5-6 Σεπτεμβρίου 1922: Αποχωρούν από τη Μικρά Ασία και οι τελευταίοι Έλληνες στρατιώτες

 
κκ

Ενημερώθηκε: 05/09/24 - 22:42

Του Λεωνίδα Σ. Μπλαβέρη

Στις 5-6 Σεπτεμβρίου 1922 ξεκίνησε και ολοκληρώθηκε η αποχώρηση από τη Μικρά Ασία και των τελευταίων Ελλήνων στρατιωτών, τμημάτων του Γ’ Σώματος Στρατού (Γ’ΣΣ), που αποχώρησαν από το λιμάνι της Αρτάκης.

Στις 13 Αυγούστου 1922, ο ενισχυμένος Τουρκικός Στρατός με επικεφαλής τον 38χρονο τότε στρατιωτικό ηγέτη του Μουσταφά Κεμάλ πραγματοποίησε την τελική επίθεσή του εναντίον των Ελληνικών θέσεων, επικεντρώνοντας την κύρια ενέργειά του στην πλέον αδύναμη θέση των, στο Νότιο και Βορειοδυτικό τομέα του Αφιόν Καραχισάρ.

Η τουρκική επίθεση εκδηλώθηκε στις 04:30 της 13 Αυγούστου 1922 (π.ημ.), επί μετώπου 40 χιλιομέτρων, με 200 υπερσύγχρονα πολυβόλα μεγάλου βεληνεκούς. Δύο Σώματα Στρατού του Ελληνικού Στρατού (ΕΣ), τα Α΄και Β΄ ΣΣ υπό τον Υποστράτηγο Νικόλαο Τρικούπη, προέβαλαν πείσμωνα αντίσταση για ένα 24ωρο. Ο Τρικούπης, στις 07:00, τηλεγραφεί τον Διοικητή της Στρατιάς Χατζανέστη ότι άρχισε η τουρκική επίθεση, ζητώντας του ενισχύσεις. Η απάντηση του τελευταίου ευρισκόμενου 420 χιλιόμετρα μακριά από τη γραμμή του Μετώπου ήταν τραγική και ασαφής, από τακτική και επιχειρησιακή πλευρά, με αποτέλεσμα ο Τρικούπης να αναγκαστεί να λάβει ο ίδιος ΑΜΕΣΑ τις αποφάσεις, υπό το βάρος της επιθέσεως δέκα Τουρκικών μεραρχιών! 

Την επομένη, 14 Αυγούστου 1922, επήλθε η διάσπαση του μετώπου και ξεκίνησε η σύμπτυξη των Ελληνικών δυνάμεων προς τα Δυτικά. Για να αποφευχθεί η καταστροφή ο Τρικούπης διατάσει την εκκένωση του Αφιόν Καραχισάρ. Η τακτική κατάσταση στο Α’ΣΣ κατέστη αυτοχρήμα δραματική. Η υποχώρηση είναι άτακτη και στρατιώτες «μπερδεύονται» με υποχωρούντες πολίτες Έλληνες και Αρμένιους, που εγκαταλείπουν και αυτοί τις πατρογονικές τους εστίες για να διασωθούν. Τότε χάθηκε ο μοναδικός ασύρματος του Α’ ΣΣ και μαζί του και η επαφή με τη Στρατιά.

Ό,τι απέμεινε όμως από το Α’ ΣΣ χωρίστηκε σε δύο φάλαγγες: Η πρώτη περιελάμβανε τις Ι, VII και μέρος της IV Μεραρχίες με Διοικητή τον Υποστράτηγο Φράγκο, ενώ η δεύτερη φάλαγγα τις V, IX, XII, XIII και το υπόλοιπο της IV Μεραρχίες με Διοικητή τον Σωματάρχη Υποστράτηγο Τρικούπη. Αμφότερες κατευθυνόταν προς το Ουσάκ. Όταν οι δύο φάλαγγες έφτασαν ανάμεσα στα βουνά Ακ Μπουρούν (1260 μ.) και Ντεντέ Τεπέ (1480 μ.) στην κοιλάδα του Αλή-Βεράν, τη νύχτα 16 προς 17 Αυγούστου 1922, το πληροφορήθηκε ο Κεμάλ, ο οποίος διατάσει την 1η και 2η Στρατιές του και το 5ο Σώμα Ιππικού να κινηθούν για να περικυκλώσουν τον ΕΣ.

Ακολούθησε σφοδρή σύγκρουση, με τις Τουρκικές δυνάμεις υπό την προσωπική ηγεσία του ίδιου του Κεμάλ (η επονομαζόμενη από τους Τούρκους και «Μάχη του Αρχιστράτηγου» προς τιμήν του), να καταγάγει νίκη σε βάρος των Ελλήνων.

Στις 17 Αυγούστου 1922, ενώ το Α’ΣΣ του Τρικούπη υποχωρούσε προς το Ντουμπλού Μπουνάρ, που βρισκόταν ήδη υπό τον τουρκικό έλεγχο, χωρίς να το γνωρίζει ο Έλλην Διοικητής, έπεσε σε ενέδρα των Τούρκων, οι οποίοι κατείχαν με πολυβόλα τις βόρειες και νότιες πλευρές της κοιλάδος. Οι Έλληνες, που προσπαθούσαν να διαφύγουν προς τα Δυτικά δέχτηκαν πυκνά και μεγάλης εντάσεως πυρά πολυβόλων, που έβαλαν αδιακρίτως εναντίον στρατιωτικών και 20.000 αμάχων που υποχωρούσαν ατάκτως ακολουθώντας τον Στρατό μας. Προκλήθηκε πραγματική σφαγή.

Αντίθετα, το Γ΄ ΣΣ και η VI (6η) Μεραρχία, που κάλυπταν το Βόρειο τομέα του Μετώπου, με έδρα το Εσκή-Σεχίρ, υποχώρησαν απολύτως συντεταγμένα, αφού λόγω θέσεως δεν είχαν δεχτεί ιδιαίτερη Τουρκική πίεση.

Στις 20 Αυγούστου 1922, το Α’ΣΣ υποχωρώντας συνεχώς φτάνει σε άσχημη κατάσταση στο χωριό Μουγκαγιάπ, οπότε και ο Υποστράτηγος Τρικούπης, μη έχοντας καμία επαφή με τη Στρατιά και μη γνωρίζοντας τις συμβαίνει όχι μόνο με τις υπό τη διοίκησή του Μεραρχίες αλλά και με τα άλλα Σώματα Στρατού, διατάζει να υψωθεί λευκή σημαία και οι Έλληνες στρατιώτες να παραδοθούν.

Το Β’ ΣΣ ήταν κοντά στο Α’ΣΣ, αλλά από έλλειψη συνεννοήσεως με το Α’ΣΣ, δεν έσπευσε να το βοηθήσει. Το ίδιο έγινε και με το Γ΄ ΣΣ, που ήταν ταγμένο πιο Βόρεια, καλά εξοπλισμένο, δεν ενεπλάκη σε αυτή τη φάση των επιχειρήσεων, καθώς ο Κεμάλ δεν απέστειλε στρατό στη ζώνη ευθύνης του.

Την ίδια μέρα, στην Αθήνα, η Ελληνική κυβέρνηση του Π. Πρωτοπαπαδάκη, πανικόβλητη από τις ραγδαίες εξελίξεις, αποφάσισε την αντικατάσταση του ως τότε Αρχιστράτηγου Χατζανέστη, με τον Υποστράτηγο Τρικούπη, προάγοντάς τον ταυτοχρόνως σε Αντιστράτηγο! Όμως, ο Τρικούπης τον προβιβασμό του σε Αντιστράτηγο και την ανάθεση της Αρχιστρατηγίας του ΕΣ της Μικράς Ασίας, τον πληροφορήθηκε δύο μέρες ΜΕΤΑ, ενώ ήταν αιχμάλωτος, από τον ίδιο τον Κεμάλ. Στο μεταξύ η Ελληνική κυβέρνηση, όταν πληροφορήθηκε την σχεδόν ταυτόχρονη παράδοση του Τρικούπη και του Α’ΣΣ, τοποθέτησε Διοικητή της Στρατιάς τον ως τότε Υποστράτηγο Πολυμενάκο, διατάσσοντας ταυτοχρόνως και την εκκένωση της Μικράς Ασίας.

Στις 24 Αυγούστου 1922, μονάδες του Τουρκικού Στρατού εισήλθαν στην Προύσα και την ανακατέλαβαν. Την ίδια μέρα, το Τουρκικό Γενικό Επιτελείο ανακοίνωσε ότι η πρώτη φάση των επιθετικών του ενεργειών ολοκληρώθηκε με την κατάληψη του Εσκί Σεχίρ και του Ουσάκ.  

Στις 5 Σεπτεμβρίου τα τελευταία τμήματα του ΕΣ εγκατέλειψαν τη Μικρά Ασία. Ήταν οι άνδρες του 27ου Συντάγματος Πεζικού του Γ΄ ΣΣ, που ήταν και η τελευταία μονάδα του ΕΣ που εγκατέλειψε τη γη της Ιωνίας, από τον λιμένα της Πανόρμου (σημερινή Μπαντίρμα) στην Προποντίδα.

Προηγουμένως, στις 4 Σεπτεμβρίου 1922, τα Ελληνικά στρατεύματα του νοτίου τομέως, δηλαδή όσα τμήματα των Α’ και Β’ ΣΣ είχαν διαφύγει, αποχώρησαν από τον λιμένα του Τσεσμέ με προορισμό την Χίο, ενώ στις 1 Σεπτεμβρίου 1922 είχε προηγηθεί η ολοκλήρωση της μεταφοράς της Ανεξαρτήτου Μεραρχίας, από το Δεκελί στην Λέσβο. Στο σημείο αυτό δύο λόγια για την Ανεξάρτητη Μεραρχία, που αυτές τις στιγμές του απόλυτου χάους, διέσωσε την Τιμή του Ελληνικού Στρατού, ούσα η μόνη που διατήρησε την συνοχή και την πειθαρχία της, σε μία μοναχική πορεία 600 χιλιομέτρων από το Σεϊντί Γαζί μέχρι τα παράλια.

Η Ανεξάρτητη Μεραρχία διαφύλαξε το προσωπικό, τον οπλισμό και τα εφόδια της, ενώ επιπλέον διέσωσε, εντάσσοντάς τους στη δύναμή της, και άλλους 1.200 «περιπλανώμενους» στρατιώτες άλλων μονάδων και 6.000 Έλληνες πρόσφυγες, που συνάντησε κατά την πορεία της αυτή. Φεύγοντας από τη Μικρά Ασία, η Ανεξάρτητος Μεραρχία αποβιβάστηκε στη Μυτιλήνη, όπου αποκατέστησε την τάξη στην πόλη από τους λιποτάκτες, οι οποίοι είχαν καταφύγει εκεί, και ακολούθως μεταφέρθηκε στην Αλεξανδρούπολη, όπου αποτέλεσε τον «πυρήνα» της Στρατιάς του Έβρου.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι κύριοι συντελεστές αυτού του στρατιωτικού επιτεύγματος ήταν ο Διοικητής της Μεραρχίας Συνταγματάρχης Πεζικού Δημήτριος Θεοτόκης και οι Διοικητές των δύο Συνταγμάτων Πεζικού της δυνάμεώς της Αντισυνταγματάρχες Πεζικού Ιωάννης Κωνσταντίνου και Νικόλαος Τσίπουρας. Ωστόσο, το κατόρθωμά της δεν προβλήθηκε σχεδόν καθόλου, καθαρώς από μικροψυχία, επειδή ο Μέραρχος ήταν πρώτος εξάδελφος του πρώην Υπουργού Στρατιωτικών Νικολάου Θεοτόκη, ενός εκ των καταδικασθέντων της «Δίκης των Εξ» οι οποίοι εκτελεσθέντες στις 15η Νοεμβρίου 1922. 

Συνολικώς, από τους 220.000 άνδρες του ΕΣ της Μικράς Ασίας επανήλθαν στην Ελλάδα οι 130.000. Ο αριθμός των νεκρών και αγνοουμένων ανήλθε σε 42.335, ενώ των αιχμαλώτων σε 47.645. Διασώθηκαν 200 από τα 420 πυροβόλα, ενώ εγκαταλείφθηκαν όλα σχεδόν τα πυρομαχικά, τα οχήματα και παντός είδους λοιπά υλικά, ενώ εκδιώχθηκαν και 1,4 εκατομμύριων Ελλήνων από τις πατρογονικές τους εστίες, μετά από 3.000 χρόνια παρουσίας στην Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη. 

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ