Το Ιράν, σύμφωνα με ανάλυση των New York Times, βρίσκεται αντιμέτωπο με ένα σημαντικό δίλημμα μετά τις πρόσφατες επιθέσεις του Ισραήλ. Ο «δρόμος» των αντιποίνων θα μπορούσε να οδηγήσει σε κλιμάκωση της σύγκρουσης, επιβαρύνοντας την ήδη προβληματική οικονομία του και αποδυναμώνοντας το καθεστώς του.
Αν όμως επιλέξει να μην αντιδράσει, κινδυνεύει να φανεί αδύναμο στα μάτια των συμμάχων του και των πιο σκληροπυρηνικών φωνών στο εσωτερικό της χώρας.
Οι αποδυναμωμένοι σύμμαχοι
Το Ιράν βρίσκεται ήδη εντός μιας ευρύτερης περιφερειακής σύγκρουσης, με την ένταση να κορυφώνεται μετά την αιφνίδια επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023 στο ισραηλινό έδαφος.
Μετά από αυτό το περιστατικό, το Ισραήλ έσπευσε να πλήξει τόσο τη Χαμάς όσο και άλλους συμμάχους του Ιράν, όπως η Χεζμπολάχ στον Λίβανο, οι Χούθι στην Υεμένη και ένοπλες ομάδες σε Συρία και Ιράκ. Όπως σχολιάζουν οι New York Times, αυτοί οι σύμμαχοι αποτελούν τη βασική «προχωρημένη άμυνα» του Ιράν, έναν ζωτικό προστατευτικό «δακτύλιο φωτιάς» γύρω από το Ισραήλ, τον οποίο η Τεχεράνη χρησιμοποιεί ως μοχλό πίεσης.
Οι αλλεπάλληλες επιθέσεις του Ισραήλ, ωστόσο, έχουν αποδυναμώσει σημαντικά αυτούς τους συμμάχους, πλήττοντας έτσι την ιρανική αποτρεπτική ισχύ στην περιοχή.
Η «ασπίδα» αυτή, όπως επισημαίνουν οι Times, είναι πλέον πιο ευάλωτη από ποτέ, γεγονός που καθιστά το Ιράν πιο εκτεθειμένο απέναντι σε μια απρόβλεπτη στρατιωτική απάντηση από το Ισραήλ ή ακόμη και από τις ΗΠΑ. Η αποδυνάμωση αυτή των συμμάχων έχει φέρει ανησυχία στην Τεχεράνη, που φαίνεται να εξετάζει πλέον κάθε της κίνηση με μεγάλη προσοχή.
Οικονομική κατάρρευση και δυσφορία στο εσωτερικό της χώρας
Όπως τονίζουν οι Times, στο σχετικό τους σημερινό δημοσίευμα, το Ιράν αντιμετωπίζει σοβαρές οικονομικές δυσκολίες που δυσχεραίνουν τη δυνατότητά του να αντέξει μια παρατεταμένη σύγκρουση.
Τα τελευταία χρόνια, οι κυρώσεις από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη για το πυρηνικό του πρόγραμμα έχουν αποδυναμώσει την ιρανική οικονομία, καθιστώντας την εξαρτημένη από χώρες όπως η Ρωσία και η Κίνα. Οι τιμές των αγαθών έχουν εκτοξευθεί, ενώ η ανεργία και η φτώχεια αυξάνονται, δημιουργώντας συνθήκες έντονης κοινωνικής δυσαρέσκειας.
Η διαχείριση της εσωτερικής αστάθειας είναι μια ακόμη πρόκληση για το καθεστώς. Ο κόσμος αντιδρά έντονα τόσο στην πολιτική καταπίεση όσο και στις οικονομικές δυσκολίες, ενώ υπάρχουν συνεχείς διαδηλώσεις για την άνοδο των τιμών και τη σκληρή διακυβέρνηση.
Η δυσαρέσκεια αυτή περιορίζει τα περιθώρια κινήσεων του ιρανικού καθεστώτος, που καλείται να ισορροπήσει μεταξύ της επιθυμίας για τη «καταστροφή του Ισραήλ», όπως επαναλαμβάνουν οι σκληροπυρηνικοί αξιωματούχοι, και της ανάγκης να διατηρήσει την εσωτερική σταθερότητα. Αυτός είναι και ο λόγος που, σύμφωνα με τους Νew York Times, ο ανώτατος ηγέτης, αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, επέτρεψε την εκλογή του πιο μετριοπαθούς προέδρου, Μασούντ Πεζεσκιαν, μετά τον θάνατο του σκληροπυρηνικού Εμπραχίμ Ραϊσί σε αεροπορικό δυστύχημα.
Το δίλημμα του πυρηνικού προγράμματος
Η στρατηγική του Ιράν στο πυρηνικό του πρόγραμμα είναι ένας παράγοντας μεγάλης διπλωματικής πίεσης. Όπως επισημαίνουν οι Times, η αποδυνάμωση των συμμάχων του και η σαφέστατη μειονεκτική του θέση, σε επίπεδο στρατηγικής και τεχνολογίας, έναντι του Ισραήλ, αυξάνουν τις εσωτερικές πιέσεις για προώθηση του πυρηνικού προγράμματος ή κατασκευή βόμβας. Κάτι που θα του επέτρεπε να ενισχύσει τις δυνάμεις του, με την ελπίδα να σταθεί απέναντι στο Ισραήλ και τις ΗΠΑ.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, το Ιράν βρίσκεται ήδη πολύ κοντά στην παραγωγή ουρανίου, κατάλληλης ποιότητας για κάποιο πυρηνικό όπλο, με ορισμένους στη χώρα να υποστηρίζουν ότι η καλύτερη άμυνα απέναντι στο Ισραήλ και τις ΗΠΑ είναι τα πυρηνικά όπλα.
Ωστόσο, το Ιράν κατανοεί τον κίνδυνο μιας τέτοιας επιλογής. Αρκετοί Αμερικανοί πρόεδροι, συμπεριλαμβανομένου του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος διεκδικεί την προεδρία απέναντι στην Κάμαλα Χάρις, έχουν διακηρύξει την πρόθεσή τους να αποτρέψουν το Ιράν από το να αποκτήσει πυρηνικό οπλοστάσιο.
Διαδοχή και διχόνοια
Η διαδοχή του Χαμενεΐ είναι μια περίπλοκη κατάσταση. Η υγεία του 85χρονο ηγέτη φέρεται να βρίσκεται σε κακή κατάσταση, γεγονός που έχει ανοίξει μια συζήτηση γύρω από τον πιθανό διάδοχο.
Σύμφωνα με πληροφορίες που επικαλούνται οι Times, ο δεύτερος γιος του, Μοτζτάμπα Χαμενεΐ, είναι ένας από τους υποψηφίους, αλλά η επιλογή του δημιουργεί ανησυχία, καθώς αρκετοί στο εσωτερικό της κυβέρνησης θεωρούν ότι η ενδυνάμωση των Φρουρών της Επανάστασης (IRGC), σε περίπτωση διαδοχής, θα οδηγήσει σε ακόμα πιο επιθετική στάση έναντι του Ισραήλ.
Οι εσωτερικές αντιπαραθέσεις καθιστούν την κατάσταση ακόμη πιο εύθραυστη, προσθέτοντας επιπλέον αβεβαιότητα στο μέλλον της χώρας.
«Γεωπολιτικός ανδρισμός»
Όπως παρατηρεί ο πρώην διπλωμάτης των ΗΠΑ, Τζέρεμι Σάπιρο, «και οι δύο χώρες προσπαθούν να αποκαταστήσουν αυτό που αποκαλούν “αποτρεπτική ισχύ”, πιστεύοντας ότι η επιθετικότητα αυξάνει την ικανότητά τους να επιβληθούν».
Αυτός ο «γεωπολιτικός ανδρισμός», όπως το αποκαλεί ο Σάπιρο, έχει οδηγήσει την κατάσταση σε ένα επικίνδυνο σημείο, όπου ακόμη και μια επίθεση σε νοσοκομείο ή σχολείο θα μπορούσε να προκαλέσει περαιτέρω κλιμάκωση.
Η ένταση αυτή προκαλεί ανησυχία και στους διεθνείς συμμάχους του Ιράν. Όπως σημειώνουν οι New York Times, το Ιράν εξετάζει την Αμερικανική και Βρετανική προτροπή να σταματήσει τις επιθέσεις και να μην προχωρήσει αντίποινα, καθώς οι διαπραγματεύσεις για την κατάπαυση του πυρός στη Γάζα και τον Λίβανο επιταχύνονται. Μια συνθήκη που μοιάζει με έναν «πόλεμο σκιών», χωρίς ανοιχτή σύγκρουση.
Το Ιράν επιθυμεί να κατεβάσει την κλίμακα εντάσεων ένα επίπεδο παρακάτω, ωστόσο υπάρχουν ισχυρές φωνές στο εσωτερικό της χώρας, όπως οι Φρουροί της Επανάστασης, που πιέζουν τακτικά για μια πιο επιθετική τακτική.
Ο Ντέιβιντ Μακόβσκι, από το Ινστιτούτο Πολιτικής της Ουάσινγκτον για την Εγγύς Ανατολή, δήλωσε χαρακτηριστικά: «Αν καταφέρουν να επιστρέψουν σε έναν “πόλεμο σκιών”, αυτό θα είναι νίκη για όλους, αλλά είναι αβέβαιο αν το Ιράν θα επιλέξει αυτή την κατεύθυνση».
Η Σανάμ Βακίλ, διευθύντρια του προγράμματος για τη Μέση Ανατολή στο Chatham House, μια Βρετανική δεξαμενή σκέψης, δήλωσε ότι οι Αμερικανικές προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου αποτελούν επίσης έναν σημαντικό παράγοντα.
«Αν το Ιράν θέλει να αποφύγει μια ευρύτερη κλιμάκωση της σύγκρουσης πριν από τις αβέβαιες Αμερικανικές εκλογές, πρέπει να “παίξει” ένα μακροχρόνιο στρατηγικό παιχνίδι, που θα επικεντρώνεται στη διπλωματική προσέγγιση της περιοχής και στα “ανοίγματα” που θα προκύψουν από τη Δύση», δήλωσε.
Όποια και αν είναι τελικά η απόφαση του Ιράν, είτε προχωρήσει σε αντίποινα είτε περιοριστεί σε προειδοποιήσεις μέσω ανακοινώσεων, η επιθυμία του να αποφύγει την ανάφλεξη μιας μεγαλύτερης σύγκρουσης, δεν εξαρτάται αποκλειστικά στις επιλογές του.
Πηγή: enikos.gr