Στις 27 Ιανουαρίου 1944, σημειώθηκε η λύση της πολιορκίας του Λένινγκραντ, σημερινής Αγίας Πετρούπολης, από τον προελαύνοντα Σοβιετικό Κόκκινο Στρατό, μετά από 900 μέρες μαχών που είχαν ξεκινήσει στις 8 Σεπτεμβρίου 1941, όταν οι προελαύνοντες τότε Γερμανοί του Χίτλερ έφτασαν μπροστά από την παλαιά αυτοκρατορική πρωτεύουσα των Τσάρων και άρχισαν την πολιορκία της!
Μία πόλη που πέραν από την οποιαδήποτε στρατηγικής της σημασίας (που ήταν έτσι και αλλιώς σπουδαία), έφερε το όνομα του πρωτεργάτη της κομμουνιστικής Επαναστάσεως του 1917, του Λένιν, και όπως και η άλλη μεγάλη σοβιετική πόλη επί του ποταμού Βόλγα, το Στάλινγκραντ, που έφερε το όνομα του τότε ηγέτη – δικτάτορα της Σοβιετικής Ενώσεως Ιωσήφ Στάλιν, ήταν δύο πόλεις-σύμβολα, που η τυχόν κατάληψή τους θα είχε τεράστιο αντίκτυπο στο ηθικό αμφοτέρων των πλευρών, αλλά και στον πόλεμο της προπαγάνδας!
Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, αν και για διαφορετικούς λόγους, οι Γερμανοί δεν πέτυχαν τους αντικειμενικούς σκοπούς των εναντίον τους επιθέσεων. Στην περίπτωση του Λένιγκραντ, σε αντιδιαστολή με την περίπτωση του Στάλινγκραντ, δεν είχαμε οδομαχίες μεταξύ των εμπολέμων μέσα στον αστικό ιστό της πόλεως, αλλά «μόνο» στα ακραία προάστιά της, ενώ η πολιορκία στήθηκε στην ευρύτερη δασώδη και ελώδη περιοχή, με πλήθος μικρών παραποτάμων του Νέβα, που διασχίζει το Λένινγκραντ, και λιμνών, που την περιβάλλει εν είδει ημιδακτυλίου. Οι μεγάλες καταστροφές που σημειώθηκαν μέσα στην πόλη οφείλονταν στον ανηλεή βομβαρδισμό της από τη γερμανική αεροπορία (Luftwaffe) και πυροβολικό στη διάρκεια των 900 ημερών της πολιορκίας της.
Στις 4 Σεπτεμβρίου 1941, οι Γερμανοί έφτασαν στα περίχωρα του Λένινγκραντ, η οποία είχε αρχίσει τις πολεμικές της προετοιμασίες από τα τέλη Ιουνίου 1941, ευθύς μετά την γερμανική επίθεση εναντίον της Σοβιετικής Ενώσεως, υπό τις οδηγίες του Στρατάρχη Κλίμεντ Βοροσίλωφ, ο οποίος είχε προχωρήσει στην επιστράτευση και εξοπλισμό δεκάδων χιλιάδων κατοίκων της, ενώ ο υπόλοιπος πληθυσμός εργαζόταν εντατικώς στην κατασκευή κάθε είδους οχυρωματικών έργων.
Η όλη επιχείρηση της καταλήψεως του Λένινγραντ είχε την κωδική ονομασία «Επιχείρηση Βόρειο Σέλας» (Operation Nordlicht), και οι διαταγές του Χίτλερ στόχευαν στην ταχύτατη κατάληψή της, καταστροφή της και εν συνεχεία αποδέσμευση όλων των γερμανικών δυνάμεων, που θα έστρεφαν – εν είδει λαβίδος – από βορρά προς τη Μόσχα.
Θεωρητικώς μπορεί να ήταν σωστό το σχέδιο, ή μάλλον η πρόθεση του Χίτλερ, στην πραγματικότητα και «επί του πεδίου», το συγκεκριμένο σχέδιο ήταν «αφελές», αφού δεν είχαν ληφθεί υπόψη οι προειδοποιήσεις του γερμανικού Επιτελείου ότι η περιβάλλουσα την πόλη δασώδης και ελώδης περιοχή, δεν ευνοούσε, τουναντίον απέτρεπε, τη δράση των γερμανικών τεθωρακισμένων σχηματισμών, άρα στερούσε τη γερμανική πολεμική μηχανή από το κύριο πλεονέκτημά της στην επίτευξη των αντικειμενικών σκοπών, την ταχύτητα!
Επίσης, λόγω του οχυρωμένου μικρού νησιού της Κρονστάνδης, στην από θαλάσσης είσοδο της πόλεως, όπου ήταν και ο κύριος ναύσταθμος και το Αρχηγείο του Σοβιετικού Στόλου της Βαλτικής, δεν μπορούσε να γίνει λόγος και για αμφίβια, αποβατική, επιχείρηση, είδος επιχειρήσεως άλλωστε που ήταν παντελώς άγνωστο στους Γερμανούς.
Αντιθέτως, τα προαναφερθέντα γεωγραφικά χαρακτηριστικά της περιοχής, που θα καθήλωναν τη γερμανική επίθεση και θα προκαλούσαν τεράστιες απώλειες σε προσωπικό και μέσα, ευνοούσαν τους Σοβιετικούς που θα μπορούσαν άνετα να αντιτάξουν στατική άμυνα, από καλώς προπαρασκευασμένες και παραλλαγμένες οχυρές θέσεις. Όπερ και εγένετο.
Έχοντας από τη μία τις ανελαστικές επιχειρησιακές διαταγές του Χίτλερ και από την άλλη τη γεωγραφική πραγματικότητα του μετώπου και των επιχειρήσεων, ο Γερμανός Διοικητής της Ομάδος Στρατιών «Βορράς» Στρατάρχης Βίλχελμ Ρίττερ φον Λέεμπ επέλεξε να πολιορκήσει την πόλη, προς μεγάλη απογοήτευση του Χίτλερ, ο οποίος τελικώς συναίνεσε.
Στις 8 Σεπτεμβρίου 1941 ξεκίνησε η πολιορκία του Λένινγκραντ, όταν οι γερμανικές δυνάμεις, με την τυπική ενίσχυση της ισπανικής Μεραρχίας «Γαλάζιας Μεραρχίας» (“Division Azul”/«Ντιβιθιόν Αθούλ»), αποτελούμενης εξ ολοκλήρου από φανατικούς αντικομμουνιστές Ισπανούς του Φράνκο, που ντυμένοι με γερμανικές στολές και εξοπλισμό είχε λάβει την ονομασία «250η Μεραρχία Πεζικού» του Γερμανικού Στρατού, σχημάτισαν έναν ημικυκλικό κλοιό στα νότια της πόλεως, που εκτεινόταν από τις ακτές του Φινλανδικού Κόλπου έως τις νότιες ακτές της λίμνης Λαντόγκα, αποκόπτοντας έτσι πλήρως την παλαιά τσαρική πρωτεύουσα από τις δορυφορικές πόλεις και τους κύριους οδικούς άξονες, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα να γίνει αδύνατος ο ανεφοδιασμός της σε τρόφιμα, καύσιμα και πολεμοφόδια για τους κατοίκους και τους πολεμιστές της.
Στις 12 Σεπτεμβρίου 1041, οι Γερμανοί έκαναν υπολογισμούς και βάσει αυτών η επάρκεια τροφίμων για τους πολιορκημένους ήταν: αλεύρι και σιτηρά 35 ημέρες, ζυμαρικά 30 ημέρες, κρέας 33 ημέρες, λίπη 45 ημέρες, ζάχαρη 60 ημέρες. Τα στοιχεία αυτά είχαν πείσει τους Γερμανούς ότι η πολιορκία θα ήταν σύντομη και η πόλη θα είχε παραδοθεί εντός των επομένων δύο – τριών μηνών!
Σε αυτούς τους υπολογισμούς απέτυχαν παταγωδώς, παρά το γεγονός ότι πολύ γρήγορα η κατάσταση των πολιορκημένων, που τελούσαν πλέον υπό την ηγεσία του Στρατάρχη Γκεόργκι Ζούκωφ, είχε εξελιχθεί σε τραγική, καθώς ζούσαν (και πολεμούσαν) σε άθλιες συνθήκες, χωρίς τρόφιμα και θερμοκρασία, ενώ η θερμοκρασία τον χειμώνα ήταν σταθερά στους -20 και -30 βαθμούς Κελσίου!
Αυτόν τον πρώτο κρίσιμο χειμώνα, το Λένινγκραντ σώθηκε, επειδή οι Σοβιετικοί κατάφεραν με τρομακτικές δυσκολίες να κρατήσουν ανοικτό τον μοναδικό δρόμο ανεφοδιασμού, που περνούσε πάνω από την παγωμένη λίμνη Λατόνγκα, με κατεύθυνση από νοτιοανατολικά προς τα νοτιοδυτικά, από όπου περνούσαν συνεχώς φορτηγά με τρόφιμα, πολεμοφόδια και άλλα απαραίτητα – στοιχειώδη – εφόδια, παρά τις προσπάθειες των Γερμανών, οι οποίοι βομβάρδιζαν τον πάγο, που σε πολλά σημεία το πάχος του έφτανε το ένα μέτρο!
Στις 24 Απριλίου 1942, η προαναφερθείσα γραμμή ανεφοδιασμού σταμάτησε, αφού τότε άρχισε να…λιώνει ο πάγος, γεγονός που καθιστούσε αδύνατη πλέον τη διέλευση των χιλιάδων φορτηγών σε καθημερινή βάση! Μέχρι τότε είχε γίνει δυνατή η μεταφορά από την πολιορκημένη πόλη 514.000 αμάχων, κυρίως παιδιών και γερόντων, καθώς και 35.000 τραυματίες στρατιώτες με τα δρομολόγια επιστροφής των σοβιετικών φορτηγών!
Ολόκληρο το 1942 πέρασε χωρίς σημαντικές στρατιωτικές επιχειρήσεις, με πιο σημαντική στιγμή στις 9 Αυγούστου, την παγκόσμια πρώτη παρουσίαση της Συμφωνίας του σπουδαίου Ντμίτρι Σοστακόβιτς, αφιερωμένη στο Λένινγκραντ και στους υπερασπιστές της, που δόθηκε μέσα στα χαλάσματα από επαγγελματίες μουσικούς, που είχαν ανακληθεί για λίγες ώρες από τα χαρακώματα και με μεγάφωνα μεταδόθηκε σε ολόκληρη την πόλη, αποτελώντας μία φοβερή «ένεση ηθικού» στους κατοίκους της!
Στις 18 Ιανουαρίου 1943, οι Σοβιετικοί κατάφεραν, υπό τη διοίκηση του Ζούκωφ, να ανοίξουν μία χερσαία δίοδο, προς το Λένινγκραντ, διασπώντας την πολιορκία στα νοτιοανατολικά της στο πλαίσιο της Επιχειρήσεως «Ισκρά» («Αστραπή»). Ήταν η «επέτειος» των 500 ημερών της πολιορκίας και επιτέλους οι υπερασπιστές της θα μπορούσαν να «αναπνέουν» από μία «χαραμάδα ελευθερίας»!
Το Φεβρουάριο του 1943, η μικρή αυτή αρχική χερσαία δίοδος διευρύνθηκε αισθητώς, μετά τη Μάχη στο «Κόκκινο Δάσος» («Κράσνι Μπορ»), εκεί όπου η Ισπανική «Γαλάζια Μεραρχία», αν και πολέμησε γενναία, γιατί ήξεραν ότι οι Σοβιετικοί δεν έπιαναν Ισπανούς αιχμαλώτους, καθώς είχαν «προηγούμενα» μαζί τους από τον Ισπανικό Εμφύλιο πόλεμο, ενώ δεν είχε κηρυχθεί επισήμως κατάσταση πολέμου, μεταξύ της Σοβιετικής Ενώσεως και της Ισπανίας, αποδεκατίστηκαν, υφιστάμενοι συνολικές απώλειες της τάξεως του 75% περίπου, αναλογία απίστευτη!
Συνεπεία όλων αυτών ήταν η μεν κατάσταση στην πόλη να βελτιωθεί αισθητώς για τους υπερασπιστές της, η πόλη όμως να μην απελευθερωθεί, τελούσα ακόμη υπό πολιορκία.
Στις 27 Ιανουαρίου 1944, το Λένινγκραντ απελευθερώθηκε από τον προελαύνοντα Κόκκινο Στρατό και οι Γερμανοί άρχισαν να υποχωρούν προς Δυσμάς. Από τα τρία εκατομμύρια των προπολεμικών κατοίκων του, μετά την απελευθέρωσή του, το Λένινγκραντ είχε περίπου 1.100.000 νεκρούς από τους γερμανικούς βομβαρδισμούς και την πείνα.
Για τον συλλογικό ηρωισμό των κατοίκων της, το 1945, το Λένινγκραντ ήταν η πρώτη πόλη της Σοβιετικής Ενώσεως που τιμήθηκε με τον τίτλος της «Ηρωικής Πόλεως».