Πριν από μερικές εβδομάδες πολλοί αμερικανοί Γερουσιαστές έπρεπε να το βάλουν στα πόδια για να γλιτώσουν από τη βίαιη επίθεση υποστηρικτών του Ντόναλντ Τραμπ στο Καπιτώλιο.Στον ίδιο χώρο κλήθηκαν να αποφασίσουν για την καταδίκη ή μη του πρώην προέδρου μέσω της διαδικασίας της προεδρικής καθαίρεσης (impeachment), ένα ισχυρό όπλο προστασίας του δημοκρατικού πολιτεύματος και του κράτους δικαίου που προσφέρει το αμερικανικό Σύνταγμα. Ωστόσο ο Ντόναλντ Τραμπ κατάφερε και χθες να βγει αλώβητος στη Γερουσία, δεδομένου ότι δεν συγκεντρώθηκε η απαιτούμενη πλειοψηφία των 2/3 για να αποδοθούν ποινικές ευθύνες σχετικά με την υποκίνηση των γεγονότων της 6ης Ιανουαρίου.
Έτσι το 2024 ο Tραμπ θα μπορούσε να βάλει ξανά υποψηφιότητα για τον Λευκό Οίκο. Η δεύτερη διαδικασία καθαίρεσης του πρώην προέδρου ολοκληρώνεται έτσι με μια αθώωση, η οποία ήταν οριακή και με μισή καρδιά. Κι αν δεν προχώρησε η διασικασία στο επίπεδο της απονομής ποινικών ευθυνών, σε πολιτικό επίπεδο ο Τραμπ έχει πληγεί. Η επίθεση στο Καπιτώλιο,τον ναό της αμερικανικής δημοκρατίας, θεωρείται ήδη η χειρότερη επίθεση στις ΗΠΑ μετά την 11η Σεπτεμβρίου. Βέβαια πολλοί Ρεπουμπλικανοί, παρά τον θυμό τους απέναντι στον Τραμπ, δεν αποφάσισαν τελικά να έρθουν σε σύγκρουση μαζί του και να τον καταδικάσουν. Από την πλευρά του ο επικεφαλής της μειοψηφίας των Ρεπουμπλικανών στη Γερουσία Μιτς Μακόνελ δήλωσε ωστόσο ότι παρά την αθώωσή του, ο πρώην πρόεδρος είναι «πρακτικά και ηθικά» υπεύθυνος για τα γεγονότα του Ιανουαρίου. Όπως ανέφερε, ο Τραμπ «ενορχήστρωσε» την επίθεση και προσέβαλε «με ντροπιαστικό τρόπο» τα προεδρικά καθήκοντα. Εντούτοις τόσο ο Μακόνελ όσο και άλλοι Ρεπουμπλικάνοι ψήφισαν κατά της καταδίκης, διότι θεώρησαν ότι μια καθαίρεση μετά τη λήξη της προεδρικής θητείας αντίκειται στο αμερικανικό Σύνταγμα.
Δημοκρατικοί: «Δειλό πρόσχημα»
Το επιχείρημα των Ρεπουμπλικανών περί αντισυνταγματικότητας ενός impeachment εκ των υστέρων συνιστά για τους Δημοκρατικούς «δειλό πρόσχημα». Στο πρώτο impeachment κατά του Τραμπ για την υπόθεση της Ουκρανίας είχε ψηφίσει υπέρ της καθαίρεσης μόνο ένας Ρεπουμπλικανός, ενώ στη διαδικασία του Σαββάτου επτά σε σύνολο 50 Ρεπουμπλικανών Γερουσιαστών. Αυτοί προστέθηκαν στους 50 Δημοκρατικούς, με αποτέλεσμα το τελικό σύνολο των 57 Γερουσιαστών υπέρ της καταδίκης Τραμπ να είναι το μεγαλύτερο στην αμερικανική ιστορία. Στο τέλος έλειπαν μόνο 10 ψήφοι για να συμπληρωθεί η απαιτούμενη πλειοψηφία.
Τυπικά πάντως ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ελεύθερος να αποφασίσει ό,τι θέλει για το πολιτικό του μέλλον. Αν υποβάλει υποψηφιότητα και το 2024 παραμένει ακόμη ασαφές. Σαφής ωστόσο εξακολουθεί να είναι η επιρροή του στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. Με τις λαϊκιστικές θέσεις του κατάφερε να λάβει σχεδόν 74 εκατομμύρια ψήφων. «Το ιστορικό, πατριωτικό και όμορφο κίνημα να κάνουμε την Αμερική σπουδαία ξανά μόλις ξεκίνησε» ανέφερε ο Ντόναλντ Τραμπ, υποσχόμενος να επανέλθει τους επόμενους μήνες. «Έχουμε πολλή δουλειά μπροστά μας» δήλωσε. Πάντως όσοι Ρεπουμπλικάνοι πίστευαν ότι ο Τραμπ μετά την ήττα θα αποτελέσει παρελθόν πιθανότατα έχουν απογοητευθεί. Άλλωστε ακόμη δεν έχει παραδεχθεί καν την εκλογική του ήττα -γεγονός άνευ προηγουμένου στην αμερικανική ιστορία. Το ίδιο και οι υποστηρικτές του, οι οποίοι θεωρούν ότι έχουν πέσει θύματα απάτης.
Αρνητική πρωτιά Τραμπ στην αμερικανική ιστορία
Η διαίρεση της χώρας σε δύο στρατόπεδα πάντως συνεχίζεται. Χωρίς καταδίκη του Τραμπ οι φανατικοί οπαδοί του θα μπορούσαν ανά πάσα στιγμή να καταφύγουν και πάλι στη βία. Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο Τζο Νεγκούζ από τους Δημοκρατικούς: «Φοβάμαι ότι η βία που είδαμε εκείνη τη μέρα ήταν μόνο η αρχή».
Οι Δημοκρατικοί ήξεραν ότι θα ήταν δύσκολο να καταδικαστεί ο Τραμπ στη Γερουσία. Ωστόσο γνώριζαν επίσης ότι η ανάγνωση των κατηγοριών και η προβολή βίντεο με τις δραματικές σκηνές που εκτυλίχθηκαν στο Καπιτώλιο, θα μείνουν στη μνήμη πολλών Αμερικανών. Όπως δήλωσε ο επικεφαλής της πλειοψηφίας των Δημοκρατικών Τσακ Σάμερ, η υποκίνηση της εισβολής στο Καπιτώλιο ήταν «η πιο απεθχής πράξη που έχει διαπράξει ποτέ πρόεδρος». Ωστόσο η αθώωση Τραμπ δεν σημαίνει ότι μπορεί να απολαύσει ξέγνοιαστα στο εξής τον ήλιο στη Φλόριντα. Θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να βρεθεί σε δικαστικές αίθουσες για άλλες υποθέσεις αστικής ή ποινικής φύσης, δεδομένου ότι πλέον δεν καλύπτεται από ασυλία. Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι στην αμερικανική ιστορία έχουν ξεκινήσει τέσσερις διαδικασίες καθαίρεσης εναντίον προέδρων από το 1868. Οι δύο αφορούσαν τον Ντόναλντ Τραμπ. Γι αυτό και μόνο θα μείνει στην ιστορία.
Πηγή: Deutsche Welle