Στις 1 Ιουλίου 1913 πραγματοποιήθηκε η απελευθέρωση της Δράμας από τον προελαύνοντα Ελληνικό Στρατό (Ε.Σ.) η οποία από τον Α’ Βαλκανικό πόλεμο κατεχόταν από τους Βούλγαρους,, όταν τον Νοέμβριο του 1912 κατέλαβαν την Ανατολική Μακεδονία.
Από τότε και για οκτώ μήνες η Δράμα και η ευρύτερη περιοχή της υφίστανται την πρώτη από τις τρεις συνολικώς, βουλγαρική κατοχή, ιδιαίτερα σκληρές όλες, αφού απώτερος αντικειμενικός – και μάλιστα διαχρονικός – σκοπός της Σόφιας ήταν ο εκβουλγαρισμός των κατοίκων της με κάθε μέσο με αποκορύφωση, την περίοδο αυτή της πυρπολήσεως του Δοξάτου και σφαγή των κατοίκων του στις 30 Ιουνίου 1913.
Στις 28 Ιουνίου 1913, η VII (7η) Μεραρχία του Ε.Σ., που κινείτο στο δεξιό της διατάξεως αυτού, διετάχθη από το Γενικό Στρατηγείο να κατευθυνθεί προς τις Σέρρες και να απελευθερώσει Σέρρες, Δράμα και Σιδηρόκαστρο.
Ακολούθως, η Μεραρχία τις Μονάδες της που βρίσκονταν στο χωριό Χείμαρος (19ο Σύνταγμα Πεζικού και 1ο Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού) καθώς και αυτά που ήταν στο χωριό Δασοχώρι (Στρατηγείο Μεραρχίας, 21ο Σύνταγμα Πεζικού και Πεδινή Πυροβολαρχία) να συγκεντρωθούν στο Στρυμονικό, ώστε στη συνέχεια ολόκληρη η Μεραρχία να διέλθει από τις γέφυρες Στρυμονικού και Κουμαριάς και να προελάσει προς τα βόρεια.
Στις 29 Ιουνίου 1913, 16:00, το Γενικό Στρατηγείο θέλοντας να επισπευσθεί η ελληνική προέλασης στο εσωτερικό της Βουλγαρίας, εξέδωσε νέα διαταγή, βάσει της οποίας η VII Μεραρχία θα προήλαυνε με τον κύριο όγκο των δυνάμεών της προς την κατεύθυνση του Νευροκοπίου, αποστέλλοντας ταυτοχρόνως μία δύναμη, μεγέθους συντάγματος πεζικού, προς τη Δράμα.
Όντως, η VII Μεραρχία μόλις έλαβε την εντολή αυτή διέταξε το 21ο Σ.Π., όμως με το χάραμα της επομένης μέρας, 30 Ιουνίου 1913, μαζί με μια Μοίρα Πυροβολικού να κατευθυνθεί προς Δράμα, ενώ η υπόλοιπη δύναμη της Μεραρχίας θα επέστρεφε στις Σέρρες, με σκοπό να προελάσει προς Νευροκόπι.
Όπερ και εγένετο.
Το «Απόσπασμα Δράμας», όπως έγινε γνωστό, αποτελούμενο από το 21ο Σ.Π. και μια Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού, υπό τη διοίκηση του Αντισυνταγματάρχη (Πεζικού) Νικόλαου Μιχαλόπουλου – Αρκαδικού, Διοικητή του Συντάγματος, κινήθηκε από την Πεντάπολη στις 0800 της 30 Ιουνίου 1913 και με σύντονη πορεία έφθασε χωρίς προβλήματα το βράδυ στο σιδηροδρομικό σταθμό Αγγίστας, όπου και διανυκτέρευσε.
Στις 1 Ιουλίου 1913, 05:00, το Απόσπασμα Δράμας συνέχισε την κίνησή του με Βορειοανατολική διεύθυνση και περίπου ένα χιλιόμετρο μετά την Αλιστράτη, η εμπροσθοφυλακή εξουδετέρωσε χωρίς δυσκολία μία πρόχειρη ενέδρα Βούλγαρων κομιτατζήδων, συνεχίζοντας την πορεία της. Το μεσημέρι της ίδιας μέρας, ελληνικά τμήματα εισήλθαν στη Δράμα, την οποία και πρόλαβαν να διασώσουν κυριολεκτικώς την τελευταία στιγμή από τον εμπρησμό της από τους Βουλγάρους, σε αντίθεση με ότι είχε γίνει την προηγούμενη μέρα με το Δοξάτο. Οι κάτοικοι της Δράμας επιφύλαξαν ενθουσιώδη υποδοχή στους Έλληνες στρατιώτες, πανηγυρίζοντας για την απελευθέρωσή τους.
Έκτοτε το 21ο Σ.Π. φέρει τιμητικώς την ονομασία της πόλεως «Δράμα» στην ονομασία του.
Με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου (28 Ιουλίου 1913), η Δράμα και η ευρύτερη περιοχή της θα ενσωματωθούν οριστικώς στον εθνικό κορμό!