2 Φεβρουαρίου 1943: Παράδοση και του τελευταίου γερμανικού θύλακος στο Στάλινγκραντ

 
2 Φεβρουαρίου 1943: Παράδοση και του τελευταίου γερμανικού θύλακος στο Στάλινγκραντ

Ενημερώθηκε: 02/02/24 - 18:45

Του Λεωνίδα Σ. Μπλαβέρη

Στις 2 Φεβρουαρίου 1943 έχουμε την παράδοση και του τελευταίου γερμανικού θύλακος αντιστάσεως στο Στάλινγκραντ στους Σοβιετικούς, με αποτέλεσμα η καθοριστικής σημασίας μάχη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (Β’ΠΠ), τουλάχιστον για το ευρωπαϊκό μέτωπο των επιχειρήσεων, να περατωθεί με την τελική επικράτηση του Κόκκινου Στρατού. 

Μία μάχη που είχε ξεκινήσει για τους Γερμανούς από τις 17 Ιουλίου 1942 μέχρι τις 2 Φεβρουαρίου 1943, διήρκεσε πέντε μήνες και αποτέλεσε ένα σημείο καμπής του πολέμου. 

Τα προεόρτια της επικής μάχης ξεκίνησαν στις αρχές του καλοκαιριού του 1942, όταν ο Χίτλερ αποφάσισε όπως οι δυνάμεις της Βέρμαχτ «στρέψουν» προς την περιοχή του Καυκάσου και τα πλούσια πετρελαιοφόροα κοιτάσματα της περιοχής. Η αποστολή αυτή ανατέθηκε στην Ομάδα Στρατιών «Νότος», την οποία αποφάσισε να χωρίσει στα δύο: Την Ομάδα Στρατιών «Α», υπό τις διαταγές του Στρατάρχη Βίλχελμ Λιστ, που θα εκτελούσε τη «στροφή» προς τον Καύκασο και την Ομάδα Στρατιών «Β», υπό τις διαταγές του Στρατάρχη Μαξ φον Βάϊχς, που θα κάλυπτε το αριστερό πλευρό της Ομάδος Στρατιών «Α» έναντι των Σοβιετικών, ώστε αυτή να δράσει απερίσπαστα για την επίτευξη του κύριου αντικειμενικού σκοπού της επιθέσεως – την κατάληψη των πετρελαιοπηγών – αντιμετωπίζοντας «μόνο» τις καθόλου ευκαταφρόνητες έτσι και αλλιώς, τοπικές σοβιετικές δυνάμεις. Η Ομάδα Στρατιών «Β» αποτελούνταν από την 6η Στρατιά Στρατηγού Φρίντριχ Βίλχελμ Ερνστ φον Πάουλους  (ή απλώς Φρίντριχ Πάουλους, όπως ο ίδιος καθιέρωσε μεταπολεμικώς να λέγεται καθώς επέλεξε να ζει στη Δρέσδη της τότε Ανατολικής Γερμανίας, μέχρι τον θάνατό του και αυτό το «φον» θα «χτυπούσε» άσχημα) και την 4η Στρατιά Τεθωρακισμένων του Στρατηγού Χέρμαν Χοτ, αλλά και από συμμαχικές των Γερμανών μονάδες των Ούγγρων, των Ρουμάνων, των Ιταλών κλπ., μειωμένης στρατιωτικής αξίας και οπλισμού σε σχέση με τις αντίστοιχες γερμανικές της 6ης Στρατιάς.

Σε αυτήν την κίνηση της Ομάδος Στρατιών «Β» αντικειμενικός σκοπός ήταν το Στάλινγκραντ επί του τεράστιου, πλωτού σε όλο το μήκος του, ποταμού – υδάτινης αρτηρίας, Βόλγα. Την εποχή αυτή το Στάλινγκραντ ήταν σημαντικότατο βιομηχανικό κέντρο (όπου υπήρχε και το μεγαλύτερο εργοστάσιο τρακτέρ της Σοβιετικής Ενώσεως), αλλά και εξίσου σημαντικότατος συγκοινωνιακός ποτάμιος και σιδηροδρομικός κόμβος για τις μεταφορές από τις πετρελαιοφόρες πηγές του Καυκάσου προς τον Βορρά και κατ’ αντίστροφή φορά διαφόρων κρίσιμων εφοδίων από τον Βορρά προς τον Καύκασο και τις εκεί Σοβιετικές Δημοκρατίες της Γεωργίας (ιδιαίτερης πατρίδος του Σοβιετικού Δικτάτορα Ιωσήφ Στάλιν), της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν. Τρίτος λόγος, αλλά όχι έσχατος, αλλά αντιθέτως εξίσου σημαντικός, ήταν το γεγονός πως η πόλη είχε μετονομαστεί προς τιμήν του ηγέτη της Σοβιετικής Ενώσεως με το όνομά του («Στάλινγκραντ»), επομένως και η τυχόν κατάληψή της ή μη θα είχε και το ανάλογο ψυχολογικό/προπαγανδιστικό αντίκτυπο για την κάθε πλευρά. 

Στις 17 Ιουλίου 1942, ξεκίνησε η γερμανική επίθεση εναντίον του Στάλινγκραντ, με τις δυνάμεις της 6ης Στρατιάς να απωθούν της έναντι αυτής σοβιετικές δυνάμεις της 62ης Στρατιάς του Αντιστρατήγου Βασίλι Τσουικώφ μέχρι την περιοχή του ποταμού Ντον. Η σχετικώς εύκολη αυτή επικράτηση των δυνάμεων της 6ης Στρατιάς, προκάλεσε την ευφορία στον Χίτλερ για «εύκολη νίκη», με αποτέλεσμα να διατάξει την αποδέσμευση και απόσυρση της (πολύτιμης) 4ης Στρατιάς Τεθωρακισμένων του Χοτ από το μέτωπο του Στάλινγκραντ. 

Ενδεικτικώς να σημειωθεί ότι ως τα τέλη Αυγούστου του 1942, η γερμανική Αεροπορία (Luftwaffe) κυρίως, αλλά και το βαρύ πυροβολικό είχαν μετατρέψει το 80% της αστικής περιοχής του Στάλινγκραντ σε ερείπια. Βεβαίως στην πόλη είχαν παραμείνει μόνο οι υπερασπιστές της καθώς ο άμαχος πληθυσμός πριν την έναρξη της μάχης είχε περάσει στην απέναντι όχθη του Βόλγα και είχε μεταφερθεί σε διάφορα σημεία της Σοβιετικής Ενώσεως με ασφάλεια και δεν διέτρεχε κίνδυνο. Αντιθέτως, το γεγονός της δημιουργίας τόσο ερειπίων αποδείχτηκε εμπράκτως ότι δυσχέραινε στον υπερθετικό βαθμό τους επιτιθέμενους, έναντι των αμυνόμενων, οι οποίοι μέσα και πάνω στα ερείπια βρήκαν εξαιρετικούς χώρους για άμυνα, που από την άλλη πλευρά οι επιτιθέμενοι Γερμανοί θα έπρεπε να εκκαθαρίσουν ένα προς έναν και με εκατόμβες θυσιών. 

Στις 2 Σεπτεμβρίου 1942, η πολιορκία του Στάλινγκραντ είχε αρχίσει με σκληρότατες και πάνω από κάθε λογική οδομαχίες, με τον Στάλιν να στέλνει το δικό του «μήνυμα»: «Η Ρωσία δεν διαθέτει πια άλλα εδάφη για να παραχωρήσει». Και ο υπερασπιστής της πόλεως Στρατηγός Β.Τσουικώφ, έδωσε την ακόλουθη λιτή εντολή στους άνδρες του: «Ή το Στάλινγκραντ θα σωθεί ή θα πέσουν όλοι οι υπερασπιστές του».

Το Νοέμβριο του 1942, το μεγαλύτερο μέρος της πόλεως, που σημειωτέον τότε βρισκόταν εξ ολοκλήρου επί της δεξιά σας όχθη του ρου της καθόδου του ποταμού προς τη Μαύρη Θάλασσα, είχε μήκος περί τα 25 χιλιόμετρα και πλάτος περί τα 10 χιλιόμετρα,  βρισκόταν υπό γερμανική κατοχή. 

Στις 19 Νοεμβρίου 1942, οι Σοβιετικοί επιχείρησαν να διασπάσουν τον γερμανικό κλοιό και να απελευθερώσουν τους πολιορκούμενους (Επιχείρηση «Ουρανός») και περικύκλωσαν τους 250.000 στρατιώτες της 6ης Στρατιάς, προτείνοντας στον Πάουλους να παραδοθεί, κάτι όμως που του απαγόρευσε ρητώς ο Χίτλερ. 

Στα μέσα Δεκεμβρίου 1942, οι Σοβιετικοί επιχείρησαν να κυκλώσουν την Ομάδα Στρατιών «Α» στο Νότο, στο πλαίσιο της Επιχειρήσεως «Κρόνος», όμως η αντίσταση της 6ης Στρατιάς στο Στάλινγκραντ καθήλωσε τους Σοβιετικούς, δίδοντας έτσι στον φον Κλάιστ τη δυνατότητα να υποχωρήσει και να διασώσει πολύτιμο προσωπικό και μέσα από τον «εγκλωβισμό» του στην Υπερκαυκασία.

Εγκλωβισμένος σε μία στατική μάχη μέσα στα ερείπια, χωρίς προσωπικό και πολύτιμα εφόδια, με τον αριθμό των τραυματιών συνεχώς να αυξάνονται και να χάνει σιγά-σιγά τα πολύτιμα «αεροδρόμιά» του (στην πραγματικότητα πρόχειροι χωμάτινοι διάδρομοι αποπροσγειώσεων ήταν) και τη Λουφτβάφφε να μην μπορεί να αναπληρώσει ούτε και το μίνιμουμ των απαραίτητων ημερησίων ποσοτήτων εφοδίων, όπως είχε προσωπικώς υποσχεθεί ο Γκαίρινγκ, ο Στρατηγός Πάουλους ζήτησε και πάλι από τον Χίτλερ είτε να προσπαθήσει να διασπάσει το σοβιετικό κλοιό, είτε να παραδοθεί διασώζοντας έτσι στρατιώτες του από άσκοπες θυσίες. ΞΚαι πάλι ο Χίτλερ του το αρνήθηκε. 

Στις 29 Ιανουαρίου 1943, ο Χίτλερ προβίβασε τον Πάουλους στο βαρμό του Στρατάρχη, με την υπενθύμιση στο σκεπτικό της προαγωγής, ότι ουδείς Γερμανός στρατάρχης δεν είχε παραδοθεί ως τότε ζωντανός στον εχθρό, κάτι που εμμέσως πλην όμως σαφώς σήμαινε την «επιθυμία – προτροπή» του ίδιου του Χίτλερ να αυτοκτονήσει.

Στις 31 Ιανουαρίου, οι Σοβιετικοί έφτασαν στο προάστειο του Στάλινγκραντ όπου ήταν το Αρχηγείο του Πάουλους και τον συνέλαβαν αιχμάλωτο, αφού ο ίδιος είχε αρνηθεί κάθε προσπάθεια να διαφύγει μόνο αυτός από την αιχμαλωσία με κάποιο από τα μικρά αεροσκάφη – συνδέσμου τύπου «Στορχ» («Πελαργός»), που μπορούσαν να προσγειωθούν και να απογειωθούν από πρόχειρους διαδρόμους  μόλις 100 μέτρων μήκους. 

Στις 2 Φεβρουαρίου 1943, παραδόθηκαν στους Σοβιετικούς και οι τελευταίοι θύλακες γερμανικής αντιστάσεως στο Στάλινγκραντ και η Μόσχα ανήγγειλε ότι ο Κόκκινος Στρατός είχε και πάλι υπό τον απόλυτο έλεγχό του την πόλη. 

Το Βερολίνο από την πλευρά του ανακοίνωσε την απώλεια του Στάλινγκραντ στο γερμανικό λαό με το ακόλουθο στρατιωτικό ανακοινωθέν: «Το Γενικόν Αρχηγείον των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων μεταδίδει ότι η μάχη του Στάλινγκραντ ετερματίσθη. Πιστή εις τον προς τας σημαίας όρκον της μέχρι της τελευταίας πνοής, η 6η Στρατιά, υπό την παραδειγματικήν αρχηγίαν του στρατάρχου Πάουλους, υπέκυψεν εις την υπεροπλίαν του εχθρού και εις την δυσμένειαν των συνθηκών».

Μαζί με τον Πάουλους παραδόθηκαν και άλλοι 22 Γερμανοί στρατηγοί και 91.000 στρατιώτες της 6ης Στρατιάς, που είχαν παραμείνει ως τότε ζωντανοί μετά από πεντάμηνη σκληρότατη μάχη, που κράτησε 140 μέρες κι έγινε παγκόσμιο σύμβολο της αντιστάσεως κατά των ναζί ως την τελική νίκη.

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ