανταλλαγών αιχμαλώτων πολέμου και στη συμφωνία που επέτρεψε στην Ουκρανία να εξάγει τα σιτηρά της μέσω της Μαύρης Θάλασσας μέχρι που η Ρωσία αποσύρθηκε από αυτήν το 2023.
Καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου, αναφέρει το έγγραφο του Geneva Center, η Ρωσία και η Ουκρανία «βρήκαν τρόπους να συνεργαστούν σε ζητήματα αμοιβαίου ενδιαφέροντος».
Το έγγραφο προτείνει ότι οι διεθνείς παρατηρητές θα συνεργάζονται με μια κοινή επιτροπή, αποτελούμενη από Ρώσους και Ουκρανούς στρατιωτικούς αξιωματούχους. Μέσω αυτής της επιτροπής, οι δύο πλευρές θα μπορούν να ελέγχουν η μία την άλλη και να διαπραγματεύονται ζητήματα όπως η απελευθέρωση κρατουμένων, η αποναρκοθέτηση και οι ανθρωπιστικοί διάδρομοι για τους πολίτες στη ζώνη ασφαλείας.
«Αυτό θα είναι ένα πρωτόγνωρο και δύσκολο πρόβλημα», δήλωσε ο Samuel Charap, αναλυτής για τη Ρωσία στο RAND Corporation, αναφερόμενος στην εφαρμογή μιας εκεχειρίας στην Ουκρανία.
Ένας λόγος είναι το μήκος των συνόρων μεταξύ των ουκρανικών και των ρωσοκρατούμενων εδαφών — περίπου πέντε φορές μεγαλύτερο από τη Ζώνη Αποστρατιωτικοποίησης μεταξύ Βόρειας και Νότιας Κορέας. Ένας άλλος, είπε, είναι η προηγμένη τεχνολογία και το εύρος των όπλων που διαθέτουν τόσο η Ρωσία όσο και η Ουκρανία.
Ο Charap ανέφερε ότι δεν συμμετείχε στις εργασίες του Geneva Center, αλλά τις γνώριζε, και ότι εργάζεται πάνω σε δικές του προτάσεις για το πώς αισθητήρες τοποθετημένοι σε drones, αερόστατα, σημαδούρες και πλοία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την παρακολούθηση μιας εκεχειρίας.
Ο ίδιος ανέφερε ότι η ακριβής παρακολούθηση θα είναι καθοριστικός παράγοντας για το αν μια μελλοντική ανακωχή στην Ουκρανία θα διατηρηθεί. Η αυξημένες πιθανότητες να καταγραφεί μια παραβίαση, είπε, θα μείωναν τα κίνητρα για οποιαδήποτε πλευρά να δοκιμάσει τη σταθερότητα της ανακωχής. Θα μπορούσαν επίσης να μειώσουν τις πιθανότητες να οδηγήσουν ακούσιες ή ανεξέλεγκτες ενέργειες σε αναζωπύρωση των συγκρούσεων.
«Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιο έτοιμο σχέδιο που μπορεί εύκολα να συμβουλευτεί κανείς» για την εφαρμογή μιας εκεχειρίας στην Ουκρανία, δήλωσε ο Charap, ο οποίος εδώ και καιρό υποστηρίζει ότι η Δύση πρέπει να διερευνήσει το ενδεχόμενο μιας διαπραγματευτικής διευθέτησης. «Εν μέρει επειδή ήταν ένα ζήτημα ταμπού για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα».
Ωστόσο, ο σκεπτικισμός σχετικά με τη βούληση του Πούτιν να συμφωνήσει σε μια εκεχειρία —πόσο μάλλον να τηρήσει τους όρους της— παραμένει. Ρώσοι αξιωματούχοι διαβεβαίωναν σχεδόν μέχρι την έναρξη του πολέμου ότι δεν είχε πρόθεση να εισβάλει στην Ουκρανία. Και καμία αποστολή παρακολούθησης δεν θα μπορούσε να αποτρέψει τον Ρώσο πρόεδρο αν αποφάσιζε να εξαπολύσει μια νέα εισβολή στην Ουκρανία.
Ο Janis Kluge, ειδικός σε θέματα Ρωσίας στο Γερμανικό Ινστιτούτο Διεθνών και Ασφαλιστικών Υποθέσεων, ένα ερευνητικό ίδρυμα στο Βερολίνο, δήλωσε ότι είναι «επικίνδυνο να απασχολεί κανείς το μυαλό του με αυτήν την ψευδαίσθηση» μιας ενδεχόμενης επικείμενης εκεχειρίας.
«Δεν νομίζω ότι είναι ρεαλιστικό ότι η Ρωσία θα συμφωνήσει σε συμφωνία που θα προβλέπει ότι η Ουκρανία θα παραμείνει ανεξάρτητη και κυρίαρχη, ακόμα και στα εδάφη που ελέγχει», δήλωσε ο Kluge.
Πηγή: skai.gr