Μια εικόνα, χίλιες λέξεις: Ο Βλαντιμίρ Πούτιν να αποχαιρετά τον Ολαφ Σολτς με έναν θερμό ασπασμό, μετά το τέλος της επίσκεψης του Γερμανού καγκελάριου στο Κρεμλίνο, αψηφώντας όλα τα μέτρα προστασίας για τον κορονοϊό. «Ουδείς το περίμενε ότι οι δύο ηγέτες θα αποχαιρετηθούν με ένα αδελφικό φιλί, μετά την πρώτη επίσκεψη του Καγκελαρίου στη Μόσχα», γράφει η γερμανική εφημερίδα TAZ και εξηγεί: «Η κατάσταση γύρω από την Ουκρανική κρίση ήταν πολύ απειλητική και οι θέσεις των δύο ηγετών, πολύ διαφορετικές».
Αλλωστε, ακόμη και η συνέντευξη Τύπου των δύο ηγετών, ήταν ένα πραγματικό πολιτικό θρίλερ.«Ο Σολτς αντέκρουε τον Πούτιν και ο Πούτιν τον Σολτς. Κι όμως κάθε τόσο ακολουθούσε και ένα χαμόγελο.Ο διάλογος συνεχίζεται, η ειρηνευτική διαδικασία επιτέλους αποκτά ζωή», προσθέτει και η Rheinische Post του Ντίσελντορφ.
Η «ξενάγηση» στον Γερμανικό Τύπο εξηγεί ως ένα βαθμό την επιτυχία της αποστολής του Γερμανού καγκελάριου Ολαφ Σολτς στη Μόσχα και στο Κίεβο, αφού αμέσως μετά ο Πούτιν ανακοίνωσε την απόσυρση των ρωσικών δυνάμεων από τις «θερμές» εστίες έντασης, γύρω από την Ουκρανία. Μια επιτυχία που πρέπει να πιστωθεί στον Γερμανό καγκελάριο, που έδειξε πώς «η Δύση καλά θα κάνει να μετάσχει σε σοβαρές διαπραγματεύσεις, παρά να προωθεί συχνά ασυμβίβαστες θέσεις», όπως γράφει η Badishce Zeitung.«Διαφορετικά η επόμενη κρίση δεν θα είναι μακριά», προσθέτει η εφημερίδα από το Φράιμπουργκ.
Η αποκλιμάκωση και εκτόνωση της κρίσης ακολούθησε άλλωστε την επίσκεψη του Γερμανού καγκελάριου Ολαφ Σολς, σε Κίεβο και Μόσχα. Ο Σολτς κατέστησε σαφές ότι η Ευρώπη δεν θεωρεί ως προτεραιότητα την είσοδο της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και την ανάπτυξη δυτικών όπλων στα ρωσικά σύνορα. Αντίθετα, η ΕΕ θεωρεί αδιαίρετη την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Είναι πολύ νωρίς για να πούμε αν ο σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος αναλαμβάνει γερά τα ηνία στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Στην εκτόνωση της κρίσης έπαιξε βέβαια σημαντικό ρόλο η στρατηγική συνεργασία Γερμανίας- Ρωσίας, ιδιαίτερα στον τομέα της ενέργειας. Ενώ η Γαλλία του Μακρόν επιμένει στην «πράσινη» πυρηνική ενέργεια, η Γερμανία του σοσιαλδημοκράτη Σολτς και της «Πράσινης» Ανναλένα Μπέρμποκ στο υπουργείο Εξωτερικών, παραμένει προσηλωμένη στο πιο φθηνό ρωσικό αέριο ως «γέφυρας», μέχρις ότου η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας να αποτελεί σοβαρή εναλλακτική .
Η παρέμβαση των επιχειρηματιών
«Η σύγκρουση που σιγοκαίει μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας αποτελεί επιχειρηματικό κίνδυνο για πολλές γερμανικές εταιρείες. Ως εκ τούτου, η ενεργειακή ασφάλεια βρίσκεται στην κορυφή της λίστας ανησυχιών του κλάδου», τονίζει η Handelsblatt.
Η Γερμανική οικονομική εφημερίδα γράφει ότι «πολλοί επιχειρηματίες αναρωτιούνται τι επιπτώσεις θα μπορούσε να έχει στην επιχείρησή τους μια ένοπλη σύγκρουση στην Ουκρανία»
Η Γερμανία καλύπτει σήμερα περίπου το 55% των αναγκών της σε φυσικό αέριο με τη βοήθεια Ρώσων προμηθευτών. Εάν σταματήσει η ροή φυσικού αερίου λόγω κυρώσεων στη Μόσχα,οι εταιρείες έντασης ενέργειας θα αντιμετωπίσουν σοβαρές δυσκολίες, προειδοποιεί η Handelsblatt.
Οι περισσότερες εταιρείες ήδη στενάζουν λόγω της πρόσφατης απότομης αύξησης των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος, οι οποίες έχουν αυξηθεί περίπου κατά το ένα τρίτο από πέρυσι. Εάν σταματήσουν οι παραδόσεις φυσικού αερίου από τη Ρωσία, αυτό θα μπορούσε να αυξήσει περαιτέρω τις τιμές. Παρόμοια εξέλιξη μπορεί να παρατηρηθεί και με την τιμή των σιτηρών, για παράδειγμα: Εν αναμονή ενός πολέμου, οι τιμές αυξήθηκαν αισθητά επειδή τόσο η Ρωσία όσο και η Ουκρανία εξάγουν μεγάλες ποσότητες σιτηρών. «Στο μέλλον, η εξάρτηση της Γερμανίας από το ρωσικό αέριο θα τείνει να αυξηθεί, λέει ο Κλάους Μάνγκολντ, πρώην πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικών Σχέσεων της Ανατολικής Ευρώπης, σε συνέντευξή του στην Handelsblatt.
Σύμφωνα με τον Μάνγκολντ, η γερμανική ενεργειακή πολιτική είναι «με την πλάτη στον τοίχο», λόγω της ταυτόχρονης σταδιακής κατάργησης του άνθρακα και της πυρηνικής ενέργειας. «Εφόσον δεν υπάρξει ένοπλη σύγκρουση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, η Γερμανία θα πρέπει επομένως να λειτουργήσει τον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 2», προσθέτει. Αλλά και ο σημερινός πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικών Σχέσεων με την Ανατολική Ευρώπη, Ολιβερ Χέρμες, συμμερίζεται την ίδια άποψη: «Οι τελευταίοι μήνες έδειξαν πολύ ξεκάθαρα ότι θα παραμείνουμε εξαρτημένοι από το φυσικό αέριο ως μέρος της ενεργειακής μετάβασης. Χρειαζόμαστε λοιπόν περισσότερες εισαγωγές φυσικού αερίου από τη Ρωσία, παρά λιγότερες μεσοπρόθεσμα», τονίζει ο Γερμανός επιχειρηματίας.
Γιατί απέτυχε ο Μακρόν
Ο ρόλος της ενέργειας στη διεθνή πολιτική , ίσως να εξηγεί γιατί απέτυχε ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν στην αποστολή του στη Μόσχα. Ενώ η Γαλλία του Μακρόν επιμένει στην «πράσινη» πυρηνική ενέργεια, η Γερμανία του σοσιαλδημοκράτη Σολτς και της «Πράσινης» Ανναλένα Μπέρμποκ στο υπουργείο Εξωτερικών, παραμένει προσηλωμένη στο πιο φθηνό ρωσικό αέριο ως «γέφυρας», μέχρις ότου η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας να αποτελεί σοβαρή εναλλακτική λύση.
Αντίθετα, για τη Μόσχα η Γαλλία δεν έχει σημαντικό ενδιαφέρον σε ότι αφορά την ενέργεια, που αποτελεί το μεγαλύτερο εξαγωγικό προϊόν της Ρωσίας. «Η εξάρτηση της Γαλλίας από το φυσικό αέριο είναι σχετικά χαμηλή», λέει ο Φιλίπ Σαλμάν, καθηγητής στο Paris Dauphine.Αυτό οφείλεται στο μεγάλο βάρος της πυρηνικής ενέργειας στο γαλλικό ενεργειακό μείγμα. Το 40% της ενέργειας που καταναλώνεται στη Γαλλία προέρχεται από πυρηνική ενέργεια και «μόνο» το 16% προέρχεται από φυσικό αέριο.
Ο κύριος προμηθευτής φυσικού αερίου της Γαλλίας είναι η Νορβηγία, η οποία αντιπροσωπεύει περισσότερο από το ένα τρίτο των εισαγωγών. Η Ρωσία έρχεται στη δεύτερη θέση με ποσοστό 17%, όπως λέει ο Φρανσίς Περάν, Διευθυντής ερευνών στο Ινστιτούτο Διεθνών και Στρατηγικών Σχέσεων (Iris). Η Γαλλία εισάγει μεγάλες ποσότητες υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), σε ποσοστό διπλάσιο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Σε πολιτικό επίπεδο τέλος, ο Πούτιν δεν είχε κανένα λόγο να βοηθήσει τον Μακρόν, καθώς η Μόσχα φαίνεται να διατηρεί καλύτερες σχέσεις με τους άλλους υποψηφίους στις γαλλικές προεδρικές εκλογές. Για παράδειγμα, τόσο οι υποψήφιοι της άκρας δεξιάς, Μαρίν Λε Πεν και Ερίκ Ζεμούρ, αλλά και η κεντροδεξιά Βαλερί Πεκρές και ο αριστερός Ζαν Λικ Μελανσόν, απέφυγαν να στηρίξουν την επιβολή κυρώσεων στη Μόσχα.
Αντίθετα, ο Μακρόν πρότεινε τη συμμετοχή της Γαλλίας στην ενίσχυση της στρατιωτικής παρουσίας του ΝΑΤΟ στη Ρουμανία. Κάτι, που φυσικά δεν ξέχασε ο Πούτιν- ενόψει και των γαλλικών προεδρικών εκλογών -όταν συναντούσε τον Μακρόν στο «μακρύ» τραπέζι του, στο Κρεμλίνο…
ΠΗΓΗ: ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ