Ένα από τα σημαντικότερα κατορθώματα της ανθρώπινης μηχανικής, η Διώρυγα του Παναμά, έρχεται ξανά στο προσκήνιο μετά τις δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ ότι θα την «πάρει πίσω», οι οποίες εκφράστηκαν και επισήμως στην πρώτη του ομιλία μετά την ορκωμοσία του.
Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ καταλόγισε στη χώρα της Κεντρικής Αμερικής ότι έχει παραχωρήσει τη λειτουργία της πλωτής οδού στην Κίνα, κάτι το οποίο η κυβέρνηση του Παναμά έχει αρνηθεί κατηγορηματικά.
«Δεν τη δώσαμε στην Κίνα. Τη δώσαμε στον Παναμά και την παίρνουμε πίσω, είπε χαρακτηριστικά ο Τραμπ.
Από τότε που ξεκίνησε η κατασκευή της τον 19ο αιώνα, η Διώρυγα του Παναμά έχει γοητεύσει τον κόσμο, διευρύνοντας τα όρια του εφικτού, ξεπερνώντας τις διεθνείς πολιτικές εντάσεις και φέρνοντας επανάσταση στις μεταφορές.
«Ήταν ένα μεγαλεπήβολο έργο μηχανικής που άλλαξε τον κόσμο με τη βοήθεια και τα χέρια και τον ιδρώτα και το αίμα χιλιάδων ανθρώπων 97 εθνικοτήτων που συναντήθηκαν σε αυτόν τον πολύ μικρό ισθμό», δήλωσε στο CNNi η Ana Elizabeth González, εκτελεστική διευθύντρια και επικεφαλής επιμελήτρια του Μουσείου Διώρυγας του Παναμά.
Γιατί είναι τόσο σημαντική
Περίπου το 5% του συνολικού παγκόσμιου εμπορίου διακινείται κάθε χρόνο μέσω των 80 χιλιομέτρων της διώρυγας, με το μεγαλύτερο μέρος να αφορά την διακίνηση φορτίου μεταξύ της ανατολικής ακτής των ΗΠΑ και της Ασίας.
Περίπου το 40% όλων των αμερικανικών κοντέινερ περνάει από τη διώρυγα, και πάνω από το 70% του φορτίου της διώρυγας είτε πηγαίνει προς είτε φεύγει από την Αμερική.
Αυτή την υδάτινη λεωφόρο, που συνδέει 170 χώρες μέσω 1.920 λιμανιών, διαχειρίζεται η Αρχή της Διώρυγας του Παναμά (ACP), μια αυτόνομη κυβερνητική οντότητα.
Πριν από τη διάνοιξη της διώρυγας το 1914, τα πλοία που ήθελαν να περάσουν από τον Ατλαντικό Ωκεανό στον Ειρηνικό και αντίστροφα, έπρεπε να πλεύσουν κάτω από τη Νότια Αμερική, γύρω από το ακρωτήριο Χορν, κάνοντας ένα ταξίδι εξαιρετικά επικίνδυνο και χρονοβόρο.
Μέχρι τότε, από το 1616 που πέρασαν για πρώτη φορά οι Ολλανδοί θαλασσοπόροι, στη διαδρομή αυτή έχασαν τη ζωή τους περίπου 10.000 ναυτικοί.
Η διώρυγα μείωσε τον χρόνο ταξιδιού των πλοίων κατά πέντε μήνες και την απόσταση κατά 12.875 χιλιόμετρα. Μέχρι σήμερα έχει εξυπηρετήσει πάνω από 815.000 πλοία.
Η σημερινή Διώρυγα του Παναμά είναι μια αναβαθμισμένη εκδοχή της αρχικής, μετά από μια επέκταση κόστους πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων που ολοκληρώθηκε το 2016 για να εξυπηρετεί τα υπερμεγέθη πλοία κατηγορίας NeoPanamax, τα οποία δεν μπορούσε να φανταστεί κανείς στις αρχές του 20ού αιώνα αλλά σήμερα είναι ένα όλο και πιο συνηθισμένο φαινόμενο στις ανοικτές θάλασσες.
Ένα σύστημα κλειδαριών που ανυψώνει τα πλοία στην τεχνητή Λίμνη Γκατούν και τα χαμηλώνει ξανά στο επίπεδο της θάλασσας, τα βοηθά να περάσουν από τον έναν ωκεανό στον άλλον.
Για να εξασφαλιστεί η ομαλή πλεύση μέσω του πολύπλοκου συστήματος, οι καπετάνιοι υποχρεούνται να παραδώσουν τον έλεγχο του πλοίου σε έναν από τους ειδικούς της ACP για τη διαδρομή που διαρκεί από 8 έως 10 ώρες.
Το 2024, τα έσοδα της διώρυγας ανέρχονταν σε περίπου 5 δισεκατομμύρια δολάρια, συνεισφέροντας σχεδόν το 8% του συνολικού ετήσιου ΑΕΠ του Παναμά, σύμφωνα με μελέτη της IDB Invest.
Το παρασκήνιο της διάνοιξης
Το αμερικανικό ενδιαφέρον για τη δημιουργία ενός περάσματος προέκυψε με την έναρξη του Πυρετού του Χρυσού στα μέσα του 19ου αιώνα, καθώς οι χρυσοθήρες αναζητούσαν καλύτερους και ταχύτερους τρόπους για να κατευθυνθούν προς την Καλιφόρνια.
Γάλλοι μηχανικοί, με επικεφαλής τους κατασκευαστές της διώρυγας του Σουέζ, ήταν αυτοί που τελικά έκαναν τις πρώτες κινήσεις για την κατασκευή μιας διώρυγας το 1881. Αλλά οι προσπάθειές τους κατέρρευσαν εξαιτίας του θανάτου περισσότερων από 22.000 ανθρώπων από ασθένειες και ατυχήματα, των οικονομικών προβλημάτων και της εσωτερικής διαφθοράς.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες αγόρασαν τα δικαιώματα από τους Γάλλους στις αρχές του 20ου αιώνα. Η περιοχή ελεγχόταν εκείνη την εποχή από τη Δημοκρατία της Κολομβίας, αλλά μια εξέγερση που υποστηρίχθηκε από τις ΗΠΑ οδήγησε στον διαχωρισμό του Παναμά από την Κολομβία και στη δημιουργία της Δημοκρατίας του Παναμά το 1903.
Η αμερικανική βοήθεια στην ανεξαρτησία του Παναμά οδήγησε τις δύο χώρες στην υπογραφή της Συνθήκης Hay-Bunau-Varilla το 1903, η οποία, σε αντάλλαγμα, έδινε στις ΗΠΑ τον έλεγχο μιας λωρίδας γης μήκους 80 χιλιομέτρων και πλάτους 1 χιλιομέτρων για την κατασκευή της διώρυγας. Η περιοχή έγινε γνωστή ως Ζώνη της Διώρυγας.
Το έργο είχε βαρύ ανθρώπινο και οικονομικό κόστος: περίπου 5.600 άνθρωποι εκτιμάται ότι έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια των εργασιών, πολλοί από τους οποίους ήταν εργάτες από τις Δυτικές Ινδίες. Ενώ η Αμερική δαπάνησε περίπου 375 εκατομμύρια δολάρια –το ακριβότερο κατασκευαστικό έργο στην μέχρι τότε ιστορία της χώρας.
Η διώρυγα ολοκληρώθηκε το 1914 αλλά η τελετή εγκαινίων ακυρώθηκε λόγω του ξεσπάσματος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Το πέρασμα υπολειτουργούσε καθ' όλη τη διάρκεια του πολέμου, αλλά στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε ιδιαίτερα κρίσιμο για τους Συμμάχους.
Η κρίση στις σχέσεις ΗΠΑ – Παναμά
Οι ΗΠΑ χρησιμοποίησαν επίσης εκτάσεις στον Παναμά για διάφορες στρατιωτικές δραστηριότητες, από την εκπαίδευση αστροναυτών (ο Νιλ Άρμστρονγκ εκπαιδεύτηκε σε αεροπορική βάση στη Ζώνη της Διώρυγας) έως τη δοκιμή χημικών όπλων στα μέσα της δεκαετίας του 1940, στο πλαίσιο του Σχεδίου Σαν Χοσέ.
«Ο 20ός μας αιώνας ήταν γεμάτος με εντάσεις για πολύ διαφορετικές ερμηνείες της ίδιας συνθήκης του 1903. Υπήρξαν πολλά περιστατικά», δήλωσε η Ana Elizabeth González, με ένα σημαντικό σημείο διαμάχης να είναι η κυριαρχία στη Ζώνη της Διώρυγας, που αντιμετωπίζεται σε μεγάλο βαθμό ως αποικία των ΗΠΑ.
Η σχέσεις ΗΠΑ – Παναμά κατέρρευσαν σταδιακά εξαιτίας των διαφωνιών – που μερικές φορές είχαν βίαια ξεσπάσματα – σχετικά με τον έλεγχο της διώρυγας και την άνιση μεταχείριση των Παναμέζων και άλλων εθνικοτήτων σε σύγκριση με τους Αμερικανούς εργάτες. Υπήρχαν επίσης ζητήματα σχετικά με το αν οι σημαίες των ΗΠΑ και/ή του Παναμά θα έπρεπε να κυματίζουν στη Ζώνη της Διώρυγας. Κάποια στιγμή, ο Παναμάς διέκοψε ακόμη και τις διπλωματικές σχέσεις με τις ΗΠΑ.
Ο πρόσφατα αποθανών πρόεδρος Τζίμι Κάρτερ ήταν εκείνος που το 1977 μεσολάβησε για την σταδιακή παράδοση της διώρυγας στον έλεγχο του Παναμά, η οποία τελικά ολοκληρώθηκε την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 1999.
Ο Παναμάς στη συνέχεια φρόντισε να διαψεύσει τις παγκόσμιες ανησυχίες ότι δεν θα ήταν σε θέση να διαχειριστεί επαρκώς τη διώρυγα. Μόλις πέντε χρόνια μετά την ανάληψη της διοίκησης, διπλασίασε τα έσοδα της διώρυγας, μείωσε το ποσοστό ατυχημάτων και ανέλαβε το φιλόδοξο σχέδιο επέκτασής της. Ενώ κάποτε διοίκηση και η πλειοψηφία των εργαζόμενων ήταν ξένοι, σήμερα περίπου το 92% του εργατικού δυναμικού είναι Παναμέζοι
Το πρόβλημα της ξηρασίας
Η απειλή του Ντόναλντ Τραμπ να πάρει πίσω τη Διώρυγα του Παναμά δεν είναι το μοναδικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η περιοχή. Σοβαρή ξηρασία έχει ταλαιπωρήσει την διώρυγα το τελευταίο διάστημα, με το 2023 να είναι η τρίτη ξηρότερη χρονιά στην ιστορία της. Η έλλειψη νερού μείωσε σημαντικά τον αριθμό των πλοίων που θα μπορούσαν να περάσουν από τη διώρυγα και οι χώρες σε όλο τον κόσμο ανησυχούν για τις πιθανές επιπτώσεις στο παγκόσμιο εμπόριο σε περίπτωση που τα επίπεδα νερού της διώρυγας πέσουν πολύ χαμηλά.
Η κυβέρνηση του Παναμά έχει λάβει μέτρα για την αντιμετώπιση του ζητήματος από το 2007, όταν ξεκίνησαν οι προσπάθειες επέκτασης, ετοιμάζοντας μια νέα τεχνητή λίμνη που θα βοηθήσει στην παροχή νερού για τη διώρυγα αλλά και για το πόσιμο νερό του Παναμά, και διοχετεύοντας κεφάλαια σε προσπάθειες ανακύκλωσης νερού.
«Η αναζήτηση συνεχίζεται για ένα σύνολο μακροπρόθεσμων, συγκεκριμένων λύσεων», ανακοίνωσε η ACP τον Νοέμβριο του 2023. «Δεν υπάρχει απλή απάντηση ή έργο που να μπορεί να λύσει άμεσα το πρόβλημα του νερού. Ωστόσο, ο Παναμάς θα σταθεί στο ύψος των περιστάσεων για να διασφαλίσει τη διώρυγα για τα επόμενα χρόνια».
Πηγή: cnn.gr