Οι αναλύσεις για τα αίτια της συντριπτικής ήττας της αντιπροέδρου των ΗΠΑ Κάμαλα Χάρις από τον Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές του 2024 θα συνεχιστούν για πολύ καιρό.
Ποταμοί μελάνης θα χυθούν για το τι πήγε στραβά, πολλοί θα ψέξουν τους δημοσκόπους που έπεσαν έξω στις προβλέψεις τους ενώ νέες ακαδημαϊκές σταδιοδρομίες «στρώνονται» πάνω σε αυτή την αμφίρροπη και γεμάτη αγωνία εκλογική αναμέτρηση.
Ύστερα από ένα αναμφισβήτητα θεαματικό ξεκίνημα η Κάμαλα Χάρις απέτυχε να σφραγίσει τη συμφωνία. Η Χάρις ξόδεψε πάρα πολύ χρόνο προσπαθώντας να υποστηρίξει ότι ο Ντόναλντ Τραμπ ήταν ακατάλληλος για την προεδρία των ΗΠΑ και πολύ λιγότερο χρόνο για να δώσει ένα συνεκτικό μήνυμα σχετικά με το γιατί η ίδια θα ήταν καταλληλότερη για τη θέση.
Παρά το γεγονός ότι κέρδισε τις εντυπώσεις στο ένα και μοναδικό ντιμπέιτ που είχε με τον Ντόναλντ Τραμπ, στις 10 Σεπτεμβρίου 2024 και κατάφερε να συγκεντρώσει περισσότερα από 1 δις. Δολάρια από δωρεές σε μόλις τρεις μήνες, η Χάρις δεν μπόρεσε να περιγράψει συνοπτικά την ατζέντα της σε κρίσιμα ζητήματα που απασχολούν την αμερικανική κοινωνία, όπως η οικονομία και η μετανάστευση. Επίσης, δεν κατάφερε να υπερασπιστεί την μετατόπισή της σε ζητήματα όπως το fracking, δηλαδή την υδραυλική ρωγμάτωση, μία μέθοδος εξόρυξης πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Τελικά, η Χάρις δεν κατάφερε να ελιχθεί πολιτικά και να αποστασιοποιηθεί από το μη δημοφιλές αφεντικό της, τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν.
Δεμένη στο άρμα του Μπάιντεν
Όταν εμφανίστηκε στο «The View» του ABC, ένα φίλα προσκείμενο μέσο, προκειμένου να συστηθεί στους Αμερικανούς που δεν ήταν εξοικειωμένοι με την ιστορία της, δεν μπόρεσε να εξηγήσει επαρκώς αν θα έκανε κάτι διαφορετικά από τον Πρόεδρο Τζο Μπάιντεν στην περίπτωση που εκλεγόταν.
Σε μια εύκολη ερώτηση, από μία θετικά προσκείμενη παρουσιάστρια, η Χάρις απάντησε αμήχανα «Δεν υπάρχει τίποτα που να μου έρχεται στο μυαλό», σηματοδοτώντας το σημείο καμπής στην εκλογική κούρσα.
Τις εβδομάδες που ακολούθησαν προσπάθησε να ανακάμψει υποστηρίζοντας ότι η κυβέρνησή της δεν θα είναι συνέχεια της κυβέρνησης Μπάιντεν αλλά η ζημιά είχε ήδη γίνει.
Το μοιραίο λάθος που καταδίκασε την υποψηφιότητα της Κάμαλα Χάρις, ήταν η αδυναμία της να διαχωρίσει τον εαυτό της από τον Τζο Μπάιντεν, του οποίου τα ποσοστά αποδοχής κυμαίνονταν γύρω στο 40% τα τέσσερα χρόνια που βρέθηκε στον Λευκό Οίκο.
Η Χάρις προσπάθησε να πείσει ότι εκπροσωπεί μία «νέα γενιά ηγεσίας« που θα πάλευε να βρει λύσεις στα προβλήματα των ΗΠΑ, όπως το αυξανόμενο κόστος ζωής που συντρίβει εκατομμύρια Αμερικάνους και η στεγαστική κρίση.
Ωστόσο, η ιδιότητά της ως εν ενεργεία αντιπρόεδρος, δεν ταίριαξε στο καλούπι του υποψηφίου που θα έφερνε την αλλαγή, ενώ η πίστη της στον Μπάιντεν ακόμη και όταν οι Αμερικάνοι αποδοκίμαζαν τους χειρισμούς του στον πληθωρισμό και τη μετανάστευση και σε όλες τις δημοσκοπήσεις δήλωναν ότι η χώρα οδηγούταν σε λάθος κατεύθυνση, της κόστισε την προεδρία.
Χαμηλές επιδόσεις στους πληθυσμούς των μαύρων και των ισπανόφωνων
Η υποψήφια των Δημοκρατικών έχασε τις εκλογές σε μεγάλο βαθμό διότι δεν μπόρεσε να αποτρέψει τη διάσπαση των βασικών δημοκρατικών εκλογικών περιφερειών με μεγάλο πληθυσμό μαύρων, ισπανόφωνων και νεαρών ψηφοφόρων.
Η Χάρις είχε χαμηλή επίδοση στους έγχρωμους ψηφοφόρους και ειδικά στους λατίνους. Αλλά και μεταξύ των μαύρων ψηφοφόρων των αστικών κέντρων, όπως η Φιλαδέλφεια, το Ντιτρόιτ και το Μιλγουόκι, δεν τα πήγε ιδιαίτερα καλά.
Παρά το γεγονός ότι οι Δημοκρατικοί συγκράτησαν τη δυναμική τους στα προάστια όπου ζουν ψηφοφόροι κολεγιακής εκπαίδευσης, αυτό δεν στάθηκε αρκετό για να ξεπεράσουν τα αντίστοιχα ποσοστά του Τραμπ στα προπύργια των Δημοκρατικών.
Σύμφωνα με τα exit poll του CNNi, η Χάρις συγκέντρωσε την ψήφο των μαύρων ψηφοφόρων σε ποσοστά 86% έναντι 12% του Τραμπ και των Λατίνων σε ποσοστό 53% έναντι 45% του Τραμπ.
Όμως, στις εκλογές του 2020 τα αντίστοιχα ποσοστά του Μπάιντεν ήταν 92% έναντι 8% και 65% έναντι 32% του Τραμπ.
Ακόμη και αν εργάστηκε σκληρά για να περιορίσει την «αιμορραγία» στις βαριά Ρεπουμπλικανικές κομητείες και πάλι σημείωσε χαμηλότερη απόδοση από εκείνη του Μπάιντεν το 2020, επιστρέφοντας στα ποσοστά της Χίλαρι Κλίντον το 2016.
Εστίασε πολύ στον Τραμπ
Από την αρχή, η Χάρις προσπάθησε να μετατρέψει την προεκλογική της εκστρατεία σε δημοψήφισμα κατά του Τραμπ.
Ειδικά τις τελευταίες εβδομάδες κλιμάκωσε τη ρητορική της αποκαλώντας τον πρώην πρόεδρο φασίστα και «ασταθή». Έτεινε ολοένα και περισσότερο στη διαμόρφωση των εκλογών ως αγώνα για τη δημοκρατία, όπως έκανε ο Μπάιντεν πριν αποχωρήσει τελικά από την κούρσα τον περασμένο Ιούλιο.
«Η Καμάλα Χάρις έχασε αυτές τις εκλογές όταν επικεντρώθηκε σχεδόν αποκλειστικά στο να επιτίθεται στον Ντόναλντ Τραμπ», δήλωσε ο βετεράνος δημοσκόπος Φρανκ Λουντζ στο X. Οι ψηφοφόροι γνωρίζουν ήδη τα πάντα για τον Τραμπ αλλά εξακολουθούσαν να θέλουν να μάθουν περισσότερα για τα σχέδια της Χάρις για την πρώτη ώρα, την πρώτη μέρα, τον πρώτο μήνα και τον πρώτο χρόνο της κυβέρνησής της. Ήταν μια κολοσσιαία αποτυχία για την εκστρατεία της να στρέψει τα φώτα της δημοσιότητας στον Τραμπ παρά στις θέσεις της ίδιας της Χάρις», υποστηρίζει ο Λουντς.
Η Χάρις, η οποία έκανε επιθετική εκστρατεία για την αποκατάσταση της πρόσβασης στις αμβλώσεις, κέρδισε τις γυναίκες ψηφοφόρους με μεγάλη διαφορά 54% (έναντι του 44% του Τραμπ), σύμφωνα με τα exit polls του CNNi, αλλά και πάλι η επίδοσή της ήταν μικρότερη από εκείνη του Μπάιντεν το 2020 ( 57% έναντι 42% του Τραμπ). Ο Τραμπ κέρδισε τους άνδρες ψηφοφόρους έναντι της Χάρις με την ίδια διαφορά 54%-44%.
Ήταν η σωστή επιλογή;
H προεδρική εκστρατεία του 2024 - πολύ περισσότερο από τις εκλογές του 2016 ή του 2020 - σηματοδότησε μια στιγμή μέγιστης πόλωσης στον πολιτικό διάλογο των ΗΠΑ, στον οποίο το κοινό πάλευε να βρει μια έγκυρη πηγή αλήθειας ή γεγονότος.
Ο πολιτικός διάλογος κατακλύστηκε από ψεύδη.
Μέχρι το φθινόπωρο, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν εισέλθει σε ένα πραγματικά οργουελικό σύμπαν, στο οποίο ο Τραμπ μπορούσε να δηλώσει ότι ήταν η Χάρις διεξήγαγε μία «εκστρατεία μίσους» και περιέγραφε την εισβολή στο Καπιτώλιο της 6ης Ιανουαρίου 2021 ως «ημέρα αγάπης», με τους παραπάνω ισχυρισμούς να είναι αποδεκτοί από εκατομμύρια υποστηρικτές του.
Το πολιτικό τοπίο είχε αλλάξει με τρόπους που η εκστρατεία Χάρις δεν μπόρεσε να αντιληφθεί πραγματικά. Μετά το δυναμικό της ξεκίνημα, η αντιπρόεδρος Χάρις βρέθηκε να παλεύει με ένα κύμα δυσαρέσκειας για τα πιο… προοδευτικά στοιχεία της ατζέντας του Προέδρου Μπάιντεν.
Όπως σημείωνε πρόσφατα ο Fareed Zakaria στην Washington Post: «Η ισχυρότερη οικονομία στον κόσμο δεν έχει αποδώσει» κάτι που αποτελεί «ένα ακόμη μήνυμα ότι η πολιτική μας βρίσκεται στο μέσο μιας μεγάλης αναταραχής, καθώς τα οικονομικά ζητήματα έχουν δώσει τη θέση τους σε πολιτιστικά ζητήματα».
Το αποτέλεσμα ήταν ότι, παρά το γεγονός ότι η εκστρατεία της Χάρις και του Μπάιντεν νωρίτερα επικεντρώθηκε στην οικονομική επανάκτηση της εργατικής τάξης, τελικά έχασαν πολύ έδαφος από τους μη εξειδικευμένους εργαζόμενους που ασχολούνται κυρίως με χειρωνακτικές εργασίες (blue-collars) ενάντια στα ζητήματα της «woke» ατζέντας, όπως την λένε.
Η ομάδα του Τραμπ έπαιξε σε αυτό το γήπεδο επιδεικνύοντας τρομερή αποτελεσματικότητα.
Η ήττα της Χάρις είναι η δεύτερη ήττα για τους Δημοκρατικούς όταν κατεβάζουν γυναίκα υποψήφια για την προεδρία, με την «γκρίνια» να ξεκινάει τώρα: Ήταν η Χάρις η σωστή επιλογή για να αντιμετωπίσει τον Τραμπ; Έπρεπε να στραφούν σε άλλο πρόσωπο; Έπρεπε να έχουν επιμείνει στην υποψηφιότητα Μπάιντεν;
Πολλοί λένε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι έτοιμες τελικά για μια γυναίκα πρόεδρο, παρά τον ρόλο της Χάρις ως πρώτη γυναίκα αντιπρόεδρος. Αν και δεν υπάρχουν ακόμη αδιάσειστα στοιχεία που να υποστηρίζουν αυτή τη θεωρία, μερικές από τις πιο καθοριστικές δημοσκοπήσεις κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου έδειξαν συντριπτικά πλεονεκτήματα για την Χάρις από τις γυναίκες ψηφοφόρους αλλά μεγάλη και όλο και αυξανόμενη στήριξη για τον Τραμπ μεταξύ των ανδρών ψηφοφόρων.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση του Ινστιτούτου Πολιτικής στη Σχολή Κένεντι του Χάρβαρντ, ο αριθμός των ανδρών ψηφοφόρων κάτω των 30 ετών που χαρακτηρίζονται ως Ρεπουμπλικάνοι αυξήθηκε κατά επτά μονάδες από το 2020. Ο Τζον ντε λα Βόλπε, διευθυντής του Ινστιτούτου, σχολίασε ότι ο Τραμπ κέρδισε πολλούς ψηφοφόρους από αυτήν την ομάδα «εξυφαίνοντας ένα υπερανδρικό μήνυμα δύναμης και περιφρόνησης στην αφήγησή του».
Τελικά η Κάμαλα Χάρις απέτυχε να συνασπίσει τους ψηφοφόρους γύρω από το πρόσωπό της και τώρα προστίθεται στη λίστα των γυναικών που προσπάθησαν, και απέτυχαν, να γίνει η πρώτη γυναίκα πρόεδρος των ΗΠΑ.