Εκ πρώτης όψεως, από αρχαιοτάτων χρόνων έως σήμερα, όλοι πασχίζουν να μάθουν τα μελλούμενα χρησιμοποιώντας διάφορα μέσα, από ωροσκόπια μέχρι αλγόριθμους.
Όμως μια νέα γερμανο-ισπανική επιστημονική έρευνα υποστηρίζει ότι, στην πραγματικότητα, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν καμία όρεξη να μάθουν τι -καλό ή κακό- τους επιφυλάσσει το μέλλον.
Αν τους δινόταν η ευκαιρία να δουν τα μελλοντικά γεγονότα, οι πιο πολλοί θα προτιμούσαν να το αποφύγουν, ακόμη κι αν περίμεναν ότι στο μέλλον θα συμβούν πράγματα που θα τους κάνουν χαρούμενους. Μόνο ένας άνθρωπος στους εκατό φαίνεται να θέλει πραγματικά να ξέρει το μέλλον του.
Ένα πράγμα που οι περισσότεροι άνθρωποι θα ήθελαν να ξέρουν, είναι το φύλο του ακόμη αγέννητου παιδιού τους, αλλά ακόμη και σε αυτή την περίπτωση το 37% (πάνω από ένας στους τρεις) θα προτιμούσαν να το αγνοούν. Εννοείται ότι οι περισσότεροι δεν θέλουν καθόλου να ξέρουν πότε θα πεθάνουν και πώς...
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Γκερντ Γιγκερέντζερ του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ για την Ανθρώπινη Ανάπτυξη, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό περιοδικό ψυχολογίας «Psychological Review», έκαναν δύο έρευνες στη Γερμανία και στην Ισπανία σε αντιπροσωπευτικά δείγματα άνω των 2.000 ενηλίκων. Τα αποτελέσματα ήσαν σχεδόν ίδια και στις δύο χώρες, παρά τις προφανείς οικονομικές, πολιτισμικές και άλλες διαφορές τους.
Διαπιστώθηκε ότι το 85%-90% των ανθρώπων δεν θέλουν να ξέρουν τίποτε για τα επερχόμενα αρνητικά γεγονότα, ενώ το 40%-70% δεν θέλουν να μάθουν ούτε για τα θετικά γεγονότα του μέλλοντος. Μόνο το 1% δήλωσαν ανεπιφύλακτα ότι επιθυμούν να γνωρίζουν οτιδήποτε -καλό ή κακό- πρόκειται να τους συμβεί.
«Στην ελληνική μυθολογία η Κασσάνδρα, κόρη του βασιλιά της Τροίας, είχε τη δύναμη να προβλέπει το μέλλον. Όμως ήταν επίσης καταραμένη και κανείς δεν πίστευε στις προφητείες της. Στη μελέτη μας βρήκαμε ότι οι άνθρωποι θα προτιμούσαν να απαρνηθούν τις δυνάμεις που έκαναν την Κασσάνδρα διάσημη, σε μια προσπάθεια να αποφύγουν το βάσανο του να γνωρίζουν τι μπορεί να τους φέρει το μέλλον, να αποφύγουν να μετανιώσουν για κάτι και επίσης να διατηρήσουν τη χαρά της έκπληξης για κάτι ευχάριστο», δήλωσε ο Γκ. Γκιγκερέντζερ.
Η έρευνα δείχνει ότι όσοι προτιμούν να μην ξέρουν το μέλλον τους, είναι γενικά λιγότερο ριψοκίνδυνοι και κάνουν συχνότερα ασφάλιση ζωής.
Εξάλλου, η χρονική απόσταση παίζει το ρόλο της. Όσο πιο σύντομα προβλέπεται ότι θα συμβεί κάτι, τόσο μεγαλώνει η απροθυμία να μάθει κανείς τι πρόκειται να γίνει. Έτσι, για παράδειγμα, ένας ηλικιωμένος είναι πολύ πιο απρόθυμος από ό,τι ένας νέος να μάθει αν ο/η σύντροφός του θα πεθάνει σύντομα και από ποια αιτία.
«Το να μη θέλει κανείς να ξέρει το μέλλον, μπορεί να φαίνεται κάτι τελείως κόντρα στη διαίσθηση και μπορεί να εγείρει αμφιβολίες. Όμως στην πραγματικότητα η σκόπιμη άγνοια όχι απλώς υπάρχει, αλλά αποτελεί μια ευρέως διαδεδομένη κατάσταση του νου», τόνισε ο Γερμανός ψυχολόγος.