Ο Μάικλ Μουρ είναι εκτός από πολύ γνωστός σκηνοθέτης και ακτιβιστής. Επιχειρηματολογεί όμως γιατί ο Ντόναλντ Τραμπ θα κερδίσει την αναμέτρηση του Νοεμβρίου και θα είναι τελικά ο πρόεδρος των ΗΠΑ. Ο Μουρ είναι σταθερός και οξύς επικριτής των Ρεπουμπλικάνων, ωστόσο όσα γράφει ο Μουρ στην ιστοσελίδα του είναι μάλλον το αποτέλεσμα της απαισιοδοξίας γι αυτό που βλέπει να έρχεται.
Τη διαφαινόμενη νίκη Τραμπ ο Μουρ την εντοπίζει καταρχάς στις πολιτείες που θα κάνουν τη διαφορά. Κάθε κομματικό στρατόπεδο έχει τις δικές «σίγουρες», άλλες θεωρεί «χαμένες από χέρι», άλλες είναι τόσο αμφίβολες ώστε τάσσονται πότε με τη μία και πότε με την άλλη παράταξη (swing states).
Ο Μουρ εστιάζει σε τέσσερις βιομηχανικές-εργατικές πολιτείες:
Το Μίτσιγκαν, το Οχάιο (μια από τις μεγαλύτερες swing states), την Πενσυλβάνια και το Ουισκόνσιν, από όπου κατάγεται και ο Μουρ. Αν και παραδοσιακά είναι Δημοκρατικές, τα τελευταία χρόνια έχουν Ρεπουμπλικάνους κυβερνήτες. Οι (κατά τον Μουρ σωστές) παρατηρήσεις του Τραμπ ότι η συμφωνία NAFTA (Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου της Βορείου Αμερικής) ροκάνισε τις θέσεις εργασίας στις πολιτείες φέρνουν κόσμο κοντά στους Ρεπουμπλικάνους. Αν αυτός ο κόσμος τον Νοέμβριο μετατραπεί και σε ψήφους, τότε η νίκη του Τραμπ μπορεί να είναι πιο κοντά.
Πολλοί από αυτούς τους ψηφοφόρους είναι θυμωμένοι λευκοί άνδρες με τους οπαδούς του Τραμπ να είναι σε μεγάλο βαθμό πάνω από 40, με οργή για όσα συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια, κυρίως σε ό,τι αφορά την οικονομία, τις δουλειές τους και αυτό που θα λέγαμε «το σύστημα».
Για τον Μουρ, παίζει μεγάλο ρόλο ότι μέσα τους αισθάνονται άβολα με την προοπτική μίας γυναίκας στον Λευκό Οίκο και γενικά με την παρουσία των γυναικών στο δημόσιο βίο.
Η διάχυτη δυσπιστία για την Χίλαρι Κλίντον και για το ότι ο Μπέρνι Σάντερς δεν τα κατάφερε είναι δύο αιτίες που τροφοδοτούν η μία την άλλη, συνεχίζει ο Μουρ. Η Κλίντον είναι ελάχιστα δημοφιλής – πολλοί θα την ψηφίσουν γιατί δεν θα μπορούσαν ποτέ να ψηφίσουν τον Τραμπ.
Είναι ένα «γεράκι» η Χίλαρι, γράφει ο Μουρ, αν και είναι καλύτερα από το δάχτυλο του Τραμπ πάνω από το κουμπί με τα πυρηνικά.
Επιπλέον, φαίνεται πως ο Σάντερς και οι οπαδοί του που περίμεναν την αρχή μίας διαφορετικής πορείας στην πολιτική. Θα πάνε μεν να ψηφίσουν την Κλίντον, με βαριά καρδιά δε, χωρίς να κινητοποιήσουν φίλους και γνωστούς, σαν «ψηφοφόροι σε κατάθλιψη».
Και αν δεν φτάνουν όλα αυτά, υπάρχουν και εκπλήξεις τις τελευταίας στιγμής, πίσω από το παραβάν.
«Μπορεί να ψηφίσει κάποιο κόμμα ή να ρίξει την ψήφο του στον Μίκυ Μάους και τον Ντόναλντ Ντακ». Ο Μουρ υπενθυμίζει ακόμη πώς τη δεκαετία του 1980 οι ψηφοφόροι της Μινεσότας εξέλεξαν κυβερνήτη τον παλαιστή Τζέσε Βεντούρα. Γιατί, ρωτά ο Μουρ και απαντά μόνος του:
Δεν ήταν ανόητοι, το έκαναν όμως «γιατί μπορούσαν», ήταν η «φάρσα που έστησαν στο άρρωστο πολιτικό σύστημα».
Και ο Μουρ απαισιόδοξα εκτιμά ότι «αυτό θα γίνει και πάλι με τον Τραμπ».