Συνάντηση με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα «πολύ σύντομα» προανήγγειλε, ο Αλβανός ομόλογός του Έντι Ράμα, με στόχο την επίλυση των διμερών εκκρεμοτήτων μεταξύ των δύο χωρών.
Ερωτηθείς από το ΑΠΕ αν προγραμματίζεται συνάντηση μεταξύ του ιδίου και του Έλληνα πρωθυπουργού ο κ. Ράμα απάντησε χαρακτηριστικά: «Αναμένεται να συναντηθούμε σύντομα. Δεν ξέρω πού, στα Τίρανα ή στην Αθήνα, αλλά αναμένεται να συναντηθούμε σύντομα».
Βρισκόμαστε, επισήμανε μιλώντας στο περιθώριο του συνεδρίου που διοργανώνει στα Τίρανα το αλβανικό πρακτορείο ειδήσεων ΑΤΑ, σε μια διαδικασία πολύ εντατικού διαλόγου και συζητήσεων για πολλά ζητήματα, που καλύπτουν αρκετά χρόνια και άλλα που δεν έχουν τεθεί ποτέ με πλήρη βούληση και θάρρος και αποφασιστικότητα να επιλυθούν. «Νομίζω πως είμαστε πολύ κοντά να τα λύσουμε όλα αυτά κι αυτό θα ήταν σπουδαίο», πρόσθεσε ο κ. Ράμα.
Ο πρωθυπουργός της Αλβανίας χαρακτήρισε «ιστορική και παραδοσιακή» τη σχέση γειτονίας μεταξύ της χώρας του και της Ελλάδας.
«Είναι μια ιστορική και παραδοσιακή σχέση γειτονίας και όπως πάντα συμβαίνει με τους γείτονες, δεν πάνε πάντα όλα τέλεια. Το γνωρίζουμε αυτό από τη γειτονιά μας, με κάθε γείτονα, είτε είναι στο χωριό, είτε στην πόλη, είτε μεταξύ των χωρών είναι πάντα το ίδιο», σημείωσε ο κ. Ράμα.
«Μπορείς να το κατανοήσεις πλήρως αυτό αν παρακολουθήσεις έναν αγώνα ποδοσφαίρου μεταξύ γειτόνων, είναι σαν... πόλεμος», είπε γελώντας. Υπογράμμισε, ωστόσο, πως «είμαστε πάρα πολύ πρόθυμοι να βελτιώσουμε αυτή τη σχέση σε καθημερινή βάση και το κάνουμε αυτό».
Ο κ. Ράμα διευκρίνισε πως «υπάρχουν ορισμένες φορές κάποια πράγματα που είναι ατυχή, συμβαίνουν και πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε», αλλά, όπως είπε, «τώρα είναι καλή (η σχέση) και το πιο σημαντικό είναι πως δεν υπάρχει εχθρότητα μεταξύ των λαών».
«Οι Έλληνες αγαπούν την Αλβανία, οι Αλβανοί την Ελλάδα. Τα υπόλοιπα είναι απλώς πολιτική», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Ράμα.
Σημειώνεται ότι μεταξύ των ελληνοαλβανικών εκκρεμοτήτων που πρέπει να επιλυθούν με στόχο την ένταξη της Αλβανίας στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ είναι η οριοθέτηση της ΑΟΖ, η άρση της εμπόλεμης κατάστασης ανάμεσα σε Αθήνα και Τίρανα, η διαφύλαξη των δικαιωμάτων της ελληνικής μειονότητας και οι αλλαγές στα σχολικά βιβλία.