Ο πόλεμος στην Ουκρανία μπορεί να μη χαρακτηρίζεται ακόμη παγκόσμιος, αλλά έχει εντόνως παγκόσμια χαρακτηριστικά.
Αρκεί να ακούσει κανείς τις γλώσσες συνεννόησης μεταξύ των μαχητών τόσο στην πλευρά των Ρώσων όσο και των Ουκρανών, αφού στα ρωσικά και τα ουκρανικά έχουν πλέον προστεθεί ινδικά, σερβικά, αραβικά, και βεβαίως κορεατικά. Στον αέρα κινούνται εκατέρωθεν πύραυλοι και ντρόουν από Ευρώπη, Ιράν, Τουρκία, Βόρεια Κορέα, ΗΠΑ κ.λπ.
Η εισβολή της Ρωσίας τον Φεβρουάριο του 2022 είχε σκοπό την άμεση κατάληψη της Ουκρανίας υπό τύπον blitzkrieg, δηλαδή πολέμου-αστραπή, αλλά αντ’ αυτού οι ρωσικές και οι ουκρανικές δυνάμεις έχουν εμπλακεί σε έναν μακροχρόνιο πόλεμο φθοράς που τροφοδοτείται από τη φαινομενικά ανεξάντλητη (;) δεξαμενή στρατιωτών της Ρωσίας και την αδάμαστη θέληση των περισσότερων Ουκρανών για αντίσταση με τη μερική βοήθεια της Δύσης.
Στο μεγαλύτερο πεδίο μάχης στην Ευρώπη από τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου πριν σχεδόν 80 χρόνια (τον Μάιο του 1945) έχουν συρθεί πλέον πολίτες πολλών άλλων χωρών, με τρόπο επίσημο ή ανεπίσημο και κορυφαίο παράδειγμα τη συμμετοχή χιλιάδων στρατιωτών από τη Βόρεια Κορέα, που για πρώτη φορά στη ζωή τους εμπλέκονται σε πολεμική σύρραξη μαχόμενοι στο Κουρσκ της Ρωσίας.
«Η τελευταία φορά που είδαμε κάτι τέτοιο ήταν η σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν», είπε στο Politico ο Ρώσος ιστορικός του Ψυχρού Πολέμου Σεργκέι Ράντσενκο, «όταν υπήρχε υποστήριξη για τους μουτζαχεντίν από τη Δύση αλλά και από το Πακιστάν, και όλοι εμπλέκονταν».
Σήμερα, και οι δύο πλευρές βασίζονται σε εξωτερική βοήθεια: Η Ουκρανία βασίζεται σε αποστολές όπλων από τη Δύση για να συνεχίσει να αντιστέκεται και η Ρωσία στηρίζεται σε εισαγωγές εξοπλισμού, τεχνολογίας και στρατιωτών, ώστε να διατηρήσει την κυριαρχία της στον ουρανό και στο έδαφος, ελαχιστοποιώντας παράλληλα τις επιπτώσεις του πολέμου στον ίδιο της τον πληθυσμό. Αλλωστε έχει ακόμη αποφύγει την κήρυξη πλήρους επιστράτευσης, που θα είχε δυσβάσταχτο πολιτικό κόστος για τον πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν.
Ιδεολογική πλευρά
Επιπλέον η «παγκοσμιοποίηση» της σύγκρουσης Ρωσίας και Ουκρανίας έχει αποκτήσει και ιδεολογικό υπόβαθρο, κινητοποιώντας ξένες χώρες και δυνάμεις εκατέρωθεν.
Η Ουκρανία, από τη μία, διατρανώνει την ελευθερία έκφρασης και το δικαίωμα στη δημοκρατία, δείχνοντας το σοβιετικό παρελθόν καταπίεσής της από τη Μόσχα. Η Ρωσία, από την άλλη, αφού έκανε λόγο για μάχη ενάντια στους «ναζιστές», επικαλούμενη συνθήματα ηλικίας 80 ετών χωρίς να πείσει, έχει στραφεί στο «μάχη κατά της Δύσης», για να δικαιολογήσει αυτό που ακόμη διστάζει να ονομάσει «πόλεμο» – για τη Μόσχα ο πόλεμος των 34 τελευταίων μηνών παραμένει «ειδική επιχείρηση στην Ουκρανία».
Η ρητορική κατά της Δύσης και υπέρ ενός «παγκόσμιου Νότου» έχει πείσει το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα να στηρίξουν υλικά τη Ρωσία, ενώ οι χώρες BRICS, στις οποίες θέλει να προσχωρήσει πλέον και η Τουρκία, παρέχουν σημαντική πολιτική στήριξη και νομιμοποίηση στη στρατηγική της Μόσχας – και οι χώρες αυτές περιλαμβάνουν τον γίγαντα που ακούει στο όνομα Κίνα.
Στήριξη στη Μόσχα
Το Πεκίνο συνιστά και το κυριότερο στήριγμα του Πούτιν, αφού έχει διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην ενίσχυση της ρωσικής οικονομίας έναντι των δυτικών κυρώσεων, παρέχοντας μια αγορά για το πετρέλαιο και τα λιπάσματά της, αλλά και πρόσβαση στην αναγκαία για τους Ρώσους τεχνολογία.
«Η Ινδία και άλλοι μπορούν να εμπορεύονται με τη Ρωσία, και αυτό είναι σημαντικό. Αλλά τίποτα δεν πλησιάζει αυτό που φέρνει η Κίνα στο τραπέζι», δήλωσε στο Politico ο Αλεξάντερ Γκαμπούεφ, διευθυντής του Carnegie Russia Eurasia Center.
Η διεθνοποίηση, αν όχι και παγκοσμιοποίηση, της αντιπαράθεσης στην Ουκρανία είναι ακόμη εμφανέστερη στον κυβερνοχώρο, με τις κυβερνοεπιθέσεις υπέρ και κατά της Ρωσίας από όλες τις πλευρές, ενώ πολύ σημαντική είναι η διεθνής διάσταση της εργαλειοποίησης της ενέργειας εκ μέρους της Μόσχας, προκαλώντας ενεργειακή κρίση όχι μόνο στην Ουκρανία αλλά και σε μεγάλο κομμάτι της Ευρώπης από τον χειμώνα του 2022.
Μετέρχεται και άλλων μέσων η Ρωσία: Αυτά περιλαμβάνουν την παρέμβαση σε εκλογές, εμπρησμούς και άλλες πράξεις δολιοφθοράς και την παροχή υποστήριξης σε διάφορους αντιδυτικούς παράγοντες και ομάδες, από τη χρηματοδότηση ενός φιλορώσου ολιγάρχη που σκοπεύει να εκτροχιάσει τη φιλοευρωπαϊκή πορεία της Μολδαβίας μέχρι την παροχή δεδομένων στους Χούθι της Υεμένης για να τους βοηθήσουν να χτυπήσουν δυτικά πλοία στην Ερυθρά Θάλασσα.
Οχι ότι ή απέναντι πλευρά μένει με σταυρωμένα χέρια… Οι εκκλήσεις του Ουκρανού ηγέτη, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, για βοήθεια έχουν ήδη αποφέρει πάνω από 210 δισ. ευρώ σε στρατιωτική και οικονομική ενίσχυση από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, με το ΝΑΤΟ να προσφέρει ολοένα και ισχυρότερα όπλα και ολοένα και χαλαρότερους περιορισμούς στη χρήση τους από το Κίεβο.
Επιπλέον η Ευρωπαϊκή Ενωση προωθεί με ταχείς ρυθμούς την ενταξιακή διαδικασία των χωρών που μέρος του εδάφους τους ελέγχεται από τη Ρωσία, δηλαδή τόσο της Ουκρανίας όσο και της Μολδαβίας και της Γεωργίας.
Παρά τη ρητορική κάποιων ηγετών για παρουσία Δυτικών στρατιωτών στο ουκρανικό έδαφος, αυτό δεν έχει συμβεί ακόμη, και με την επικείμενη αποστασιοποίηση της Ουάσιγκτον λόγω Ντόναλντ Τραμπ αυτό ξεμακραίνει ακόμη περισσότερο ως πιθανότητα. Ερωτηματικό είναι πλέον η συνολική αμερικανική στήριξη.
«Ηταν σαφές εξαρχής πως, αν η Ουκρανία δεν νικούσε αρκετά γρήγορα, η Αμερική θα την εγκατέλειπε», είπε στο Politico η Νίνα Χρουστσόβα, καθηγήτρια διεθνών υποθέσεων στο New School στη Νέα Υόρκη και δισέγγονη του σοβιετικού ηγέτη Νικήτα Χρουστσόφ.
Από την πλευρά του, ο κ. Ρατσένκο επισημαίνει ότι «για τις ΗΠΑ, η αποφυγή ενός πυρηνικού πολέμου με τη Ρωσία ήταν πάντα η πρώτη προτεραιότητα σε αυτή τη σύγκρουση. Η δεύτερη ήταν να βοηθήσει την Ουκρανία να νικήσει», είπε, προσθέτοντας «αυτές οι δύο αντίθετες προτεραιότητες πρέπει με κάποιον τρόπο να συγκλίνουν».
Με την ουκρανική σύγκρουση να θυμίζει περισσότερο τον πόλεμο φθοράς στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο παρά μια πιο τεχνολογικά εξελιγμένη έκδοση του Β’ Παγκοσμίου, κάποιοι προβλέπουν περισσότερα ξένα στρατεύματα να εμπλέκονται στη συνέχεια: «Θα ήταν λογικό να δούμε χιλιάδες Ιρανούς και έναν συμπαγή στρατό Κινέζων να πολεμούν για τη Ρωσία στην Ουκρανία αυτή τη στιγμή», έγραψε τον Οκτώβριο ο υπερεθνικιστής Ρώσος στοχαστής Αλεξάντερ Ντούγκιν.
Σύμφωνα με εκτίμηση του Πενταγώνου στις ΗΠΑ, η Ουκρανία έχει αρκετά στρατεύματα για να αντέξει μόνο άλλους έξι έως 12 μήνες προτού αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα.
Ετσι έχουμε φτάσει σε ένα σημείο που τρεις δεκαετίες μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης και το υποτιθέμενο «τέλος της Ιστορίας», στα ουκρανικά εδάφη υπάρχουν Κολομβιανοί που μάχονται ενάντια σε Κουβανούς, σε μια σύγκρουση ολοένα και πιο παγκόσμια και με τον κίνδυνο περαιτέρω γενίκευσης να μεγαλώνει…
Πηγή: Politico