Η προηγούμενη εβδομάδα χαρακτηρίστηκε από δραματικές εξελίξεις στο διεθνές γεωπολιτικό σκηνικό. Στην Ουκρανία, οι δυνάμεις αναγκάστηκαν σε μερική υποχώρηση από το Κουρσκ υπό ισχυρή ρωσική πίεση. Η Ευρώπη αντιμετωπίζει την οδυνηρή συνειδητοποίηση ότι η Αμερική πλέον λειτουργεί περισσότερο ως αντίπαλος παρά ως σύμμαχος, αναγκάζοντας την ήπειρο να επαναπροσδιορίσει τη στρατηγική της αυτονομία.
Στη Μέση Ανατολή, η πρόταση των 53 δισεκατομμυρίων για την ανοικοδόμηση της Γάζας προσκρούει τόσο στην αδιαλλαξία του Ισραηλινού Πρωθυπουργού όσο και στα εσωτερικά παλαιστινιακά προβλήματα, ενώ στη Συρία αναδύεται ένα νέο πεδίο τουρκο-ισραηλινού ανταγωνισμού μετά την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ.
Την ίδια ώρα, οι εμπορικοί δασμοί Τραμπ προκαλούν παγκόσμια οικονομική αναταραχή, ενώ η Ιαπωνία ενισχύει την αμυντική της θωράκιση απέναντι στην Κίνα.
Ο δυτικός Τύπος
Η Celeste A. Wallander, στο άρθρο της «Το κλειδί για την επιβίωση της Ουκρανίας», που δημοσιεύτηκε στο Foreign Affairs στις 17 Μαρτίου, αναλύει πώς η Ουκρανία μπορεί να επιβιώσει ακόμη και με περιορισμένη αμερικανική βοήθεια. Η πρόσφατη προσωρινή αναστολή της αμερικανικής βοήθειας προς την Ουκρανία λειτούργησε ως αφύπνιση: η Ευρώπη πρέπει να αναλάβει μεγαλύτερο ρόλο. Παρόλο που καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν μπορεί μόνη της να αντικαταστήσει τις ΗΠΑ, συλλογικά μπορούν να προσφέρουν σημαντική υποστήριξη. Τα τελευταία τρία χρόνια, η Ευρώπη έχει παράσχει στην Ουκρανία δυνατότητες που οι ΗΠΑ δεν προσέφεραν, όπως ναυτικά συστήματα κρούσης και αντιαεροπορικά συστήματα. Παράλληλα, η ουκρανική παραγωγή drones και πυρομαχικών έχει επεκταθεί, καλύπτοντας το 40% των καθημερινών επιχειρησιακών αναγκών. Η δομή της αμερικανικής βοήθειας περιλαμβάνει τρία προγράμματα: την Presidential Drawdown Authority, την Ukraine Security Assistance Initiative και το Foreign Military Financing. Τα προγράμματα αυτά ενίσχυσαν σημαντικά την άμυνα της Ουκρανίας, δημιουργώντας αποθέματα που επαρκούν μέχρι τα μέσα του 2025. Η Ουκρανία έχει επιδείξει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα και καινοτομία. Με την Ευρώπη να αυξάνει τη χρηματοδότηση και την παραγωγή πυρομαχικών και αντιαεροπορικών συστημάτων, το Κίεβο μπορεί να διατηρήσει ισχυρή άμυνα και να ενισχύσει τη διαπραγματευτική του θέση απέναντι στη Ρωσία, ακόμη και με περιορισμένη αμερικανική υποστήριξη.
Σε άρθρο με τίτλο «Ο στρατός της Ουκρανίας διέφυγε από το Κουρσκ παρά τρίχα», που δημοσιεύτηκε στο The Economist στις 17 Μαρτίου, περιγράφεται πώς οι ουκρανικές δυνάμεις αναγκάστηκαν να αποσυρθούν μερικώς από την προγεφύρωμα του Κουρσκ. Στις αρχές Μαρτίου, οι ουκρανικές δυνάμεις βρέθηκαν σε δύσκολη θέση καθώς, με τη βοήθεια βορειοκορεατικών δυνάμεων, η Ρωσία συγκέντρωσε περίπου 50.000 στρατιώτες, τετραπλάσιους από τους Ουκρανούς, περικυκλώνοντάς τους. Ταυτόχρονα, η απόφαση του Τραμπ να περιορίσει την ανταλλαγή πληροφοριών με την Ουκρανία περιέπλεξε την κατάσταση. Η μερική απόσυρση από την πόλη Σούτζα και άλλα χωριά είναι πλήγμα για την ουκρανική στρατιωτική ηγεσία, αλλά όχι η πλήρης καταστροφή που ισχυρίζεται η ρωσική προπαγάνδα. Παρά τις σοβαρές απώλειες και την χαοτική αποχώρηση, οι Ουκρανοί διατηρούν θέσεις έως και 10 χιλιόμετρα μέσα στη Ρωσία. Ο Ζελένσκι δήλωσε ότι η επιχείρηση στο Κουρσκ «εκπλήρωσε τον σκοπό της», καθώς αρχικά είχε σχεδιαστεί για την προστασία ουκρανικών πόλεων όπως το Σούμι από ρωσική επίθεση. Η Ουκρανία έχει πλέον οχυρώσει τα σύνορά της με νέες γραμμές άμυνας. Πηγές στην ουκρανική υπηρεσία πληροφοριών πιστεύουν ότι η ρωσική επίθεση συγχρονίστηκε με την πρωτοβουλία του Τραμπ για κατάπαυση του πυρός, αφαιρώντας από την Ουκρανία διαπραγματευτικά χαρτιά για μελλοντικές εδαφικές ανταλλαγές. Παρά τις διαφωνίες για την αξία της επιχείρησης στο Κουρσκ, αυτή αναμφισβήτητα ενίσχυσε το ηθικό του έθνους και έδειξε ότι και η Ρωσία αντιμετωπίζει δυσκολίες.
Σε άρθρο του RFI που δημοσιεύτηκε στις 17 Μαρτίου με τον τίτλο ««Η Συρία σε σταυροδρόμι καθώς η τουρκο-ισραηλινή αντιπαλότητα εντείνεται για τους διαδόχους του Άσαντ», αναφέρεται ότι η Συρία έχει μετατραπεί σε πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ μετά την ανατροπή του καθεστώτος του Μπασάρ αλ-Άσαντ. Η αντικατάσταση του Άσαντ από νέους ηγέτες με στενούς δεσμούς με την Τουρκία έχει προκαλέσει ανησυχία στο Ισραήλ. Οι εντάσεις κλιμακώθηκαν όταν ο Πρόεδρος Ερντογάν προειδοποίησε εκείνους που «ελπίζουν να επωφεληθούν από την αστάθεια της Συρίας», ενώ ο Πρωθυπουργός Νετανιάχου προσέφερε υποστήριξη στις μειονότητες των Δρούζων και των Κούρδων. Ισραηλινοί αναλυτές όπως η Γκάλια Λίντενστραους εκφράζουν ανησυχία για την τουρκική κυριαρχία στη Συρία, φοβούμενοι ότι η Τουρκία θα μπορούσε να εγκαταστήσει βάσεις και αεράμυνα που θα περιόριζαν τις ισραηλινές επιχειρήσεις. Οι αντικρουόμενες προοπτικές είναι ξεκάθαρες: η Τουρκία επιδιώκει ένα σταθερό ενιαίο κράτος υπό τη μεταβατική κυβέρνηση του Αχμάντ αλ-Σαράα, ενώ το Ισραήλ προτιμά μια αδύναμη και διασπασμένη Συρία. Οι αναλυτές προειδοποιούν ότι η επέκταση της τουρκικής στρατιωτικής παρουσίας κοντά στα σύνορα με το Ισραήλ θα δημιουργούσε μια «εξαιρετικά επικίνδυνη και εκρηκτική κατάσταση», ενώ οι αεροπορικές βάσεις θα μπορούσαν να απειλήσουν την ισραηλινή πρόσβαση στον συριακό εναέριο χώρο. Αν και υπάρχουν δυνατότητες συνεργασίας, η αμοιβαία δυσπιστία μεταξύ Ερντογάν και Νετανιάχου καθιστά πιθανή τη διάχυση της αντιπαλότητάς τους στη Συρία, περιπλέκοντας περαιτέρω τη μετάβαση της χώρας μετά την πτώση του καθεστώτος Άσαντ.
Σε άρθρο γνώμης του Der Spiegel, με τίτλο «Η Αμερική είναι πλέον αντίπαλος» (ημέρα πρόσβασης 19 Μαρτίου), ο Mathieu von Rohr περιγράφει τη δραματική κατάσταση της Ευρώπης μετά την κατάρρευση της παγκόσμιας τάξης. Η Αμερική του Τραμπ δεν είναι πλέον σύμμαχος αλλά αντίπαλος, με τη Δυτική συμμαχία να μην υφίσταται πλέον. Η ιστορική στιγμή ήρθε όταν ο Τραμπ και ο αντιπρόεδρος Βανς ταπείνωσαν τον Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο, διακόπτοντας την παροχή όπλων και πληροφοριών στην Ουκρανία. Η γεωπολιτική επίπτωση της 28ης Φεβρουαρίου 2025 είναι εξίσου σημαντική με την εισβολή της Ρωσίας το 2022. Για τη Γερμανία, που ιστορικά υπήρξε δημιούργημα της Αμερικής μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, η ρήξη είναι θεμελιώδης. Ο Τραμπ έχει δείξει περιφρόνηση για τους συμμάχους και θαυμασμό για «αυτοκράτορες» όπως ο Πούτιν και ο Σι. Η Ευρώπη πρέπει τώρα να επανανακαλύψει την οικονομική και στρατιωτική της ισχύ. Δεν υπάρχει λόγος τα 500 εκατομμύρια Ευρωπαίοι να μην μπορούν να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους απέναντι στη Ρωσία. Υπάρχουν ενθαρρυντικά σημάδια: οι Ευρωπαίοι συσπειρώνονται υπέρ της Ουκρανίας, ενώ η Γερμανία εξετάζει αύξηση των αμυντικών δαπανών. Η στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης, που ο Μακρόν προωθεί εδώ και χρόνια, θα πάρει πολλές γενιές και πρέπει να συμπεριλάβει πυρηνικά όπλα και κοινή αμυντική ασπίδα. Η ωρίμανση της Ευρώπης θα είναι δύσκολη και δαπανηρή, αλλά δεν υπάρχει άλλη επιλογή.
Ο Τύπος της Μέσης Ανατολής
Σε άρθρο γνώμης του Omar H Rahman με τίτλο «Το αραβικό σχέδιο για τη Γάζα έχει δύο προβλήματα: το Ισραήλ και την Παλαιστινιακή Αρχή», από το δίκτυο Al Jazeera (ημερομηνία πρόσβασης 20 Μαρτίου), αναλύεται η αιγυπτιακή πρόταση για την ανοικοδόμηση και διοίκηση της Γάζας. Το σχέδιο των 53 δισεκατομμυρίων δολαρίων, που υποστηρίζεται από τα αραβικά κράτη, τον Οργανισμό Ισλαμικής Συνεργασίας και αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, αποτελεί μια γεωπολιτική παρέμβαση με σκοπό να αντιμετωπιστεί το σχέδιο του Νετανιάχου και του Τραμπ για τον αποπληθυσμό της Γάζας. Ωστόσο, το σχέδιο αντιμετωπίζει σημαντικά εμπόδια. Ο Νετανιάχου αντιτίθεται σε οποιοδήποτε ρόλο της Παλαιστινιακής Αρχής στη Γάζα, καθώς αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε γεωπολιτική ενότητα μεταξύ Γάζας και Δυτικής Όχθης και πιθανή παλαιστινιακή κρατική οντότητα. Επιπλέον, η ίδια η Παλαιστινιακή Αρχή υπό τον Αμπάς είναι βαθιά αντιδημοφιλής και στερείται πολιτικής συνάφειας. Ο Αμπάς έχει επιταχύνει τη διάβρωση της νομιμότητας της Παλαιστινιακής Αρχής, καθώς συνεχίζει να συνεργάζεται με το Ισραήλ για τον συντονισμό της ασφάλειας, να εντείνει την αυταρχική του εξουσία και να αρνείται την διεξαγωγή εκλογών από το 2006. Η ανοικοδόμηση της Γάζας θα μπορούσε να αποτελέσει ευκαιρία για ανανέωση του παλαιστινιακού εθνικού κινήματος, αλλά απαιτεί την υπέρβαση της εμμονής του Νετανιάχου, του προσωπικού συμφέροντος του Αμπάς και των εσωτερικών παλαιστινιακών διαιρέσεων. Αν ο Αμπάς συνεχίσει να μονοπωλεί την εξουσία και ο Νετανιάχου συνεχίσει την εκστρατεία του για υπονόμευση κάθε μορφής παλαιστινιακής κυριαρχίας, τότε το αραβικό σχέδιο είναι καταδικασμένο σε αποτυχία πριν καν εφαρμοστεί.
Σε άρθρο γνώμης του Robbie Sabel με τίτλο «Η πολιτική του Ισραήλ στη Γάζα πρέπει να επικεντρωθεί στα ζωτικά συμφέροντα, όχι στην αλλαγή καθεστώτος», που δημοσιεύτηκε στις 18 Μαρτίου στην Jerusalem Post, υποστηρίζεται ότι το Ισραήλ πρέπει να αποσαφηνίσει τα ζωτικά του συμφέροντα στη Γάζα. Ο συγγραφέας επικαλείται τον πρώην Βρετανό πρωθυπουργό Πάλμερστον, ο οποίος δήλωσε ότι δεν υπάρχουν αιώνιοι σύμμαχοι ή μόνιμοι εχθροί, μόνο αιώνια και διαρκή συμφέροντα που πρέπει να υπηρετούμε. Σύμφωνα με το άρθρο, τα ζωτικά συμφέροντα του Ισραήλ στη Γάζα είναι η άμεση επιστροφή των ομήρων και η διασφάλιση της μελλοντικής ασφάλειας της χώρας, ώστε να μην επαναληφθούν τα γεγονότα της 7ης Οκτωβρίου. Αυτό απαιτεί κατάλληλη προετοιμασία του ισραηλινού στρατού και εξασφάλιση ότι όποιος ελέγχει τη Γάζα δεν μπορεί πλέον να εισάγει ή να κατασκευάζει ρουκέτες και άλλα όπλα που απειλούν τη χώρα. Η Χαμάς είναι ένα αυταρχικό, αντισημιτικό καθεστώς που επιβάλλει μια ακραία μορφή του Ισλάμ στον πληθυσμό της. Παρόλο που θα ήταν προς το συμφέρον του Ισραήλ να δει τη Χαμάς να αντικαθίσταται από ένα μετριοπαθές καθεστώς, είναι αμφισβητήσιμο αν αυτό είναι πράγματι το ζωτικό συμφέρον του Ισραήλ ή αν αυτό είναι εφικτό με τις παρούσες συνθήκες. Ο Sabel επισημαίνει ότι κανένας από τους γείτονες του Ισραήλ, εκτός ίσως από το Λίβανο, δεν είναι δημοκρατικός. Το Ισραήλ κατάφερε για πολλά χρόνια να διατηρήσει την ηρεμία στα σύνορά του με τη Συρία, παρά την αυταρχική της κυβέρνηση. Η προσπάθεια του Ισραήλ να αλλάξει καθεστώτα στους γείτονές του, όπως έκανε στο Λίβανο, δεν στέφθηκε με επιτυχία. Με βάση λοιπόν τα διδάγματα από το παρελθόν αντιλαμβανόμαστε ότι είναι εξαιρετικά απίθανο η Χαμάς να αντικατασταθεί από μια φιλελεύθερη δημοκρατία. Συνεπώς, η πολιτική του Ισραήλ θα πρέπει να επικεντρωθεί στα ζωτικά συμφέροντα ασφαλείας και όχι στην αλλαγή καθεστώτος στη Γάζα.
Ο Τύπος της Ασίας
To κύριο άρθρο Asahi Shimbun που δημοσιεύτηκε στις 18 Μαρτίου με τίτλο «Οι απερίσκεπτοι και ανόητοι δασμοί του Τραμπ απειλούν την παγκόσμια οικονομία», καταδικάζει τις εμπορικές πολιτικές του Προέδρου Τραμπ. Η αμερικανική κυβέρνηση επέβαλε δασμό 25% σε όλες τις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου στις ΗΠΑ, μια απόφαση που αντικατοπτρίζει μια λανθασμένη χειραγώγηση της εμπορικής πολιτικής. Οι επηρεαζόμενες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ιαπωνίας, καλούνται να ενωθούν και να αμφισβητήσουν αυτούς τους άδικους δασμούς. Η αμερικανική κυβέρνηση επέκτεινε τους δασμούς και στο Μεξικό, τον Καναδά και την Κίνα, ενώ ο Υπουργός Εμπορίου δήλωσε ότι και τα ιαπωνικά αυτοκίνητα θα υπόκεινται σε επερχόμενους δασμούς. Αυτοί οι μονομερείς υψηλοί δασμοί παραβιάζουν τους κανόνες του ΠΟΕ και τις διμερείς συμφωνίες, υπονομεύοντας το παγκόσμιο σύστημα ελεύθερου εμπορίου. Απειλούν τις εξαγωγικές χώρες, αυξάνουν το κόστος των προϊόντων στις ΗΠΑ, ενώ έχουν ήδη προκαλέσει την επιβολή αντιποίνων από χώρες όπως η Κίνα, ο Καναδάς και η ΕΕ. Η ασυνεπής προσέγγιση της κυβέρνησης στις αποφάσεις της για τους δασμούς επηρεάζει δυσμενώς επιχειρήσεις και καταναλωτές, προκαλώντας οικονομική αστάθεια και αβεβαιότητα στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Είναι απαραίτητο οι χώρες που υποστηρίζουν το ελεύθερο εμπόριο να ενωθούν για να υπερασπιστούν τους καθιερωμένους κανόνες εμπορίου. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο η Ιαπωνία θα πρέπει να συνεργαστεί διπλωματικά με άλλες μεγάλες χώρες για να αντιμετωπίσει την εγωκεντρική συμπεριφορά των ΗΠΑ.
Ο Seong Hyeon Choi στο δημοσίευμα «Η Ιαπωνία θα αναπτύξει πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς κοντά στην Ανατολική Θάλασσα της Κίνας καθώς αυξάνονται οι φόβοι για την Ταϊβάν» που δημοσιεύτηκε στο South China Morning Post στις 18 Μαρτίου, αναφέρει τα σχέδια της Ιαπωνίας για ανάπτυξη πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς στο νοτιοδυτικό νησί Κιούσου. Σύμφωνα με αναφορά του ιαπωνικού πρακτορείου ειδήσεων Kyodo, η ανάπτυξη πυραύλων, η οποία πιθανότατα θα ξεκινήσει στα τέλη Μαρτίου του επόμενου έτους, αποσκοπεί στην ενίσχυση των «ικανοτήτων αντεπίθεσης» της Ιαπωνίας σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Η κίνηση στοχεύει στην ενίσχυση της ασφάλειας των νησιών Νανσέι (Ρυουκιού), μιας αλυσίδας νησιών στρατηγικής σημασίας λόγω της εγγύτητάς τους στην Ταϊβάν. Οι πιθανές τοποθεσίες ανάπτυξης περιλαμβάνουν το Γιούφου στην επαρχία Οίτα και την πόλη Κουμαμότο. Ωστόσο, η επαρχία Οκινάουα πιθανότατα δεν θα φιλοξενήσει τους πυραύλους λόγω ανησυχιών για κλιμάκωση των εντάσεων με το Πεκίνο. Οι πύραυλοι που θα αναπτυχθούν είναι αναβαθμισμένες εκδόσεις του ιαπωνικού πυραύλου Τύπου-12 με εκτεταμένο βεληνεκές 1.000 χιλιομέτρων. Η Ιαπωνία ενισχύει τα τελευταία χρόνια την ασφάλεια των νοτιοδυτικών νησιών της που αποτελούν μέρος της "πρώτης αλυσίδας νησιών" που εκτείνεται από την Ιαπωνία μέχρι τις Φιλιππίνες, λειτουργώντας ως αμυντική γραμμή έναντι της επέκτασης του Πεκίνου προς τον Ειρηνικό Ωκεανό. Η κίνηση έρχεται εν μέσω αυξανόμενων ανησυχιών για κίνδυνο σύγκρουσης σε επίμαχα σημεία όπως η Ανατολική Θάλασσα της Κίνας και το Στενό της Ταϊβάν.
Τύπος της Ρωσίας και Ουκρανίας
Ο Andrey Sushentsov, στο άρθρο του με τίτλο «Δύο σενάρια για το Κίεβο» που δημοσιεύτηκε στην Kommersant (ημερομηνία πρόσβασης 20 Μαρτίου), αναλύει την κρίσιμη απόφαση που καλείται να πάρει η Ουκρανία. Ο Ντόναλντ Τραμπ επιδιώκει την απεμπλοκή των ΗΠΑ από την ουκρανική κρίση, είτε μέσω βιώσιμης διευθέτησης είτε αποσύροντας την αμερικανική υποστήριξη. Μετά από μια αμφιλεγόμενη συνάντηση με τον Ζελένσκι, οι ΗΠΑ έδειξαν πώς θα είναι η κατάσταση χωρίς αμερικανική υποστήριξη: καμία ανταλλαγή πληροφοριών και διακοπή στρατιωτικής και οικονομικής βοήθειας. Αυτό άλλαξε το κλίμα στο Κίεβο, καθώς έχει γίνει αντιληπτό ότι η αμερικανική υποστήριξη είναι αναντικατάστατη. Η κοινή δήλωση μετά τις διαπραγματεύσεις στην Τζέντα αναφέρει την επιθυμία για βιώσιμη ειρήνη χωρίς να γίνεται λόγος σε προϋποθέσεις και χωρίς να υπάρχει αναφορά σε εγγυήσεις ασφαλείας για το Κίεβο. Η επίτευξη της ειρήνης θα επιτρέψει στον Ζελένσκι να προβάλει την εικόνα της «νίκης» αλλά και της διατήρησης της κρατικής κυριαρχίας. Η προσωπική του ασφάλεια και το πολιτικό του μέλλον μπορούν να εξασφαλιστούν από τα ενδιαφερόμενα μέρη. Ωστόσο, μια διευθέτηση θα σημάνει την απώλεια της κεντρικής θέσης της Ουκρανίας στη δυτική ατζέντα, ενώ οι εθνικιστές θα κατηγορήσουν τον Ζελένσκι για προδοσία. Εναλλακτικά, συνεχίζοντας τον πόλεμο, ο Ζελένσκι θα διατηρήσει την εξουσία, θα εξαλείψει την αντιπολίτευση και θα αναβάλει τις εκλογές. Επιπλέον, θα ενισχύσει την εικόνα του ως αδιάλλακτου ηγέτη. Όμως οι ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις πολεμούν στα όρια των δυνατοτήτων τους έχουν πλέον κουραστεί και η απειλή της κατάρρευσης του μετώπου είναι πιθανή.
Σύμφωνα με άρθρο του Yuri Zoria που δημοσιεύθηκε στις 20 Μαρτίου, στο Euromaidan Press, με τον τίτλο «Μετά από την αποτυχημένη συμφωνία ορυκτών, ο Τραμπ προτείνει αμερικανική εξαγορά των ουκρανικών πυρηνικών σταθμών», ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ έχει στρέψει την προσοχή του στην απόκτηση ελέγχου των ουκρανικών πυρηνικών σταθμών, μετά την αποτυχία προηγούμενης προσπάθειας για εξασφάλιση συμφωνίας εκμετάλλευσης ουκρανικών ορυκτών πόρων. Οι ΗΠΑ ασκούν πιέσεις στο Κίεβο να παραχωρήσει τον έλεγχο των πυρηνικών σταθμών, παρουσιάζοντας την εξαγορά ως προστασία από ρωσικές επιθέσεις. Κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής συνομιλίας στις 19 Μαρτίου, ο Τραμπ πρότεινε στον Ζελένσκι την αμερικανική ανάληψη των ουκρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων. Ο Ζελένσκι δήλωσε ότι η συζήτηση αφορούσε μόνο τον σταθμό της Ζαπορίζια, που βρίσκεται υπό ρωσική κατοχή από το 2022. Η Ουκρανία λειτουργεί συνολικά 15 πυρηνικούς αντιδραστήρες σε τέσσερις σταθμούς. Παράλληλα, ο Ζελένσκι συμφώνησε σε μερική εκεχειρία που διαπραγματεύτηκε ο Τραμπ με τον Πούτιν, δηλώνοντας ότι το Κίεβο είναι έτοιμο να σταματήσει τις επιθέσεις σε ρωσικές ενεργειακές υποδομές. Ωστόσο, εξακολουθεί να υπάρχει σύγχυση για το ακριβές περιεχόμενο της συμφωνίας. Η Ρωσία από την μεριά της συνεχίσει να απαιτεί τον τερματισμό της δυτικής στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία ως προϋπόθεση για πλήρη εκεχειρία. Ουκρανοί αξιωματούχοι απορρίπτουν αυτή την απαίτηση ως μη ρεαλιστική. Η πίεση του Τραμπ για έλεγχο των πυρηνικών σταθμών εντάσσεται σε ένα ευρύτερο μοτίβο εκμετάλλευσης της ευάλωτης θέσης της Ουκρανίας, που βρίσκεται στο ίδιο μήκος κύματος με την αποτυχημένη προσπάθεια εξασφάλισης δικαιωμάτων εκμετάλλευσης ουκρανικών ορυκτών πόρων αξίας εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Πηγή: KYΠΕ