Ένα δημοσίευμα της εφημερίδας Wall Street Journal, την ημέρα των Χριστουγέννων, στο οποίο αρχικά δεν δόθηκε σημασία, ήρθε να ταράξει τα νερά των αμερικανοτουρκικών σχέσεων, και να επαναφέρει με ισχυρό τρόπο το θέμα των κυρώσεων στην Τουρκία.
Μία δήλωση ανώτερου Αμερικανού αξιωματούχου, όπως τον περιγράφει η εφημερίδα, επιβεβαίωσε στην ουσία όλα όσα λέγονταν τους προηγούμενους μήνες: ότι οι γραφειοκράτες της κυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ, όσο και να προσπαθεί ο ίδιος, γνωρίζουν πως το μοιραίο θα επέλθει, βασικά επειδή οι αμερικανικοί νόμοι πρέπει να γίνονται σεβαστοί ακόμα και από ανθρώπους, όπως ο σημερινός πρόεδρος της Αμερικής, ο οποίος -ως γνωστό- δεν σέβεται τίποτα και κανένα.
“Δεν θέλουμε τις κυρώσεις [εναντίον της Τουρκίας], αλλά θα συμβούν”, είπε ο ανώτερος αξιωματούχος των ΗΠΑ στη WSJ. “Θα βλάψουν την Τουρκία”, πρόσθεσε.
Ένας άλλος, που χαρακτηρίζεται δυτικός διπλωμάτης, τόνισε στην αμερικανική εφημερίδα:
“Αισθάνομαι σαν να βλέπω ένα αυτοκίνητο να οδηγείται αργά αλλά σταθερά σε σύγκρουση”.
Όλα τα παραπάνω είναι γνωστά σε όσους παρακολουθούμε από κοντά τον «τζόγο» του Ταγίπ Ερντογάν με τους Αμερικανούς και προσωπικά τον κ. Τραμπ. Η αίσθηση που επικρατεί είναι ότι παίζει το παιγνίδι και όσο πάει… Γνωρίζοντας, βεβαίως, ότι η υπόσχεση του Αμερικανού προέδρου για τις κυρώσεις είναι ισχυρή όπως το τσιμέντο, καθώς τα προσωπικά και τα επιχειρηματικά του συμφέροντα είναι πιο σημαντικά ακόμα και από αυτά του αμερικανικού κράτους.
Μπορεί όμως ο κ. Τραμπ, να διασώζει για πάντα τον Τούρκο πρόεδρο και την Τουρκία; Όλες οι πληροφορίες συγκλίνουν -και όχι μόνο αυτές που πηγάζουν μέσα από το δημοσίευμα της Wall Street Journal- ότι είναι τόσο δυνατή η αντίσταση των Αμερικανών νομοθετών, που ο κ. Τραμπ δεν μπορεί πλέον να τους αγνοεί.
Σύμφωνα με την εφημερίδα:
Η κυβέρνηση του προέδρου Τράμπ προσπάθησε να δελεάσει τον κ. Ερντογάν σε μια προσπάθεια να αποτρέψει την Άγκυρα από το να «κεντήσει» στενότερους δεσμούς με τη Μόσχα, εν μέσω ανησυχιών ότι η μεταχείρισή της σαν παρίας θα ωθούσε την Τουρκία περαιτέρω στην τροχιά της Ρωσίας, ανέφεραν αξιωματούχοι των ΗΠΑ.
Όμως, ο Πρόεδρος Τραμπ έπρεπε να αντιμετωπίσει και τους θυμωμένους νομοθέτες των ΗΠΑ, οι οποίοι ψήφισαν μέσω σειράς νομοσχεδίων με στόχο την τιμωρία της Τουρκίας.
Και εδώ είναι το μυστικό. Οι Αμερικανοί βουλευτές και γερουσιαστές είναι όντως εξοργισμένοι και ο Αμερικανός πρόεδρος το γνωρίζει. Το περασμένο Σάββατο του το είπε σε τετ-α-τετ που είχαν στην προεδρική κατοικία, ο πρόεδρος της Επιτροπής Διεθνών Σχέσεων της Γερουσίας Τζιμ Ρις (Ρεπουμπλικάνος από το Αϊντάχο).
Ο κ. Τραμπ του ζήτησε να αποσύρει το σχέδιο νόμου που ψηφίστηκε ήδη από την Επιτροπή και περιμένει να περάσει και από την Ολομέλεια της Γερουσίας. Όλες οι πληροφορίες συγκλίνουν ότι απάντησε αρνητικά. Ο Αμερικανός πρόεδρος έχει ανάγκη όλους τους γερουσιαστές του κόμματος του για να τον στηρίξουν στη διάρκεια της δίκης του στη Γερουσία. Οπότε ίσως χρειαστεί να υποχωρήσει στο θέμα της Τουρκίας. Αυτή είναι η αίσθηση που επικρατεί στους διαδρόμους του Κογκρέσου.
Σύμφωνα με την Wall Street Journal:
Ο κ. Τραμπ, στα μέσα Νοεμβρίου, φιλοξένησε τον Τούρκο ομόλογό του στο Λευκό Οίκο, αποκαλώντας τον έναν “πολύ καλό φίλο”. Ωστόσο, αυτό τον μήνα αναγκάστηκε να υπογράψει το αμυντικό νομοσχέδιο που περιλαμβάνει αναφορά σε κυρώσεις κατά της Τουρκίας, κυρίως μπλοκάροντας την παράδοση των αμερικανικών μαχητικών αεροπλάνων στην Τουρκία.
Η κυβέρνηση του κ. Τραμπ δεν έχει ακόμη διευκρινίσει το πεδίο εφαρμογής των κυρώσεων εναντίον της Τουρκίας, αλλά Αμερικανοί και Ευρωπαίοι αξιωματούχοι δηλώνουν ότι ο χρόνος τελειώνει για να προσπαθήσει (ο κ. Τραμπ) να επιδιορθώσει τις σχέσεις της Τουρκίας και των ΗΠΑ, και τις εντάσεις εντός του ΝΑΤΟ.
Ο Αμερικανός πρόεδρος «παγιδεύτηκε» και από τους δικούς του νομοθέτες όταν υποχρεώθηκε να υπογράψει τον προϋπολογισμό του κράτους, αλλά και τον προϋπολογισμό για την Εθνική Άμυνα, στους οποίους είχαν συμπεριληφθεί πολύ αρνητικές πρόνοιες για την Τουρκία, και θετικές για την Ελλάδα και την Κύπρο. Εκ των υστέρων πρόβαλε αντιρρήσεις μέσω ανακοίνωσης του Λευκού Οίκου, αλλά οι νόμοι είναι νόμοι και δεν καταργούνται εύκολα, ιδιαίτερα όταν τους έχουν ψηφίσει και οι νομοθέτες του δικού σου κόμματος. Ο κ. Τραμπ βρίσκεται σε δεινή θέση και μαζί του και η Τουρκία.
Ο γερουσιαστής Ρόμπερτ Μενέντεζ, που συνυπέγραψε το νομοσχέδιο για τις κυρώσεις με τον κ. Ρις, μας έλεγε τις προάλλες ότι πλέον είναι εξαιρετικά δύσκολο, σχεδόν αδύνατο, να μην ψηφιστούν οι κυρώσεις και από τη Γερουσία. Θυμίζουμε ότι ήδη τις ψήφισε η Βουλή των Αντιπροσώπων. Ο γερουσιαστής μας είπε ότι το Κογκρέσο δεν πρόκειται να επιτρέψει άλλο τον έλεγχο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής από τον Ταγίπ Ερντογάν.
Η μεγαλύτερη διαμάχη της Ουάσιγκτον και της Άγκυρας αφορά την αγορά του ρωσικού συστήματος S-400 από την Τουρκία.
Η αμερικανική εφημερίδα θυμίζει ότι το Πεντάγωνο θεωρεί τους S-400 απειλή για την ασφάλεια στο ΝΑΤΟ.
Αυτό ανάγκασε τον κ. Τραμπ, όσο και αν δεν το ήθελε, να αναστείλει την παράδοση των μαχητικών F-35 στην Τουρκία. Επίσης, το Πεντάγωνο απέκλεισε τις τουρκικές εταιρείες από τη σύμβαση για την προμήθεια ατράκτου και άλλων εξαρτημάτων. Το βασικό επιχείρημα του αμερικανικού υπουργείου Άμυνας ήταν ότι η Ρωσία θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το ραντάρ του συστήματος S-400 για να κατασκοπεύσει και να αξιολογήσει τις ικανότητες των F-35.
Το συμπέρασμα όσων ασχολούνται με το θέμα των σχέσεων της Τουρκίας και των ΗΠΑ, είναι ότι οι πρωταγωνιστές, από τον κ. Τραμπ, τον Ερντογάν και τους νομοθέτες βρίσκονται σε ένα απίστευτο αδιέξοδο.
Το ερώτημα είναι ποιος θα κερδίσει… Οι περισσότεροι συμφωνούν σε αυτόν που θα χάσει. Και πιστεύουν ότι ο χαμένος θα είναι στο τέλος η Τουρκία, η οποία με την ανάμειξη της στον εμφύλιο της Λιβύης, μπορεί να βρεθεί απέναντι και στην Αμερική και στη Ρωσία…
Πηγή: