Στις 2 Απριλίου 1982 ξεκίνησε ο πόλεμος των νησιών Φώκλαντς στο Νότιο Ατλαντικό, με την εισβολή και κατοχή των νησιών από τους Αργεντινούς διεκδικητές τους τουλάχιστον από το 1833!
Ο πόλεμος των Φώκλαντ, όπως έμεινε στην ιστορία, ολοκληρώθηκε στις 14 Ιουνίου 1982 και σε αυτόν ενεπλάκησαν αφενός η Μεγάλη Βρετανία, στην οποία ανήκαν ως «υπερπόντια εδάφη» τα νησιά Φώκλαντ, Νότια Γεωργία και Νότια Σάντουιτς και αφετέρου η Αργεντινή, που τα διεκδικούσε τουλάχιστον από το 1833, υποστηρίζοντας ότι της ανήκουν επειδή «γειτνιάζουν» με την ηπειρωτική της χώρα, σε σχέση με το Ηνωμένο Βασίλειο που απείχε περισσότερο από 8.000 μίλια μακριά.
Η τότε κυβέρνηση της Αργεντινής (στρατιωτική χούντα) υποστήριζαν ότι τα νησιά αποτελούν αργεντίνικο έδαφος, χαρακτηρίζοντας έτσι την όλη επιχείρηση ως «επαναδιεκδίκηση του δικού της εδάφους».
Από την πλευρά της η κυβέρνηση της Πρωθυπουργού Μ.Θάτσερ θεώρησε ότι η προαναφερθείσα ενέργεια από πλευράς της Αργεντινής αποτελούσε «εισβολή σε έδαφος που αποτελούσε Αποικία του Στέμματος» από το 1841, με τους κατοίκους των νησιών από τις αρχές του 19ου αιώνα, να είναι Βρετανοί και οι απόγονοί τους, ενώ και σε σχετικά πρόσφατο δημοψήφισμα είχαν αποφασίσει με συντριπτική πλειοψηφία να παραμείνουν Υπήκοοι του Στέμματος, δηλαδή Βρετανοί πολίτες.
Την Παρασκευή 2 Απριλίου 1982, η Αργεντινή εισέβαλε και κατέλαβε τα νησιά Φώκλαντ και στις 3 Απριλίου τα νησιά Νότια Γεωργία και Νότια Σάντουιτς, πάνω στο σκεπτικό που προαναφέρθηκε!
Στις 5 Απριλίου 1982, η τότε βρετανική κυβέρνηση της Θάτσερ έδωσε εντολή για την αποστολή ναυτικής δυνάμεως κατ’ αρχάς για να εμπλακεί με το Ναυτικό και την Πολεμική Αεροπορία της Αργεντινής, προτού πραγματοποιηθεί η κύρια αμφίβια επίθεση για την ανακατάληψη των νησιών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ούτε η Αργεντινή, ούτε και το Ηνωμένο Βασίλειο κήρυξαν επισήμως τον πόλεμο αλλήλλοις, με αμφότερες να κηρύσσουν τις περιοχές των Νήσων και την γύρο από αυτά θαλάσσια περιοχή, ως «πολεμική ζώνη» με τις εχθροπραξίες να περιορίζονται σχεδόν αποκλειστικώς στα νησιωτικά εδάφη και τη θαλάσσια περιοχή του Νότιου Ατλαντικού που τα περιέβαλε, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων όπως η επιδρομή δυνάμεως κομάντος SAS/SBS εναντίον αεροπορικής βάσεως στην ηπειρωτική Αργεντινή.
Στις 14 Ιουνίου 1982, μετά από 74 μέρες συνεχώς επιχειρήσεων, η σύγκρουση περατώθηκε με την παράδοση των αργεντινών δυνάμεων που βρίσκονταν στο νησί, και την επιστροφή των νησιών υπό βρετανικό έλεγχο και διοίκηση (status quo ante).
Στη διάρκεια της προαναφερθείσης συγκρούσεως οι απώλειες ανήλθαν σε 649 Αργεντινούς στρατιωτικούς, 255 μέλη των Βρετανικών Ενόπλων Δυνάμεων, καθώς και τριών κατοίκων των Φώκλαντ, οι οποίοι σκοτώθηκαν στη διάρκεια των εχθροπραξιών.
Σε πολιτικό επίπεδο το αποτέλεσμα της Μάχης των Φώκλαντς ήταν διαφορετικό για κάθε χώρα.
Στην Αργεντινή η αρχική ευφορία από την κατάληψη των νησιών από τις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας που ανέβασε τη δημοτικότητα της χουντικής κυβερνήσεως στα ύψη, μετατράπηκε σε μαζικές διαδηλώσεις διαμαρτυρίας εναντίον της στρατιωτικής κυβερνήσεως, επιταχύνοντας έτσι την πτώση της.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η κυβέρνηση Θάτσερ είδε τη δημοτικότητά της να ανεβαίνει κατακόρυφα και έτσι ενισχυμένη από τη νίκη, επανεκλέχθηκε με άνεση στις εκλογές του 1983.
Το 1989, οι διπλωματικές (και όχι μόνο) σχέσεις μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και Αργεντινής αποκαταστάθηκαν πλήρως, μετά από τη συνάντηση της Μαδρίτης, όπου αντιπρόσωποι των δύο χωρών συζήτησαν το θέμα (της αποκαταστάσεως των διμερών σχέσεων και όχι της κυριαρχίας επί των νήσων) και εξέδωσαν κοινό ανακοινωθέν. Αναφορικώς με το ζωτικό θέμα της κυριαρχίας στα νησιά, ουδεμία αλλαγή σημειώθηκε στις θέσεις αμφοτέρων των χωρών, ενώ το 1994, η διεκδίκηση της Αργεντινής στα εδάφη αυτά προστέθηκε επισήμως στο Σύνταγμα της χώρας και διατηρείτε έκτοτε.