Το γραφείο του Μπενιαμίν Νετανιάχου ο ισραηλινός πρόεδρος και μέλη της ισραηλινής κυβέρνησης καταδίκασαν με σφοδρότητα την Πέμπτη το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης, κατηγορώντας το για «αντισημιτισμό» μετά την απόφασή του να εκδώσει εντάλματα σύλληψης κατά του Ισραηλινού πρωθυπουργού και του τέως υπουργού Άμυνας Γιόαβ Γκάλαντ.
Η κίνηση αυτή έρχεται αφού ο εισαγγελέας του ΔΠΔ Καρίμ Χαν ανακοίνωσε στις 20 Μαΐου ότι ζητά εντάλματα σύλληψης για φερόμενα εγκλήματα που συνδέονται με τις επιθέσεις της Χαμάς κατά του Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου 2023 και την ισραηλινή στρατιωτική απάντηση στη Γάζα. H Χάγη εξέδωσε ένταλμα σύλληψης και για τον ηγέτη της Χαμάς Μοχάμεντ Ντιάμπ Ιμπραήμ Αλ Μάσρι (γνωστό και ως Μοχάμεντ Ντέιφ).
«Νέα δίκη Ντρέιφους»
«Ο Μπενιαμίν Νετανιάχου δεν θα υποκύψει σε πιέσεις, δεν θα αποτραπεί και δεν θα υποχωρήσει μέχρι να επιτευχθούν όλοι οι πολεμικοί στόχοι του Ισραήλ» διαμηνύει το γραφείο του Ισραηλινού πρωθυπουργού.
Η «αντισημιτική απόφαση» του Διεθνούς Δικαστηρίου της Δικαιοσύνης να εκδώσει εντάλματα σύλληψης κατά του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου και του πρώην υπουργού Άμυνας Γιόαβ Γκάλαντ «ισοδυναμεί με μια σύγχρονη δίκη Ντρέιφους», δηλώνει σε ανακοίνωσή του.
Δεσμευόμενος ότι η απόφαση του δικαστηρίου δεν θα αποτρέψει το Ισραήλ από το να προστατεύσει τους πολίτες του, ο Νετανιάχου αναφέρει ότι απορρίπτει «με αηδία» τις «ψευδείς» κατηγορίες του δικαστηρίου — και υποστηρίζει ότι προέρχονται από τις προσπάθειες του Καρίμ Καν, του ανώτατου εισαγγελέα του δικαστηρίου, να «σώσει το τομάρι του από τις σοβαρές κατηγορίες εναντίον του για σεξουαλική παρενόχληση» καθώς και τις πεποιθήσεις «προκατειλημμένων δικαστών με κίνητρο το αντισημιτικό μίσος για το Ισραήλ».
«Γι’ αυτό ο εισαγγελέας είπε ψέματα όταν είπε στους Αμερικανούς γερουσιαστές ότι δεν θα ενεργούσε εναντίον του Ισραήλ προτού φτάσει εδώ και ακούσει την πλευρά του. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ακύρωσε ξαφνικά την άφιξή του στο Ισραήλ τον περασμένο Μάιο, λίγες μέρες μετά τις υποψίες εναντίον του για σεξουαλική παρενόχληση, και ανακοίνωσε την πρόθεσή του να εκδώσει εντάλματα σύλληψης κατά του πρωθυπουργού και του πρώην υπουργού Άμυνας», ισχυρίζεται το γραφείο του πρωθυπουργού.
Ο Γιόαβ Γκάλαντ προσώρας δεν έχει αντιδράσει.
«Μαύρη μέρα»
Η απόφαση του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου να εκδώσει εντάλματα σύλληψης κατά του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου και του τέως υπουργού Άμυνας Γιόαβ Γκάλαντ για εγκλήματα πολέμου σηματοδοτεί «μια μαύρη μέρα για τη δικαιοσύνη και την ανθρωπότητα», δηλώνει ο πρόεδρος Ισαάκ Χέρτζογκ.
«Με κακή πίστη, η εξωφρενική απόφαση του ΔΠΔ έχει μετατρέψει την καθολική δικαιοσύνη σε παγκόσμιο περίγελο. Χλευάζει τη θυσία όλων εκείνων που αγωνίζονται για τη δικαιοσύνη – από τη νίκη των Συμμάχων επί των Ναζί μέχρι σήμερα», δηλώνει ο Ισραηλινός πρόεδρος.
Η απόφαση του δικαστηρίου «αγνοεί τα δεινά των 101 Ισραηλινών ομήρων που κρατούνται σε βάναυση αιχμαλωσία από τη Χαμάς στη Γάζα», συνεχίζει.
«Αγνοεί την κυνική χρήση από τη Χαμάς των δικών της ανθρώπων ως ανθρώπινων ασπίδων. Αγνοεί το βασικό γεγονός ότι το Ισραήλ δέχτηκε βάρβαρη επίθεση και έχει το καθήκον και το δικαίωμα να υπερασπιστεί τον λαό του. Αγνοεί το γεγονός ότι το Ισραήλ είναι μια ζωντανή δημοκρατία, που ενεργεί σύμφωνα με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο και καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να καλύψει τις ανθρωπιστικές ανάγκες του άμαχου πληθυσμού».
Εκδίδοντας εντάλματα σύλληψης για τον Νετανιάχου και τον Γκάλαντ, το ΔΠΔ «διάλεξε την πλευρά του τρόμου και του κακού έναντι της δημοκρατίας και της ελευθερίας και μετέτρεψε το ίδιο το σύστημα δικαιοσύνης σε ανθρώπινη ασπίδα για τα εγκλήματα της Χαμάς κατά της ανθρωπότητας», κατηγορεί ο Χέρτζογκ, ζητώντας αληθινή ηθική διαύγεια απέναντι σε μια ιρανική αυτοκρατορία του κακού που επιδιώκει να αποσταθεροποιήσει την περιοχή μας και τον κόσμο».
«Σόδομα»
Ο Άβι Μάοζ, αναπληρωτής υπουργός στο Γραφείο του Πρωθυπουργού, αποκαλεί την απόφαση του δικαστηρίου «υποκρισία του χειρότερου είδους». Ο ακροδεξιός πολιτικός κατηγορεί το δικαστήριο ότι «ευχαρίστησε τις δολοφονικές δικτατορίες και αγνοεί τη σοβαρή παγκόσμια διαφθορά» προκειμένου να κυνηγά μια χώρα στη μέση ενός «υπαρξιακού πολέμου».
Το δικαστήριο «απέδειξε κατά καιρούς ότι είναι αντισημιτικό», δηλώνει ο ακροδεξιός υπουργός Εθνικής Ασφάλειας Ίταμαρ Μπεν Γκβιρ.
«Η απάντηση στα εντάλματα σύλληψης είναι η εφαρμογή κυριαρχίας σε όλα τα εδάφη της Ιουδαίας και της Σαμάρειας και η εγκατάσταση σε όλα τα μέρη της χώρας και η διακοπή των σχέσεων με την τρομοκρατική [παλαιστινιακή] αρχή, μαζί με κυρώσεις», έγραψε μάλιστα στο X.
«Πρόκειται για σύγχρονο αντισημιτισμό με το πρόσχημα της δικαιοσύνης», έγραψε στο X και η υπουργός Μεταφορών Μίρι Ρέγεφ, χαρακτηρίζοντας τα εντάλματα «νομικό παράλογα».
«Το Ισραήλ δεν θα ζητήσει συγγνώμη για την προστασία των πολιτών του. Αυτό δεν είναι έγκλημα, αυτό είναι το εθνικό και ηθικό μας καθήκον», υποστηρίζει.
Ο υπουργός Αντίστασης Νεγκέβ, Γαλιλαίας και Εθνικής Αντίστασης, Γιτζάκ Γασερλάουφ, χαρακτηρίζει τα εντάλματα ως «αντισημιτικές κατηγορίες εναντίον όλων των πολιτών του Ισραήλ» - δεσμευόμενος ότι η Ιερουσαλήμ «δεν θα αποθαρρύνεται και θα συνεχίσει να πολεμά τη δολοφονική τρομοκρατία».
«Απλώς αντισημιτισμός, πάντα αντισημιτισμός», δήλωσε από πλευράς του ο υπουργός Στέγασης Γιτζάκ Γκόλντνοπφ, παραθέτοντας ένα εδάφιο από το 4ο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης, που δηλώνει ότι οι Εβραίοι είναι «ένας λαός που κατοικεί μόνος, που δεν υπολογίζεται μεταξύ των εθνών».
Ο υπουργός Πολιτιστικής Κληρονομιάς Αμιχάι Ελιάχου δηλώνει σκωπτικά ότι ήταν «τυχερό που ο Τσόρτσιλ δεν χρειάστηκε να ζητήσει άδεια από τη Χάγη πριν σώσει την Ευρώπη από τους Ναζί».
«Το δικαστήριο της Χάγης σημαδεύτηκε ως ο ‘’διάδοχος’’ του δικαστηρίου των Σοδόμων», υποστηρίζει ο υπουργός Εποικισμών και Εθνικών Έργων Ορίτ Στροκ, συγκρίνοντας το ΔΠΔ με την αμαρτωλή Βιβλική πόλη. «Περιμένω από τα έθνη του ελεύθερου κόσμου να αποσυρθούν από αυτό με αηδία, προτού λεκιαστούν με αυτόν τον τρομερό λεκέ» πρόσθεσε.
Η Ολλανδία δηλώνει έτοιμη να εκτελέσει τα εντάλματα του ΔΠΔ
Η Ολλανδία είναι έτοιμη να δράσει σύμφωνα με τα εντάλματα σύλληψης του ΔΠΔ αν χρειαστεί, μετέδωσε το ολλανδικό πρακτορείο ειδήσεων ANP, επικαλούμενο τον υπουργό Εξωτερικών της χώρας Κασπάρ Φέλντκαμπ ως πηγή του.